ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ*
Σε ένα σημερινό περιβάλλον γεμάτο από μεταβαλλόμενες προκλήσεις λόγω οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών πιέσεων, το Κυπριακό Σχολείο που αποτελεί το βασικό πυρήνα μόρφωσης και το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον Κύπριο πολίτη και την παγκόσμια κοινότητα, δεν είναι δυνατό να παραμένει στατικό και αμετάβλητο. Μπροστά στα συσσωρευμένα αδιέξοδα του Κυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος, η πολιτεία δεσμεύτηκε για μια συνολική προοδευτική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Κώστας Καδής μετά την παρουσίαση των νέων προτάσεων για τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος προέβη στην ακόλουθη δήλωση: Στόχος είναι η δημιουργία κατευθύνσεων επιλογής μαθημάτων σε σύγχρονους επιστημονικούς τομείς, οι οποίες θα δώσουν τις απαραίτητες βάσεις στα παιδιά μας για να μεταβούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά, παράλληλα, συνδέονται και με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας.
Σε όνειρα θερινής νυκτός, έχει μετατρέψει η Επιτροπή Αναδόμησης / Αναδιαμόρφωσης του Ωρολογίου Προγράμματος, τις δηλώσεις του Υπουργού παιδείας και πολιτισμού. Μια επιτροπή που τα μέλη της, στην προσπάθειά τους να αποδείξουν ότι είναι περισσότερο ελληνιστές από εμάς, (αυτός που ασχολείται με την εν γένει ελληνική γραμματεία), δεν έχουν στην ουσία επιφέρει αλλαγές στο Κυπριακό σχολείο που συνδέονται με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Αλλά αντ΄ αυτού συστήνουν και προκρίνουν μαθήματα που είναι γνωστό ότι (όπως τουλάχιστο διδάσκονται), σε αυτά οφείλεται η μάστιγα της παραπαιδείας αφού οδηγούμενα από τη λαίλαπα των εξετάσεων βάζουν μαθητές και εκπαιδευτικούς σε ένα αγώνα δρόμου κάλυψης της διδακτέας ύλης με αποτέλεσμα να μην προκαλούν τον μαθητή/τρια να ερευνήσει και να ανακαλύψει τη γνώση αλλά προσφέρουν έτοιμες απαντήσεις προς απομνημόνευση, υποβιβάζοντας το διδακτικό μοντέλο στο πατροπαράδοτο «δασκαλοκεντρικό» διευρυμένο από τη φροντιστηριακή φωτοτυπία.
Μελετώντας τις τελικές προτάσεις της Επιτροπής διαφαίνεται η Τεχνοφοβία που διακατέχει τα μέλη της (κατάσταση άρνησης που μπορεί να έχουν κάποιοι άνθρωποι απέναντι στην τεχνολογία), με αποτέλεσμα την προσπάθεια υποβάθμισης τεχνολογικών μαθημάτων όπως το μάθημα Σχεδιασμός και Τεχνολογία, στο Γυμνάσιο και Λύκειο. Για να αιτιολογήσω τη στάση της Επιτροπής αυτής, έχω ανατρέξει σε όρους της ψυχολογίας όπου σύμφωνα με τον G.W. Allport (ψυχολόγος ερευνητής): «η στάση ορίζεται ως μια νοητική ή νευρική κατάσταση ετοιμότητας, οργανωμένη μέσω των εμπειριών, που ασκεί κατευθυντήρια ή δυναμική επίδραση στις αποκρίσεις του ατόμου προς όλα τα αντικείμενα και τις καταστάσεις με τα οποία αυτή σχετίζεται». Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι η στάση της επιτροπής αυτής, απέναντι στα τεχνολογικά μαθήματα, πηγάζει από το σύνολο των εμπειριών της, και από την άγνοια της για την τεχνολογία, που τους οδήγησε σε φόβο και κατά συνέπεια σε άρνηση και υποβάθμιση των τεχνολογικών μαθημάτων. Η εξήγηση για μένα πολύ απλή: Στη σύνθεση της επιτροπής βρίσκονται άτομα «θεωρητικού υπόβαθρου», που αυτό-προσδιορίζονται «ως διανοούμενοι», όπου τις γνώσεις και ικανότητες που απαιτούνταν, για κατάρτιση και δημιουργία ενός νέου και σύγχρονου ωρολογίου προγράμματος, τις απέκτησαν μέσα από το διαδίκτυο και τα βιβλία. Τέτοια άτομα ήταν και είναι συντηρητικοί και πάντα αντιστεκόντουσαν στην τεχνολογία, (για παράδειγμα όταν εμφανίστηκε η τυπογραφία αναθεμάτιζαν τον Γουτεμβέργιο). Είναι γεγονός ότι πολλοί εκπαιδευτικοί και δη φιλόλογοι δεν έχουν εξοικείωση με τη σύγχρονη τεχνολογία καθώς αντίστοιχα μαθήματα απουσιάζουν εντελώς από τα αναλυτικά προγράμματα των φιλοσοφικών σχολών. Η αποξένωση τουλάχιστον αυτού του κλάδου σε ένα αντικείμενο που εξελίσσεται ραγδαία είναι δυστυχώς δεδομένη και κωμικοτραγική. Είναι φανερό ότι κάποιοι, έχουν εκπαιδευτεί να κοιτούν πάντα προς τα πίσω, να λατρεύουν την παράδοση και τους Αρχαίους. – (που ήταν πραγματικά υπέροχοι – δεν αντιλέγω). "Ναι, αλλά κοιτάξετε πόσο πιο μπροστά από τους αρχαίους Έλληνες προχώρησε ο σύγχρονος άνθρωπος" – εννοώντας με αυτό την ανάπτυξη της διαστημικής τεχνολογίας, της ρομποτικής τεχνολογίας, της ιατρικής τεχνολογίας της τεχνολογίας τροφίμων, της τεχνολογίας ενέργειας, της τεχνολογίας μεταφορών, της τεχνολογίας επικοινωνιών και τόσων άλλων. Θεωρούν προφανώς την κατάδειξη και ενασχόληση των μαθητών/τριών με τα σημερινά επιτεύγματα του ανθρώπου ως αδικαιολόγητη έλλειψη εκτίμησης προς το παρελθόν. Θεωρούν προφανώς σημαντικό και αξιόλογο οι μαθητές/τριες μας να μελετούν μόνο τα «πνευματικά» επιτεύγματα. Τα τεχνολογικά μαθήματα είναι για τους «κακούς μαθητές». Τι σχέση έχουν τα τεχνολογικά μαθήματα με το πνεύμα και την εκπαίδευση ; Κι ας γράφει ο Στέλιος Ράμφος (Έλληνας φιλόσοφος και συγγραφέας): «Αντιθέτως προς τα νομιζόμενα όσο τεχνοδομείται ο κόσμος τόσο πνευματώνεται».
Σε όλους αυτούς, ένα πράγμα έχω να πω: Στον Δαρβινικό αγώνα της ζωής η επιβίωση των ικανοτέρων φαίνεται και αξιολογείται από τον αποτελεσματικό τρόπο που έμαθαν να επιλύουν προβλήματα και να προσαρμόζονται σε καταστάσεις. Οι ικανότεροι, είναι αυτοί που μπορούν να επιβιώσουν και στον έξω κόσμο, και όχι αυτοί που βρήκαν καταφύγιο στις αίθουσες σχολείων και πανεπιστημίων ερμηνεύοντας προβλήματα και καταστάσεις αντλώντας γνώσεις μέσα από βιβλία περασμένων δεκαετιών. Σε μια ταχύτατα εξελισσόμενη κοινωνία στην οποία η έννοια της εξέλιξης ταυτίζεται με την έννοια της τεχνολογίας προβάλλει ως ανάγκη η προσαρμοστικότητα και η εξοικείωση των μαθητών/τριών με τη σύγχρονη τεχνολογία. Η τριβή και μάθηση της τεχνολογίας μπορεί να παράγει πολιτισμό και να ενισχύσει τους κοινωνικούς δεσμούς. Ο μαθητής/τρια πρέπει να εκπαιδευτεί και να μάθει ότι σήμερα αν παρουσιαστεί ένα πρόβλημα μόνο η τεχνολογία καλείται να του δώσει λύση και δεν ωφελεί σε τίποτα να προσεγγίσει το πρόβλημα φιλολογικά ή φιλοσοφικά.
Κύριε Υπουργέ Παιδείας και Πολιτισμού, πρέπει να αντλήσουμε ένα νέο εκπαιδευτικό πρότυπο μέσα από τη μάθηση της τεχνολογίας, που συνεχώς πειραματίζεται, αμφισβητεί δημιουργεί και διορθώνει. Το πρότυπο αυτό ήδη υπάρχει και εφαρμόζεται με επιτυχία σε όλες τις χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, όπου τα τεχνολογικά μαθήματα δεσπόζουν στα αναλυτικά προγράμματα. Η αντικατάσταση, κλασικών μαθημάτων με τεχνολογικά μαθήματα αποσπά την προσοχή και εξάπτει τη δημιουργική φαντασία, καταπολεμά τον εχθρό της μάθησης, που είναι η ανία, η οποία οδηγεί στην αδιαφορία. Μόνο ένα τέτοιο πρότυπο μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές/τριες να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις της σημερινής και της αυριανής κοινωνίας. Η αναβάθμιση τεχνολογικών μαθημάτων στην εκπαίδευση φαντάζει επείγουσα καθώς οι ίδιοι οι μαθητές/τριες και γονείς αμφισβητούν την ποιότητα της μόρφωσης που παρέχει το πεπαλαιωμένο, ιδρυματικό σχολείο. Ένα σχολείο που στηρίχθηκε και τερατώθηκε από τα μέχρι τώρα μαθήματα που η επιτροπή των ωρολογίων προγραμμάτων θέλει να ενισχύσει, τη στιγμή που οι μαθητές/τριες οι ίδιοι, μέσω των επιλογών τους, έχουν γυρίσει την πλάτη σε αυτά, υποδεικνύοντας σε εμάς την αδυναμία από την μια των εν λόγω μαθημάτων και την ανάγκη από την άλλη για εισαγωγή άλλων, που μπορούν να προσφέρουν σύγχρονη και αποτελεσματική μόρφωση.
Κύριε Υπουργέ Παιδείας και Πολιτισμού, σε μια εποχή ταχύτατα εξελισσόμενη, θα πρέπει να συνυπολογίσετε νέα δεδομένα τα οποία χρήσιμο θα ήταν να ενταχθούν στη διδακτική πραγματικότητα, όπως αυτή θα έπρεπε να εκφράζεται μέσα από το ωρολόγιο πρόγραμμα και το ερώτημα που πρέπει να σας απασχολήσει και προκύπτει μέσα από το φιάσκο των νέων αναλυτικών προγραμμάτων είναι το εξής: Βεβιασμένα θα υιοθετήσετε τις προτάσεις μιας επιτροπής αυτό-προσδιοριζόμενων αλλά και συγχρόνως αυτό-αναιρούμενων, μέσα από τις εισηγήσεις τους ατόμων, με κίνδυνο να παρασυρθείτε και να μετατραπείτε και εσείς «ακόμα ένα δείγμα κακής πρακτικής» στον μελετητή του μέλλοντος σε θέματα εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης ή θα αφουγκραστείτε τις φωνές μαθητών/τριών, εκπαιδευτικών, γονιών και αγοράς και να προχωρήσετε αποφασιστικά, αναλογιζόμενος το τεχνολογικό σας υπόβαθρο, στη διαμόρφωση ενός ωρολογίου προγράμματος που θα είναι αναγνωρίσιμα σύγχρονο.
*Καθηγητής Σχεδιασμού και Τεχνολογίας