ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΝΑΣΙΑΣ-ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ–ΠΑΥΛΟΥ*
Όλοι μας νιώθουμε συναισθήματα άγχους, στρες, πίεσης, έντασης και συχνά δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε από πού πηγάζουν, πώς να τα μειώσουμε και σε ποιόν βαθμό επηρεάζουν τους γύρω μας.
Το άγχος και το στρες είναι δυσάρεστα συγκινησιακά συναισθήματα και σε αντίθεση πχ με την θλίψη ή με το θυμό συνδέονται πάντοτε με έναν επαπειλούμενο κίνδυνο. Όταν, με άλλα λόγια, νιώσουμε ότι κάποια πτυχή της ύπαρξής μας κινδυνεύει, βιώνουμε μια φυσιολογική αντίδραση - άγχος. Όταν η πηγή του άγχους είναι γνωστή σε εμάς, την ονομάζουμε φοβία. Αντιθέτως, όταν δεν μπορούμε να συνδέσουμε την αιτία με το σύμπτωμα, έχουμε ένα γενικευμένο άγχος που δεν είναι ελεγχόμενο. Στην περίπτωση που ξέρουμε τι μας προκαλεί άγχος και στρες, μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό πχ να απομακρυνθούμε από το στρεσογόνο ερέθισμα. Στην αντίθετη περίπτωση, η ανησυχία και η ένταση αυξάνονται γιατί νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να το ελέγξουμε. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πανικό. Σε αυτές τις περιπτώσεις το άγχος δεν είναι λειτουργικό, δεν είναι παραγωγικό και μπλοκάρει τη καθημερινότητα του ατόμου σε βαθμό που να χρήζει παρέμβασης ειδικού ψυχικής υγείας για να μην οδηγηθεί το άτομο σε κατάσταση αγχώδους διαταραχής (Σκαπινάκης, 2004).
Ένα από τα επαγγέλματα με υψηλά ποσοστά άγχους είναι του εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πολλές έρευνες έχουν γίνει στον τομέα αυτόν (Louden, 1987, Pithers & Soden, 1999, Kyriacou, 2001) καταλήγοντας σε έναν μεγάλο αριθμό στρεσογόνων παραγόντων που έχουν αρνητική επίδραση στους εκπαιδευτικούς. Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές αναφέρουν πως άγχος και ένταση δημιουργείται στους δασκάλους και στους καθηγητές όταν
- Οι μαθητές δεν έχουν κίνητρα για μάθηση &αδιαφορούν για το μάθημα
- Όταν οι τάξεις τους είναι μεικτών ικανοτήτων, εθνικοτήτων, γλωσσών
- Όταν οι μαθητές είναι απείθαρχοι και εμφανίζουν προβλήματα συμπεριφοράς
- Όταν δεν υπάρχει χρόνος προετοιμασίας λόγω υπερβολικής ύλης, χρονοδιαγραμμάτων, απαιτήσεων και πιέσεων από το σχολείο ή τις Διευθύνσεις των Τμημάτων
- Όταν έχουν, πέρα από την παραδοσιακή διδασκαλία, έχουν και άλλα καθήκοντα εντός της σχολικής μονάδας
- Όταν δεν υπάρχει η απαραίτητη υλικο-τεχνική υποστήριξη και υποδομή
- Όταν οι σχέσεις μεταξύ συναδέλφων δεν είναι υγιείς
- Όταν υπάρχουν παρεμβάσεις από γονείς και άλλους εξωγενείς παράγοντες
- Στις περιπτώσεις που νιώθουν ότι δεν τους εκτιμούν και δεν αναγνωρίζουν το ρόλο και το έργο τους μέσα στο σχολείο. Όταν νιώθουν ότι είναι συνεχώς υπό αξιολόγηση και ότι πρέπει να υπερβούν τον εαυτό τους για να αποδείξουν ότι ξέρουν καλά τη δουλειά τους.
Η λίστα είναι μακροσκελής. Τελικά, θα διερωτηθεί κάποιος, το ο,τιδήποτε συμβαίνει στο σχολείο, αγχώνει τους εκπαιδευτικούς; Οι έρευνες αναφέρουν πως αυτοί είναι παράγοντες επικινδυνότητας, λόγοι που μπορεί να οδηγήσουν σε αισθήματα στρες και άγχους. Το πώς τα επεξεργάζεται, πως τα βιώνει και πως τα ερμηνεύει ο κάθε εκπαιδευτικός, διαφέρει από άτομο σε άτομο. Και αναλόγως αντιδρά είτε «φεύγοντας», ή «παλεύοντας» ή ακόμα και «παγώνοντας» (η θεωρία του «fight, flightorfreeze» που πρωτο-εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1920 από τονWalterCannon).
Πλησιάζοντας το τέλος της σχολικής χρονιάς, καθηγητές και μαθητές έρχονται αντιμέτωποι με το άγχος των εξετάσεων. Και οι δυο κατηγορίες βρίσκονται αυτήν την εποχή στις λίστες υψηλής επικινδυνότητας για συμπτώματα εξουθένωσης τόσο σωματικής όσο και πνευματικής. Καθηγητές και μαθητές έχουν, εκ των πραγμάτων, μια σχέση αλληλεπίδρασης η οποία κάτω αυτές τις συνθήκες έντονου άγχους μπορεί να γίνει πολύ δυσλειτουργική. Το άγχος του καθηγητή να προλάβει να καλύψει την ύλη, να κάνει επαναλήψεις, να ετοιμάσει γραπτά, να βάλει βαθμούς, να διαχειριστεί ενδο-ατομικούς και εξωγενείς ανασταλτικούς προς το έργο του παράγοντες, έχει αρνητική επίδραση στους μαθητές. Έρευνες έχουν δείξει (Kyriacou, 2001), πως κάποιοι καθηγητές χρησιμοποιούν «υγιείς» και άμεσες μεθόδους μείωσης της έντασης και του στρες πχ κρατούν τα συναισθήματα υπό έλεγχο, αναζητούν στήριξη και συμπαράσταση από συναδέλφους τους, οργανώνουν τον χρόνο και τις εργασίες τους εγκαίρως με διαχειρίσιμο τρόπο. Άλλοι (Sinclair, 1992), τείνουν προς το να μειώνουν τον ίδιο τους τον εαυτό, μοιρολατρούν, αυξάνουν την κατανάλωση καφεϊνης και νικοτίνης, καταφεύγουν σε πιο μοναχικούς τρόπους διαχείρισης της έντασης. Αυτή η κατηγορία καθηγητών έχει συνήθως αρνητική επίδραση στους μαθητές που, από τη μια, έχουν να διαχειριστούν το δικό τους άγχος, από την άλλη των γονιών τους και τώρα προστίθεται και το άγχος των καθηγητών τους. Οι μαθητές θέλουν να επιτύχουν για να ευχαριστήσουν τον εαυτό τους, τους γονείς και τους καθηγητές τους. Η οποιαδήποτε δική τους αποτυχία αντανακλάται πάνω σε γονείς και εκπαιδευτικούς. Αυτό είναι πολύ βαρύ για να το σηκώσει ένας έφηβος μαθητής.
Προληπτικά, σχολείο και οικογένεια μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από ειδικό ψυχικής υγείας για έγκαιρη στήριξη και συμβουλευτική ώστε η στρεσογόνος κατάσταση να μην ξεφύγει πολύ από τον έλεγχο είτε του ενήλικα ή του παιδιού. Ο σχολικός / εκπαιδευτικός ψυχολόγος της ΥΕΨ και ο καθηγητής ΣΕΑ του κάθε γυμνασίου / λυκείου έχουν σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν, τόσο ο καθένας ξεχωριστά αλλά και οι δυο Υπηρεσίες μαζί με στόχο το όφελος της σχολικής κοινότητας και του κάθε ατόμου αυτήν τη δύσκολη περίοδο των εξετάσεων.
*Λειτουργός Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας
Υπουργείο παιδείας και Πολιτισμού