Ο ρόλος και η προσφορά της Τεχνικής Εκπαίδευσης


ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ* 

Η πρόσφατη συζήτηση στην Επιτροπή Παιδείας της Βουλής για την αναβάθμιση της Τεχνικής Εκπαίδευσης, έχει πυροδοτήσει διάφορες αντιδράσεις και προβληματισμούς, ως προς το ρόλο και την αναγκαιότητά της στον τόπο μας.

Η Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση σε κάθε χώρα, έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο και η ύπαρξή της αποτελεί κοινωνική αναγκαιότητα. Αν τώρα το ποσοστό των παιδιών που ακολουθούν προγράμματα Τεχνικής Εκπαίδευσης, ανέρχεται σε 30% ή 40%, αυτό έχει να κάνει με διάφορους παράγοντες, όπως: το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, τις δομές και τα προγράμματα του εκπαιδευτικού συστήματος, την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, την κτιριακή και εργαστηριακή υποδομή κ.τ.λ.

Αναλύοντας τα δικά μας δεδομένα σε σχέση με την Κυπριακή οικονομία, τα οποία παρουσιάζονται στις εκθέσεις της Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού, παρατηρούμε ότι: παρουσιάζεται πολύ μεγάλη ζήτηση ειδικευμένου προσωπικού, ιδιαίτερα στον τριτογενή τομέα, (Ξενοδοχειακή και επισιτιστική βιομηχανία, υπηρεσίες) λιγότερη ζήτηση στον δευτερογενή τομέα (μεταποιητική βιομηχανία) και στον πρωτογενή τομέα (πρώτων υλών). Οι πιο πάνω ανάγκες της Κυπριακής Οικονομίας, έχουν ληφθεί υπόψη στο σχεδιασμό των νέων κλάδων και Ειδικοτήτων που λειτουργούν σήμερα, όπως: Ψηφιακής Τεχνολογίας και Προγραμματισμού, Βιομηχανικού Σχεδιασμού, Εικαστικών Τεχνών και Πολυμέσων, Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, καθώς επίσης και Πολιτικής Μηχανικής Αρχιτεκτονικής, Ξενοδοχειακών.

Τα ωρολόγια προγράμματα της Τεχνικής Εκπαίδευσης, προσφέρουν μαθήματα γενικής παιδείας τα οποία καλύπτουν το 50% μέχρι και το 67% των ωρών διδασκαλίας και τα τεχνολογικά και εργαστηριακά μαθήματα τα οποία συμπληρώνουν το πρόγραμμα των 35 διδακτικών περιόδων. Βασικός στόχος των προγραμμάτων, δεν είναι άλλος από την προσφορά ανθρωπιστικής και συναισθηματικής παιδείας, την απόκτηση χειριστικών δεξιοτήτων και τη δημιουργική εργασία μέσα από τα εργαστηριακά μαθήματα, τα οποία αναπτύσσουν παράλληλα την κριτική σκέψη, την υπομονή, την επιμονή και την πειθαρχία.

Οι απόφοιτοι έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε ανώτατο και ανώτερο επίπεδο, ή να ενταχθούν άμεσα στην αγορά εργασίας. Το γεγονός ότι κάθε χρόνο μαθητές και μαθήτριες των Τεχνικών Σχολών, πρωτεύουν στις πανεπιστημιακές σχολές που εξασφαλίζουν θέση, όπως: Αρχιτεκτονικής Π.Κ, Πολιτικών Μηχανικών Π.Κ, Μηχανικών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών ΤΕΠΑΚ, Γραφικών Τεχνών και Πολυμέσων ΤΕΠΑΚ, Εμπορίου Χρηματοοικονομικών και Ναυτιλίας ΤΕΠΑΚ, Στρατιωτικών Σχολών κ.α δεν είναι άσχετο με την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

Στα πιο πάνω προγράμματα, έχουν δικαίωμα να φοιτήσουν όλα τα παιδιά που στοχεύουν να ακολουθήσουν τεχνικά επαγγέλματα, όμως αυτό το δικαίωμα δεν μπορεί σήμερα να ικανοποιηθεί. Γιατί σε κάποιες ειδικότητες και κάποιες σχολές παρουσιάζεται πολύ μεγαλύτερος αριθμός μαθητών που ενδιαφέρονται να φοιτήσουν, απ’ ότι μπορούν να δεχτούν οι υποδομές των σχολείων.

Για την επίλυση αυτού του σοβαρού προβλήματος, πρέπει εκ καθήκοντος η πολιτεία να προβεί:

α) στην ανέγερση νέων Τεχνικών Σχολών, εκεί και όπου υπάρχει άμεση ανάγκη

β) στην ολοκλήρωση των κτιριακών επεκτάσεων και στη γενική συντήρηση των υφιστάμενων σχολών

γ) στην επανεξέταση και αναβάθμιση της νέας σύγχρονης μαθητείας, έτσι που να στοχεύει στην απορρόφηση μεγάλου αριθμού μαθητών που εγκαταλείπουν τα σχολεία.

Επιλογικά θα έλεγα ότι η Τεχνική Εκπαίδευση του τόπου μας, έχει και παρόν και μέλλον. Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Μέσης Εκπαίδευσης και η προσφορά της προς την κοινωνία ήταν και θα είναι αξιόλογη. Το γεγονός ότι στην Κύπρο μόνο το 21% των παιδιών ακολουθούν προγράμματα Τεχνικής Εκπαίδευσης, ενώ σε όλες τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ποσοστά κυμαίνονται ανάμεσα στο 30% και 50%, αυτό από μόνο του πρέπει να μας προβληματίσει.

*Διευθυντής Τεχνικής Σχολής Μακάριος Γ΄




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1113