ΤΟΥ ΜΑΡΙΝΟΥ ΒΟΥΚΗ*
Ως γνωστόν, το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ στις ΗΠΑ το οποίο ιδρύθηκε το 1636 (Harvard University, 2018) από το αποικιακό νομοθετικό σώμα, έλαβε το όνομα του από τον Άγγλο στην καταγωγή πάστορα John Harvard, ο οποίος πεθαίνοντας στην ηλικία των 30 χρόνων, δώρισε τη μισή του περιουσία και την προσωπική του βιβλιοθήκη στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Στην αρχή, το πανεπιστήμιο επικεντρώθηκε στην εκπαίδευση νεαρών ανδρών για την εκκλησία και κέρδισε την υποστήριξη των αποικιοκρατών. Στα μετέπειτα χρόνια, η έρευνα αναπτύχθηκε στον απόλυτο βαθμό.
Επίσης, στη διδασκαλία χρησιμοποιήθηκε ευρέως το μοντέλο της μελέτης περιπτώσεων (case studies) που ανακαλύφθηκε από το Γάλλο Pierre Guillaume Frédéric le Play το 1829, μέσω του οποίου, οι φοιτητές έχουν την ευκαιρία να εφαρμόσουν τη διδακτέα θεωρία, σε μια υποτιθέμενη πραγματική περίπτωση προβλήματος (Healy, 1947). Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται σήμερα ευρέως ανά το παγκόσμιο, κυρίως στις σχολές Διοίκησης. Μέχρι και σήμερα, το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, θεωρείται ως ένα από τα κορυφαία πανεπιστήμια παγκοσμίως σε πολλούς τομείς.
Αξίζει να σημειωθεί, πως από το 2003 που εκδίδονται οι πιο ευρέως γνωστές κατατάξεις των κορυφαίων πανεπιστημίων παγκόσμια (το QS World University Rankings, το Academic Ranking of World Universities και το Times Higher Education World University Rankings) το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ σχεδόν πάντα αναδεικνύεται πρώτο στις σχετικές κατατάξεις λόγω και της ποιοτικής εκπαιδευτικής εμπειρίας που παρέχει στους φοιτητές, ανοίγοντας τους δρόμους με ευκαιρίες αμέσως μετά την αποφοίτηση τους. Στη δήλωση αποστολής του, το εν λόγω Πανεπιστήμιο, αναφέρει πως στοχεύει «να εκπαιδεύσει ηγέτες που θα κάνουν τη διαφορά στον κόσμο». Αυτή ακριβώς η επικέντρωση του στη διαρκή βελτίωση της κοινωνίας, το έχει οδηγήσει να πρωτοπορεί και να συγκαταλέγεται ως ένα από τα κορυφαία Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ) ανά τον κόσμο στην πλήρη ενσωμάτωση της Αειφόρου Ανάπτυξης (ΑΑ) σε όλους τους πυλώνες του. Οι απόφοιτοι από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ ζητάνε και αναμένουν πλέον από το πανεπιστήμιο τους να εμπλέκεται ενεργά σε δράσεις σχετικές με την ΑΑ και να οδηγεί την κοινωνία σε ένα βιώσιμο μέλλον.
Διάφορες έρευνες (Ryan, 2012), (Sterling, 2011), (Tilbury, 2011) έχουν συνδέσει την ποιότητα στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΕ) με την Εκπαίδευση για την Αειφόρο Ανάπτυξη (ΕΑΑ) δηλαδή την εκπαίδευση η οποία προωθεί τη δημιουργία ενός βιώσιμου μέλλοντος μέσα από το τρίπτυχο: Κοινωνία-Περιβάλλον-Οικονομία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, δημιουργήθηκε και λειτούργησε μεταξύ του 2010-2012 μια κοινοπραξία από πέντε ΑΕΙ, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το κράτος και το εθνικό κέντρο ελέγχου της ποιότητας στην ΑΕ με σκοπό να εισαχθεί η έννοια της ΑΑ ως κριτήριο ποιότητας των ΑΕΙ. Η ποιότητα στην ΑΕ και η ΕΑΑ έχουν ενδιαφέρον κοινό έδαφος αφού η ΕΑΑ καθοδηγείται από εκπαιδευτικές αρχές που συνεχώς εξελίσσονται και που θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από διαφορετικές θεματικές περιοχές.
Ως σχετικά νέα τάση, η ΕΑΑ βασίζεται σε προηγούμενες εκπαιδευτικές θεωρίες και πρακτικές όπως η συμμετοχική μάθηση, η συστημική σκέψη και η ολιστική εκπαίδευση, που επιδιώκουν να ενσωματώσουν τις παιδαγωγικές τους με την προσέγγιση στις κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανησυχίες, όπως αντικατοπτρίζονται από την παγκόσμια τάση για ΑΑ. Για να συνδεθεί η ποιότητα στην ΑΕ με την ΕΑΑ θα πρέπει να αναγνωριστεί αυτό το κοινό έδαφος, ότι και οι δύο αυτές περιοχές βασίζονται και επιδιώκουν να ενσωματώσουν το καλύτερο της εκπαιδευτικής σκέψης, ενώ, παράλληλα, ανταποκρίνονται στις κοινωνικές ανησυχίες. Τόσο η ποιότητα όσο και η ΕΑΑ επικεντρώνονται σε τρόπους που οι εκπαιδευτικές και κοινωνικές προτεραιότητες μπορούν να ενσωματωθούν στο πρόγραμμα σπουδών με τον πιο αποδοτικό τρόπο. Παρόλο που μεταξύ τους έχουν πολύ διαφορετικές ρίζες και σφαίρες λειτουργίας και οι δύο ανησυχούν για το σκοπό της εκπαίδευσης, διακρίνοντας την ανάγκη να κατανοήσουν τρέχουσες τροχιές και να εξασφαλίσουν ότι ο πυρήνας του ήθους, θα αντανακλάται στο πρόγραμμα σπουδών των ακαδημαϊκών προγραμμάτων.
Επιπρόσθετα και οι δύο ανησυχούν για τη φύση της μάθησης, καθοδηγούμενες από το υφιστάμενο σώμα ακαδημαϊκών στις εκπαιδευτικές πρακτικές και στην παιδαγωγική. Τέλος και οι δύο ανησυχούν για την αξία της μάθησης και τονίζουν τη σημασία και τη χρησιμότητα του περιεχομένου των μαθημάτων για τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τους εκπαιδευόμενους και την κοινωνία.
Τα ΑΕΙ, έχουν ευθύνη να επηρεάζουν θετικά την κοινωνία στην οποία ανήκουν για να εκπληρώνουν την αποστολή τους και να διαφυλάσσουν το μέλλον των επόμενων γενεών, παραδίδοντας ένα κόσμο σε ίση ή καλύτερη κατάσταση από ότι η παρούσα γενιά τον παρέλαβε. Ως ζωντανά εργαστήρια μέσα στην κοινωνία και το περιβάλλον στα οποία ανήκουν και επηρεάζουν, τα ΑΕΙ οφείλουν να ανταποκρίνονται είτε σε μεγάλο είτε σε μικρό βαθμό στην ευθύνη να προβαίνουν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για στροφή προς την ΑΑ, πρώτα από όλα εντός της ίδιας τους της κοινότητας και προς την ευρύτερη κοινωνία.
Ο Αμερικανός Anthony Cortese, ένας πρώιμος ηγέτης στη δημιουργία ευαισθησίας σχετικά με την ΕΑΑ, σε ένα σύγγραμμα του με τίτλο «Ο ρόλος της ΑΕ στην επίτευξη μιας αειφόρου κοινωνίας» (Cortese, 1992) υποστηρίζει ότι τα ΑΕΙ φέρουν μια βαθιά, ηθική ευθύνη για την αύξηση της ευαισθητοποίησης, της γνώσης, των δεξιοτήτων και των αξιών που απαιτούνται για τη δημιουργία ενός δίκαιου και βιώσιμου μέλλοντος. Τα ΑΕΙ έχουν την ευθύνη να μεταλαμπαδεύσουν στην κοινωνία πως οι ηγέτες των οργανισμών θα πρέπει να εγκαταλείψουν οποιαδήποτε μυωπική προσέγγιση για επίτευξη οικονομικού κέρδους με οποιοδήποτε άλλο κόστος και να αναγνωρίσουν ότι οι οργανισμοί είναι, εξ ολοκλήρου, θυγατρικοί της κοινωνίας και η κοινωνία είναι μια πλήρως ελεγχόμενη θυγατρική του περιβάλλοντος.
Η Σχολή Μοριακής Ιατρικής Κύπρου (ΣΜΙΚ), η μεταπτυχιακή σχολή του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου (ΙΝΓΚ), αντιλαμβανόμενη πλήρως τις ευθύνες της για προσφορά στην κοινωνία, δημιουργώντας τη νέα γενιά επιστημόνων στον τομέα των βιοϊατρικών επιστημών, από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της έχει προβεί σε μια σειρά από ενέργειες για να διασφαλίσει πως οι απόφοιτοι της, θα αποκτούν τόσο τις απαραίτητες θεωρητικές γνώσεις (συμπεριλαμβανομένης της Βιοηθικής) όσο και τις πρακτικές δεξιότητες ώστε να είναι πλήρως έτοιμοι για εργοδότηση και ενεργή προσφορά στον οργανισμό στον οποίο θα προσληφθούν προς όφελος του οργανισμού και της κοινωνίας. Μερικά παραδείγματα αναφέρονται παρακάτω:
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω και όχι μόνο, απόφοιτοι της ΣΜΙΚ κατέκτησαν διδακτορικές και μεταδιδακτορικές θέσεις σε μερικά από τα πιο αξιόλογα εκπαιδευτικά και ερευνητικά Ιδρύματα του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων και των κορυφαίων της Αγγλίας, Oxford Genomics Centre – Wellcome Centre for Human Genetics, Oxford University, Imperial College London, UCL, King’s College London καθώς και στο A*Star Agency for Science, Technology and Research της Σιγκαπούρης.
Ο στόχος της ΣΜΙΚ είναι να συνεχίσει να εκπληρώνει το καθήκον της προς την κοινωνία στην οποία ανήκει, βελτιώνοντας την ποιότητα στην παρεχόμενη εκπαιδευτική εμπειρία των φοιτητών και εξοπλίζοντας τους με τα απαραίτητα εφόδια για να διαπρέπουν στην επαγγελματική τους πορεία και να προσφέρουν στην κοινωνία.
Η ΣΜΙΚ θα δέχεται, κατά την περίοδο Φεβρουάριος-Μάιος 2019, ηλεκτρονικές αιτήσεις για περιορισμένο αριθμό θέσεων για τα μεταπτυχιακά της προγράμματα Μάστερ και Διδακτορικό που θα αρχίζουν το Σεπτέμβριο 2019. Οι σχετικές πληροφορίες θα αναρτηθούν στην ιστοσελίδα της σχολής www.cing.ac.cy/csmm. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν επίσης να λάβουν πληροφορίες διευθετώντας συνάντηση με το διοικητικό ή/και ακαδημαϊκό προσωπικό της Σχολής τηλεφωνώντας στο 22-392840.
*Προϊστάμενος Γραφείου Εκπαίδευσης
Σχολή Μοριακής Ιατρικής Κύπρου
Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου