Παιδιά και ψυχοσωματικά προβλήματα


 ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΜΑΡΟΥΛΛΗ*

Σύμφωνα με τον Lipowski, ο όρος «ψυχοσωματικά» περιγράφει την αναμφίβολη αλληλεπίδραση μεταξύ των βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων, που οδηγούν στην ύπαρξη ψυχοσωματικής υγείας ή στην εκδήλωση σχετικής διαταραχής. Η σχέση μεταξύ συναισθημάτων, νου και σωματικών λειτουργιών, έχει αποδειχθεί επανειλημμένα και διαχρονικά μέσα από έρευνες που προέρχονται κυρίως από τον χώρο της νευροεπιστήμης και της ιατρικής. Ωστόσο, και οι δικές μας απλές καθημερινές εμπειρίες είναι αρκετές για να μας αποδείξουν αυτή την ισχυρή αλληλεπίδραση. Όλοι είπαμε ή ακούσαμε άλλους να λένε πως «η καρδιά μου πάει να σπάσει» ως αντίδραση σε φοβογόνες καταστάσεις ή «το στομάχι μου δέθηκε κόμπος», ως αντίδραση σε αγχογόνες καταστάσεις. Οι μεταφορικές αυτές εκφράσεις, «μεταφέρουν» ακριβώς τη βαρύτητα της σχέσης μεταξύ ψυχολογικών καταστάσεων και βιοσωματικών λειτουργιών.

Αναφορικά με την εμφάνιση των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων στην παιδική και εφηβική ηλικία, η έρευνα δείχνει πως φτάνει μέχρι το 25%. Η βιβλιογραφία καταδεικνύει πως τα συμπτώματα ξεκινούν να εμφανίζονται γύρω στα 6-7 έτη στα μικρά παιδιά και γύρω στα 16 στα μεγαλύτερα, με μεγαλύτερο ποσοστό στα κορίτσια.Τα πιο κοινά συμπτώματα που παρατηρούνται στα παιδιά και στους έφηβους, είναι οι πονοκέφαλοι, η ναυτία και η ζαλάδα, ο επίμονος κοιλιακός πόνος, η κούραση,οι διαταραχές στη ροή του λόγου(τραυλισμός),η νυχτερινή ενούρηση(στα μικρότερα παιδιά), το μυοσκελετικό άλγος, οι πόνοι στη μέση και το σφίξιμο στο στήθος. Μπορεί επίσης να εμφανιστούν ψευδονευρολογικά συμπτώματα, όπως για παράδειγμα αδυναμία, αστάθεια/έλλειψη ισορροπίας και ψευδοκρίσεις(μη-επιληπτικές κρίσεις) (Brill, Patel & McDonald, 2001).

Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως τα ψυχοσωματικά συμπτώματα εμφανίζονται ως κλινικά συμπτώματα, υπάρχουν δηλαδή, ωστόσο δεν εξηγούνται από ή οφείλονται σε οργανικά η παθολογικά αίτια. Οι ψυχοσωματικές διαταραχές στα παιδιά, χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη ή συνύπαρξη πολλών παραγόντων, όπως για παράδειγμα εξελικτικών, βιολογικών,ψυχολογικών, οικογενειακών και κοινωνικών. Εξελικτικοί παράγοντες θεωρούνται οι μεταβατικές περίοδοι στη ζωή του παιδιού, παραδείγματος χάριν η μετάβαση από την παιδική στην εφηβική ηλικία ή από τη μία βαθμίδα εκπαίδευσης στην άλλη. Οι βιολογικοί παράγοντες περιλαμβάνουν την βιολογική/γενετική προδιάθεση ενός παιδιού (π.χ. υπερευαισθησία οργάνων), που κάτω από ψυχοπιεστικές καταστάσεις μπορεί να προκαλέσουν την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Παραδείγματα παθήσεων που θεωρούνται αποτέλεσμα της επίδρασης των ψυχοπιεστικών παραγόντων στο βιολογικά ευαίσθητο υπόστρωμα, είναι το άσθμα, το έκζεμα, το πεπτικό έλκος και η νεανική ρευματοειδής αρθρίτιδα. Οι ψυχολογικοί παράγοντες αναφέρονται στις ιδιοσυγκρασιακές ευαισθησίες του παιδιού και στην προηγούμενη ύπαρξη, συνύπαρξη ή απουσία αγχωδών διαταραχών, όπως για παράδειγμα του άγχους του αποχωρισμού. Οι κοινωνικοί παράγοντες, αφορούν στις κοινωνικές και επικοινωνιακές δεξιότητες και εμπειρίες του παιδιού (δυσκολίες προσαρμογής ή δημιουργίας φιλικών σχέσεων, σχολικός εκφοβισμός) και οι οικογενειακοί παράγοντες αναφέρονται στην ποιότητα της οικογενειακής λειτουργίας, την επικοινωνία ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας και την ικανότητα εκτόνωσης συγκρούσεων και επίλυσης προβλημάτων (Τσιάντης & Ξυπολυτά-Ζαχαριάδη,2007).

Πολλές φορές, τα παιδιά επειδή δεν είναι σε θέση να εκφράσουν λεκτικά τα συναισθήματα, τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς τους, τα σωματοποιούν και τα εξωτερικεύουν ως ψυχοσωματικά συμπτώματα. Με άλλα λόγια, τα συμπτώματα εμφανίζονται ως αντίδραση ή ως αποτέλεσμα της προσπάθειας τους να προσαρμοστούν στις εκάστοτε εσωτερικές ή περιβαλλοντικές ψυχοπιεστικές καταστάσεις. Για παράδειγμα, ένα παιδί που αποκτά αδερφάκι είναι πολύ πιθανό να νιώσει ζήλεια, απειλή και αβεβαιότητα για την αποκλειστικότητα της προσοχής από τη μητέρα του. Ή ένα άλλο παιδί, που βιώνει το διαζύγιο των γονιών του, είναι αναμενόμενο να νιώθει φόβο, ενοχές ή ανασφάλεια για την αγάπη των γονιών του. Οι πολυάριθμες αλλαγές που συνεπάγονται με τον ερχομό ενός νέου παιδιού στην οικογένεια ή με ένα διαζύγιο, είναι δύσκολο να γίνουν αποδεκτές από τα μικρά παιδιά, με αποτέλεσμα να βιώνουν αρνητικά συναισθήματα και άγχος. Στην προσπάθεια τους να καταπολεμήσουν αυτή τη δυσφορία που αισθάνονται και να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα, καταπνίγουν τα συναισθήματα τους. Ωστόσο το στρες που προκαλείται, έρχεται στην επιφάνεια πλέον ως σωματικά συμπτώματα.
Μια λειτουργία των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων, είναι επειδή εξυπηρετούν ένα σκοπό. Για παράδειγμα, με σκοπό ένα παιδί να αποφύγει αγχογόνες καταστάσεις (π.χ. σχολική αποτυχία, επικριτικοί εκπαιδευτικοί, σχολικός εκφοβισμός, άγχος αποχωρισμού),παρουσιάζει σωματικά συμπτώματα για να παραμένει μακριά από τους ψυχοπιεστικούς παράγοντες της καθημερινότητας που του προκαλούν στρες. Ένας άλλος λόγος για την εμφάνιση των συμπτωμάτων, είναι η λήψη προσοχής από τους γονείς.

 Ένα παιδί,  στο φάσμα όλης του της ανάπτυξης, αναμένεται να περάσει από διάφορα εξελικτικά στάδια, τα οποία χαρακτηρίζονται από πολυεπίπεδες αλλαγές (στον ψυχολογικό, γνωστικό, γλωσσικό και κοινωνικό τομέα). Αυτές οι αλλαγές, φέρνουν το παιδί αντιμέτωπο με καινούργια δεδομένα και άγνωστες καταστάσεις, συνεπώς, είναι φυσιολογικό ένα παιδί να αισθανθεί φόβο, άγχος και ανασφάλεια. Το αν ένας παράγοντας θεωρηθεί ως ψυχοπιεστικός και κατ΄επέκταση μπορέσει να προκαλέσει ψυχοσωματικά συμπτώματα, εξαρτάται από το ατομικό ιστορικό του κάθε παιδιού, τους τρόπους αντιμετώπισης προβλημάτων και τους μηχανισμούς άμυνας που χρησιμοποιεί. Το κάθε παιδί είναι διαφορετικό, αντιδρά με τον δικό του τρόπο στο στρες και χρειάζεται διαφορετικές μεθόδους στήριξης. Αν όμως, παρατηρήσετε αυξημένη συχνότητα και σοβαρότητα των παραπόνων που εκφράζουν τα παιδιά μπορείτε να κινηθείτε με βάση τα εξής βήματα:

1) Αρχικά, μην αγνοήσετε τα συμπτώματα του παιδιού. Υπάρχουν. Δώστε σημασία και δείξτε ενδιαφέρον να το ακούσετε.

2)    Παρατηρήστε πόσο συχνά εμφανίζεται το σύμπτωμα. Έπειτα προγραμματίστε μια επίσκεψη στον παιδίατρο για ενδελεχή εξέταση. Εφόσον διαπιστωθεί πως τα σωματικά συμπτώματα δεν προκαλούνται από οργανικές διαταραχές, δώστε έμφαση στις περιβαλλοντικές συνθήκες κάτω από τις οποίες το παιδί παρουσιάζει τα συμπτώματα (σε ποιο/α πλαίσιο/α, τι προηγήθηκε, τι ακολούθησε).

3) Δείξτε κατανόηση για τη συμπεριφορά του. Αφού σας εξηγήσει ή εντοπίσετε από μόνοι σας τους λόγους πίσω από τα συμπτώματα, βοηθήστε το σταδιακά να ελέγξει τα αρνητικά συναισθήματα που νιώθει, όπως για παράδειγμα τη ζήλεια, το θυμό και το άγχος. Δώστε περισσότερη έμφαση στο να κατανοήσετε τι δημιούργησε τα συμπτώματα του παιδιού παρά στην πυροσβεστική αντιμετώπιση των συμπτωμάτων. Μέσα από συζήτηση, βοηθάτε το παιδί να εκφραστεί με λόγια, ή αν είναι πολύ μικρό μέσα από το παιχνίδι. Δηλώστε διαθέσιμοι.

4) Σε περίπτωση που τα συμπτώματα δεν υποχωρήσουν, μπορείτε να απευθυνθείτε σε κάποιον ειδικό (ψυχολόγο), ο οποίος θα καθοδηγήσει και θα στηρίξει εσάς και το παιδί στην αντιμετώπιση των δυσκολιών που βιώνει το παιδί και του άγχους που προκαλείται ως αποτέλεσμα αυτών, μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο.

*Σχολική Ψυχολόγος




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










2535