Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΑΣ ΚΕΝΤΗ*

Έχω καταχαρεί τη ρητορική επιστολών προερχομένων από διάφορες ειδικότητες και την επιχειρηματολογία τους στην φανατική τους προσπάθεια να «κερδίσουν» ώρες για το αντικείμενό τους στα νέα ωρολόγια προγράμματα.

Θεωρούσα αυτονόητο ότι η σημασία της άριστης κατοχής της μητρικής γλώσσας θα ήταν απολύτως σεβαστή και κατανοητή από όλο το φάσμα των ειδικοτήτων. Γι αυτό και δεν προτίθεμαι να παραθέσω σωρεία επιστημονικών επιχειρημάτων για να υποστηρίξω το αυταπόδεικτο, αλλά κάνω ορισμένες μόνο ενδεικτικές αναφορές: Χωρίς άξια και βαθειά γνώση της ελληνικής γλώσσας τους οι νέοι μας θα καθίστανται μηχανικοί δέκτες γνώσεων χωρίς τη δυνατότητα επεξεργασίας, εμβάθυνσης, σύγκρισης, ανάπτυξης επιχειρηματολογίας, συζήτησης, διαμόρφωσης άποψης και κρίσης.

Τα αποτελέσματα των διεθνών διαγωνισμών είναι απογοητευτικά. Ορισμένες διακρίσεις καταδεικνύουν ότι οι μαθητές/μαθήτριές μας, ενώ έχουν δυνατότητες σπανίως παράγουν γνώση. Διότι για την παραγωγή γνώσης χρειάζεται εμβάθυνση και έρευνα. Για την πραγματοποίηση αυτών, προϋπόθεση είναι να ενδιατρίψουν σε πληθώρα βιβλιογραφίας, ελληνικής και ξένης. Με ποια προσόντα θα είναι δυνατόν να κατανοήσουν το βάθος και το εύρος εννοιών σε όλα τα μαθήματα, εάν δεν κατέχουν σε βάθος την ελληνική γλώσσα (με πλούτο λεξιλογίου και δυνατότητα χειρισμού με υψηλό δείκτη επάρκειας;)

Η ελληνική γλώσσα πέραν τούτου, έχει καταντήσει να είναι γλώσσα υπό απειλή στον μητρικό της χώρο. Λόγω της παγκοσμιοποίησης  που μάλλον μίασμα κατέληξε και όχι αφορμή για μετεξέλιξη, οι μητρικές γλώσσες μεταξύ των οποίων και η  Ελληνική, κινδυνεύουν με συρρίκνωση. Δεν είναι θέμα συνδικαλιστικό, είναι θέμα με πολύπλευρες διαστάσεις που θεωρούσα αυτονόητες και αυταπόδεικτες από όλο το φάσμα των ειδικοτήτων εκπαιδευτικών. Ήταν λάθος όμως εκτίμηση τελικά. Διότι και στην περίπτωση αυτή η κυπριακή νοοτροπία και ο ατομισμός επίσης επέπεσαν ως πληγή πάνω στην Ελληνική Γλώσσα. Αντί «μονάχη έγνοια η γλώσσα μου» δρουν με μόνη έννοια «τις ώρες ΜΑΣ, τον εαυτό μας, την ειδικότητά μας». Εν ολίγοις κυριαρχεί η προσήλωση στο μικροσυμφέρον και στον μικρόκοσμο του καθενός, που αν και έχει κι αυτός τη σημασία του, αυτή δεν μπορεί να υποσκελίζει το συμφέρον της παιδείας. Η προάσπιση της ελληνικής γλώσσας σ’ αυτόν τον τόπο δεν έπρεπε καν να ήταν στόχος. Αλλά θα έπρεπε όλοι ως κόρην οφθαλμού να προστατεύουμε με κάθε τρόπο τη μητρική μας γλώσσα, ασχέτως ειδικοτήτων.Η γλώσσα δομεί πώς μαθαίνει το παιδί και δεν ρυθμίζει μόνον.Εξάλλου, και οι επεξεργασμένοι κώδικες επικοινωνίας που καλούνται οι μαθητές να «μάθουν» κατά τη διδασκαλία αντικειμένων δεν είναι δυνατόν να γίνουν σε βάθος κατανοητοί, εάν αυτοί δεν είναι σε θέση να τους εντάξουν γλωσσικά στο σύστημα της μητρικής τους γλώσσας (μέσα από αναγωγές στις ρίζες παραδείγματος χάριν).Γι αυτό η παπαγαλία έγινε η πιο προσφιλής μέθοδος «μάθησης» στα σχολεία μας. Ακόμα και στους διαγωνισμούς συζητήσεων ανάμεσα στα σχολεία, οι μαθητές/μαθήτριες έχουν προσπαθήσει και απομνημονεύσει τις «ομιλίες» τους και συχνά δεν είναι δυνατόν να τις ολοκληρώσουν. Αυτό υποδεικνύει σαθρά στοιχεία στο υπόστρωμα του εκπαιδευτικού μας συστήματος, και την έως τώρα άρνησή μας να βάλουμε τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων.

Οι Φιλόλογοι, που ουδόλως αντέδρασαν για τη σωρεία των διαμαρτυριών άλλων ειδικοτήτων για το ωρολόγιο πρόγραμμα, δεν το έπραξαν επειδή αισθάνονται «ευνοημένοι». Δεν πρόκειται για εύνοια. Έτσι θα το έβλεπαν μόνο οι συνδικαλιστές και αυτό λόγω της θέσης τους και όχι γιατί το αντιλαμβάνονται πραγματικά ως εύνοια.  Εξάλλου, είναι εξόφθαλμη η εξέλιξη από την αφαίρεση των Αρχαίων Ελληνικών και το « επαίσχυντο ξερίζωμά» τους από την κυπριακή εκπαίδευση στο παρελθόν, για να δοθούν ώρες για διδασκαλία άλλων αντικειμένων. Αποκορύφωμα αυτού και της συνεχούς μείωσης της γλωσσικής επάρκειας των μαθητών μας είναι, για παράδειγμα, στα Λύκεια να έχουμε δέκα τμήματα δακτυλογραφίας ή Γυμναστικής και καθόλου μαθητές που να επιλέγουν Αρχαία Ελληνικά, διότι καλλιεργήθηκε η ψευδής εντύπωση ότι πρόκειται «περί ξένης και άχρηστης γλώσσας». Ήρθε η στιγμή που οι πλασματικές επιτυχίες των μαθητών μας, τα πλασματικά υψηλά νούμερα και οι απίστευτοι μέσοι όροι, οι αμέτρητες αριστείες στα σχολεία, θα αποκαλύπτονταν σαν άλλη μια φούσκα της κυπριακής πραγματικότητας.

Ήδη ξένα Πανεπιστήμια αμφισβητούν τα αποτελέσματα και την αντιστοιχία βαθμών και γνώσεων των μαθητών μας και τρίζουν τα δόντια δυσκολεύοντας εφεξής την είσοδο τους σ’ αυτά.

Αντί λοιπόν να επικεντρωθούν όλοι στην ουσία που είναι το επίπεδο και η ποιότητα της μόρφωσης αλλά και η καλλιέργεια δεξιοτήτων και η ανάπτυξη ευφυΐας, μάχονται με σθένος να πλήξουν τη γλώσσα παραβλέποντας –σκόπιμα- τις αρνητικές επιπτώσεις από την απομάκρυνση των παιδιών από αυτήν και την καθημερινή τριβή και τη μαθησιακή εμπλοκή τους με τη αυτήν. Η αποξένωση των παιδιών από τη μητρική τους γλώσσα είναι θλιβερή και φαίνεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.Τα παιδιά μας τελικά μεγαλώνουν σε υποβαθμισμένο γλωσσικό περιβάλλον. Πρώτα στην καθημερινή τους ομιλία που περιορίζεται σε ελάχιστο λεξιλόγιο και αυτό κυρίως στη διάλεκτο, ενώ αδυνατούν να αρθρώσουν συνεχή λόγο στη Νέα Ελληνική σε ψηλότερο επίπεδο της καθημερινότητας. Σπάνια έχουν την ευκαιρία να εκτεθούν σε συζητήσεις επιστημονικού χαρακτήρα και ακόμη πιο σπάνια να συμμετέχουν. Η ανάγνωση βιβλίων δε είναι εφιάλτης για τα περισσότερα και καταναγκασμός,παρά τις –άνευ αποτελέσματος φαίνεται- προσπάθειες των Σχολείων για καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας, κι αυτό λόγω της αποξένωσης από τη μητρική τους γλώσσα.Ακολούθως, εθελοτυφλούν όσοι δεν βλέπουν την απαράδεκτη κυριαρχία ξένων τύπων στην προφορική και των greeklish στη γραπτή επικοινωνία και απορώ πώς η αξιοπρέπεια και η εθνική μας συνείδηση επιτρέπει και ανέχεται κάτι τέτοιο ακόμη και από άτομα εθνικά προσανατολισμένα.Παρεμπιπτόντως, μήπως και στο θέμα αυτό βάζουν πολύ νερό στο κρασί τους μερικοί προσπαθώντας να συγκεράσουν τα πολιτικο/συνδικαλιστικά με τα ουσιαστικά και τα αδιαμφισβήτητης αξίας θέματα, όπως είναι η εθνική διάσταση της αξίας της κατοχής της μητρικής γλώσσας και η αμφίδρομη και ουσιαστική σχέση της με την εθνική μας ταυτότητα; Αντίθετα λοιπόν, η πολιτεία και οι συνδικαλιστές έχουν χρέος να θέσουν τη διδασκαλία και άριστη κατοχή της γλώσσας υπεράνω οποιωνδήποτε άλλων σκοπιμοτήτων. Και αυτό οφείλουν να πράξουν!

*Φιλόλογος/Αρχαιολόγος




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










239