Οι νομοθέτες στην Κύπρο


ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*  

Σ’ ένα πρόσφατο άρθρο μου έγραψα για το νέο «καθεστώς αλήθειας» στην  Κύπρο, την περισσότερη δηλαδή ελευθερία στην έκφραση και κυκλοφορία της αλήθειας και την αλλαγή του είδους της αλήθειας που κυκλοφορεί και γίνεται βάση για δράση, και ανέφερα ως ενδείξεις αυτής της αλλαγής το ότι δεν αποστέλλονται πλέον από σωματεία, λέσχες, οργανώσεις και συντεχνίες εκατοντάδες «αυθόρμητα» τηλεγραφήματα συμπαράστασης και υποστήριξης σε ισχυρούς πολιτικούς και κοινωνικούς παράγοντες που είναι υπόδικοι ή κατηγορούμενοι για παρατυπίες ή καταχρήσεις, όπως γινόταν πολύ συχνά στο παρελθόν, το ότι άρχισε να γίνεται προσαγωγή στα δικαστήρια και καταδίκη πρώην δυνατών πολιτικά και οικονομικά προσώπων ,χωρίς να τολμούν τα κόμματά τους να παρεμβαίνουν για να τους σώσουν, και το ότι ασκείται  ανηλεής έλεγχος  στους έχοντες την εξουσία από τα ΜΜΕ.

Στην αλλαγή του καθεστώτος αλήθειας συνέβαλε ,πιστεύω, και η νομοθετική εξουσία με την άσκηση αυστηρού κοινοβουλευτικού ελέγχου, την επιμονή της στην προώθηση διαφόρων νέων νόμων, όπως εκείνου της εφαρμογής του θεσμού του «πόθεν έσχες» για όλα τα δημόσια πρόσωπα, και την πίεση που ασκεί για την όσο το δυνατό πιο σύντομη προσαγωγή όλων των ενόχων για την οικονομική καταστροφή της Κύπρου ενώπιον της δικαιοσύνης.

Πιστεύω, ωστόσο, πως οι Κύπριοι βουλευτές θα μπορούσαν να προσφέρουν πολύ περισσότερα, αν στέκονταν όλοι στο ύψος του θεσμού και δεν επέτρεπαν να υποβαθμισθεί το κύρος και η αξιοπρέπειά τους τόσο πολύ. Είμαι βέβαιος πως και οι ίδιοι συνειδητοποιούν αυτή τη θλιβερή κατάσταση, όταν βλέπουν στις εφημερίδες τίτλους όπως «παλινωδίες και μπάχαλο στη Βουλή». Την περιέγραψε άλλωστε πολύ περιεκτικά και παραστατικά ένας πρώην συνάδελφός τους, ο Μιχάλης Παπαπέτρου, με την ιστορία του φόβου «της πουρούς έξω από τη Βουλή». Το ζουν επίσης καθημερινά όλοι οι πολίτες που θα τύχει να μιλήσουν με βουλευτές. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν έχουν χρόνο να ακούσουν τους πολίτες, γιατί έχουν στο αυτί τους διαρκώς το κινητό τους τηλέφωνο, και από αυτά που ακούονται από την τηλεφωνική τους συνομιλία συμπεραίνεται πως μιλούν με ψηφοφόρο τους που ζητά ρουσφέτι.

Η ανάγκη για πελατειακή σχέση με τους ψηφοφόρους είναι βέβαια κατανοητή, γιατί πολλοί βουλευτές είναι ανεπάγγελτοι και τρέμουν στην ιδέα πως μπορεί να μην επανεκλεγούν. Ωστόσο αυτή η πελατειακή σχέση βαρύνει στην αντίληψη του έργου τους και στις δραστηριότητές τους τόσο πολύ, που τους απαξιώνει στα μάτια των πολιτών που τους βλέπουν να συμπεριφέρονται μ’ αυτό τον τρόπο.

Πιστεύω πως η επιτευχθείσα, ύστερα από σκληρή προσπάθεια, αλλαγή στο καθεστώς αλήθειας θα υπογραμμίσει την ανάγκη μεγαλύτερης αλλαγής και στην πολιτεία των βουλευτών. Αυτό θα το νιώσουν πολύ σύντομα και οι ίδιοι, όταν σε ενάμισι περίπου χρόνο θα πρέπει να υποβάλουν υποψηφιότητα για επανεκλογή, ιδιαίτερα αν αλλάξει ο σχετικός νόμος και εισαχθεί για πρώτη φορά, έστω και μερικώς, το σύστημα της οριζόντιας ψηφοφορίας. Τα κριτήρια εκλογής θα γίνουν πολύ πιο δύσκολα και ο ανταγωνισμός πολύ μεγαλύτερος και μόνο βουλευτές που επέδειξαν ότι έχουν ευρύτερη αντίληψη του ρόλου τους και ένα υψηλό όραμα για την αποστολή τους θα έχουν ελπίδα επανεκλογής. Ευτυχώς για τη χώρα η πλειοψηφία των πολιτών δεν ψηφίζουν με κύριο κριτήριο την πελατειακή σχέση.

Σ’ αυτό το σταυροδρόμι θα ήταν ενδιαφέρον να αναρωτηθούν όλοι οι βουλευτές μας πώς βλέπουν το ρόλο τους και  τι θεωρούν ότι είναι το κύριο έργο τους: Να προωθούν τα ατομικά συμφέροντα των ψηφοφόρων τους, να κινητοποιούνται για την ανάπτυξη και ευημερία της επαρχίας στην οποία εκλέγονται, να εργάζονται για την ενίσχυση του κόμματος που τους στεγάζει ή να αγωνίζονται για το καλό του συνόλου, για αυτά που θα ωφελήσουν την πατρίδα γενικά; Ο αναστοχασμός αυτός θα τους βοηθήσει, πιστεύω, να κατανοήσουν καλύτερα τι έκαναν μέχρι τώρα, τι κάνουν, και τι θα μπορούσαν να κάνουν.

Ίσως θα ήταν βοηθητικό να  αναφερόταν στο σημείο αυτό  η αντίληψη που είχε ο αρχαίος έλληνας φιλόσοφος Πλάτωνας για τους νομοθέτες, τους «νόμους ποιούντας». Στο «Συμπόσιό» του  υποστηρίζει πως οι νομοθέτες μοιάζουν πολύ με τους εφευρέτες, τους ποιητές και τους φιλοσόφους που κυοφορούν «εν ταις ψυχαίς» αυτών,  πως ο «τόκος»  τους είναι «ασυγκρίτως ανωτέρα και ωραιοτέρα μορφή φρονήσεως … η ασχολούμενη με την διαρρύθμισιν των πόλεων και των σπιτικών» και πως το όνομα της είναι «σωφροσύνη και δικαιοσύνη» (Πλάτωνος Συμπόσιο ,209α, μετάφραση Ιωάννη Συκουτρή).

Δυστυχώς, το γεγονός ότι η Κύπρος έχει προεδρικό σύστημα δεν επιτρέπει να συνειδητοποιηθεί δεόντως η αξία των νομοθετών, γιατί επισκιάζεται από την εκτελεστική εξουσία. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί οι νομοθέτες στην Κύπρο μένουν συνήθως στην αφάνεια και μόνο όταν προσκληθούν στην τηλεόραση έχουν την ευκαιρία να ακουστούν δημόσια. Το νέο καθεστώς αλήθειας ωστόσο, πιστεύω, θα βοηθήσει να δοθεί μεγαλύτερη αξία και προβολή στους νομοθέτες. Ταυτόχρονα όμως θα εξελιχθεί σε μια μεγάλη πρόκληση γι αυτούς, γιατί θα απαιτεί  να δείξουν περισσότερη «σωφροσύνη και δικαιοσύνη», και να αλλάξουν δραστικά την αντίληψη του ρόλου τους. Σ’ αυτή την αλλαγή θα βοηθήσει και το αν αρχίσουν να βλέπουν τους εαυτούς τους περισσότερο ως νομοθέτες(lawmakers), όπως στις ΗΠΑ και άλλες χώρες, παρά ως βουλευτές.

*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











144