Πεδίο Θρησκευτικά Μέσης: Δείκτες επιτυχίας και Δείκτες Επάρκειας


ΤHΣ ΛΙΑΝΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*

 Στην εισήγηση που ακολουθεί, επιχειρείται η παρουσίαση της αξίας της μεταγνώσης ως προϋπόθεσης εφαρμογής των Δεικτών Επάρκειας και Επιτυχίας στο Μάθημα των Θρησκευτικών. Πρόκειται για την εφαρμογή στη βάση της δομής B.D.A.Lesson Structure που θα αναλυθεί μέσα από δομές ακολουθίας αποτελέσματος του μετασχηματισμού δύο Πυρηνικών Εννοιώνπου εισηγούμαι για το Πεδίο,από την Προδημοτική Εκπαίδευση ως το Λύκειο[1]

Με βάση την ιδεολογική προσέγγιση της λογικοκρατίας των συστημάτων (rational system approach), το σχολείο ως Κοινωνικό Σύστημα (Barham 1996)[2] λειτουργεί όπως όλοι οι οικονομικοί οργανισμοί. Σε αυτό, όπως και στους οργανισμούς, διακρίνονται τα εισερχόμενα (inputs), η διαδικασία μετασχηματισμού των εισερχομένων (transformationprocess) και το εξαγόμενο αποτέλεσμα (outputs). Τα εισερχόμενα τοποθετούνται στην ίδια αξιολογική βαθμίδα δεδομένων, προς επεξεργασία: το ανθρώπινο δυναμικό, οι πρώτες ύλες και τα αρχικά κόστη. Οι εισροές μετασχηματίζονται μέσα από μια συγκεκριμένη και καλά οργανωμένη διαδικασία,την εκπαιδευτική πολιτική στην περίπτωση των σχολείων, με ένα και μόνο στόχο: το εξαγόμενο επιτυχές «αποτέλεσμα»προϊόντων(products) μεταξύ των οποίων ισότιμα ο μαθητής και υπηρεσίες (services).[3]

Κοντά σε αυτά, ο κλασικόςτων Αναλυτικών ΠρογραμμάτωνMichaelW. Apple,παρουσιάζει στο πολύ οικείο για το χώρο των ειδικών των Αναλυτικών Προγραμμάτων εγχειρίδιό του,μια παραδοχή: πως, πλειάδα θεωρητικών της εκπαίδευσης όπως κοινωνιολόγοι, οικονομολόγοι και ιστορικοί, έχουν ένα ιδιόμορφοεκ των έξω τρόπο θέασης των σχολείων.Παρομοιάζουν- κατά τον Apple- το θεσμό της εκπαίδευσηςσαν ένα «μαύρο κουτί». Έπειτα, σταθμίζουν μαθηματικάτηνπαροχή γνώσεων ως τη «βάση  δεδομένων»του κουτιού (inputs)- προτού οι μαθητές μπουν στο σχολείο. Με τον ίδιο απρόσωπο τρόποκαι αψηφώντας τη διαδικασία,μετρούν την ανάλογα απρόσωπη «απόδοση» (outputs). Εν κατακλείδι, επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Το τι συμβαίνει πραγματικά μέσα στο μαύρο κουτί, το τι και το πώς αυτό διδάσκεται, η συγκεκριμένη εμπειρία παιδιών και δασκάλων, είναι μη σημαντικό».[4]

Αντίθετα, στο χώρο των Αναλυτικών Προγραμμάτων, η βαρύτητα αφορά καθαρά στη μαθησιακή διαδικασία. Πρόκειται για μια διαδικασία παραγοντοποίησηςτης συνοχής(ως συνέχειας)[5]της σπειροειδούς διάχυσης της Αξιόλογης Γνώσης και του αποτελέσματος, τουαναστοχασμούτης συνοχής αποτελέσματος διαδικασίας -ως Μεταγνώση–και, τέλος,της αξιολόγησηςτης ίδιας της Μεταγνώσης(Vacca&Vacca 2005).[6]

Η διελκυστίνδα της Αξιόλογης Γνώσης, φαίνεταινα διελκύειστο ένα άκρο την απαίτηση(ικανής)λογοδοσίαςαποτελέσματος (Νούτσος 1983)[7]του εκπαιδευτικού της τάξης και στο άλλο άκρο της, τηλογοδοσίαστις απαιτήσεις του ίδιου του Εκπαιδευτικού Συστήματος. Στόχος της επίπονης προσπάθειας είναι η αποφυγήτης όποιας ανεπίσημης εφαρμογής Αναλυτικού Παραπρογράμματος από μέρος της ομάδας των εκπαιδευτικών. Θεωρείταιπολύ εύκολο το να παρεισφρήσει στη μαθησιακή διαδικασία ένα «άτυπο»Παραπρόγραμμα (ανεπίσημο δηλαδή και κατά το δοκούν -και εύρος- του κάθε εκπαιδευτικού Αναλυτικό). Κι αυτό, γιατί σε μια σχολική τάξη,ο απόλυτος «κύριος» στην πλειοψηφία των Εκπαιδευτικών Συστημάτων,είναι ο εκπαιδευτικός. Παραδοχή αποτελεί και το ότιο τελευταίος- καταρτισμένος ή ανεπαρκής για κάθε διακριτό Πεδίο αντικειμένου- μοιράζεται δυστυχώς τον ίδιο ψυχολογικό χώρο(με όλες τις προεκτάσεις του ό,τι νοείται ή συνεπάγεται αυτός «οχώρος») σε όλα ανεξαίρετα  τα Εκπαιδευτικά Συστήματα. Ποιος λοιπόν δύναται νομότυπα να ελέγξει την ποιότητα της μαθησιακής διαδικασίας;

Τίποτα δεν τίθεται τυχαία, ασπόνδυλα χωρίς τις ιδεολογικές, φιλοσοφικές ( το Μεγαεπίπεδο δόμησης των Αναλυτικών Προγραμμάτων δηλαδή) και τις παιδαγωγικές και πραγματολογικές προϋποθέσεις του (ως ανάγκες της κοινωνίας).Για την Κουτσελίνη[8]: «Το Αναλυτικό Πρόγραμμα εκφράζει τη δυναμική της εποχής του και είναι κατ’ εξοχήν ιδεολογικό, πολιτικό και κοινωνιολογικό κείμενο».

Οι Δείκτες Επάρκειας και Επιτυχίας αποτελούν το μέτρο, το όριο και το μέσο διασφάλισης της όσο το δυνατό βέλτιστης– και δυνάμει ισότιμα κατανεμημένης σε όλα τα πεδία ορισμού-μαθησιακής διαδικασίας στο χώρο των Αναλυτικών Προγραμμάτων.

Όλα όσα έχω προαναφέρει, αφορούν στο Γενικό μέρος (το Μακροεπίπεδο των Αναλυτικών Προγραμμμάτων). Ερχόμενη στο Ειδικό, το διακριτό Πεδίο- (όπου διακριτό Πεδίο το Θρησκευτικό Μάθημα σε Μικροεπίπεδο Αναλυτικών Προγραμμάτων) έχω ανασκοπήσει ερευνητικά τη Φυσιογνωμία της Υφής του Μαθήματος των Θρησκευτικών κατά την τρέχουσα εβδομηκονταετία στο Κυπριακό Εκπαιδευτικό Σύστημα,ως Μάθημα Ιδεολογίας. Ως μάχιμη Πεδίου στο χώρο Αναδόμησης των Αναλυτικών Προγραμμάτων από την άλλη, θεωρώ απαραίτητη προϋπόθεση επιτυχίας για τη συγγραφή των Δεικτών στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο, τη σπειροειδή διάταξη (B.D.A.) ενιαίας φιλοσοφικής υποδομής κατάθεσης θεολογικών Πυρηνικών Εννοιών από την Προδημοτική Εκπαίδευση ως και την Τρίτη Λυκείου, στη βάση των δύο Πυρηνικών Εννοιών (Π.Ε.) που εισηγούμαι ως ακολούθως:

Π.Ε.1 «Εικόνα Θεού», ο κάθε άνθρωπος. Σε κάθε εποχή, θρησκεία πολιτισμό, ο άνθρωπος είναι προικισμένος από τον Τριαδικό Θεό με τα πνευματικά δώρα της εσωτερικής ελευθερίας, της λογικής, των συναισθημάτων, της δημιουργικότητας, του συνειδησιακού ελέγχου, της ικανότητας επικοινωνίας. Ισόκυρος θεολογικός όρος, το Πρόσωπο (PG 35,945C καιPG150,1081C)

Π.Ε.2 «Ολοκληρωμένος Άνθρωπος» (PG150548BC) ο Ψυχοσωματικός άνθρωπος. Πρότυπο ο σαρκωμένος Θεάνθρωπος ως καταλύτης θανάτου. Συλλειτουργία Ψυχής, βιολογικού σώματος, περιβάλλοντος (υλικού και πνευματικού).

Οι δύο Πυρηνικές Έννοιες (Π.Ε.) που συστηματοποιώ, υποστηρίζω πως μπορούν είναι διδακτές με εξαίρετα αποτελέσματα και στα τρία επίπεδα της εκπαίδευσης, αφού ληφθεί πρώτα υπόψη από τον ειδικό στην αναδόμηση του Αναλυτικού, η Αρχή της Διαφοροποίησης των Νοητικών και των Συναισθηματικών Σταδίων των μαθητών, που έλκει τα άλλα δύο Στάδια: το Γνωσιολογικό-μαθησιακό και το Μεταγνωστικό.[9]

Όσον δε αφορά στη συγγραφή των Δεικτών Επάρκειας και Επιτυχίας, προϋποτίθεται:

  • Επιστημονικά μετρήσιμος σχεδιασμός στην προοργάνωσητης  επιλογής του προτεινόμενου  υλικού με άξονα σχεδιασμού τη βάση B.D.A.(Vacca&Vacca 2005) από την Προδημοτική ως το Λύκειο.
  • Έλεγχος της πληρότητας των Κριτηρίων (Κ1.= θεολογική ορθότητα περιεχομένου Κ2.= Κριτήριο αναγνωσιμότητας στην υπηρεσία του κάθε νοητικού σταδίου των μαθητών, Κ3.παιδαγωγικό Κριτήριο Διαφοροποίησης) του υπό επεξεργασία υλικού.
  • Εφαρμοσιμότηταπροστιθέμενης Αξίας Περιεχομένου του υλικού σε συνάρτηση με το Σκοπό του Μαθήματοςστην υπηρεσία του Μεγαεπιπέδου (Ιδεολογία, Θέσμια) του Κυπριακού Εκπαιδευτικού Συστήματος.
  • Προϋποτίθεται ακόμη, όπως οι εκπαιδευτικοί εξοικειωθούν με τη σημασία της φιλοσοφίαςτου Αναδομητισμούστο σχεδιασμό των Δεικτών και την προοοργάνωσητου αντίστοιχου θεματικού περιεχομένου που θα διδάξουν, κατόπιν επιστημονικού (σταθμισμένου) ανακαθορισμού των Κριτηρίων που εισηγούμαι.
  • Απαραίτητη προϋπόθεση θεωρώ την εξοικείωση όχι μόνο με το στοιχείο της Αξιόλογης Γνώσηςαλλά και της αξιολόγησής της. Λογοδοσία στο τι ακριβώς αξιολογώ, απαντώντας στο καίριο ερώτημα: Ποιον τύπο μαθητή προάγω για την τοπική [10] και τη διεθνή κοινωνία, στη σχέση του με το συνάνθρωπο, τον κοσμοπολιτισμό και το Θεό.

*Αναλυτικά Προγράμματα και Διδασκαλία. Επιστημονική Συνεργάτης στην Ομάδα Εργασίας Αναδόμησης Δεικτών Επιτυχίας και Επάρκειας για το Λύκειο


[1]Ματσούκας, Ν. (1988). Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄. Θεσσαλονίκη: Πουρναράς

[2]Barham, E.(1996). Central controlof the curriculum and teacher involvement in curriculum change. Journal of Curriculum and Supervision, 12(1), 29-36.

[3] Hoy,W.K.&Miskel, C.G. (2013)9.Educational Administration. N.Y.: McGraw- Hill, pp.38-39

[4]Apple, M. (2004)3Ideology and Curriculum.N.Y.:  Columbia University Press, p.p.59

[5]Αναφέρομαιστοσχήμα B.D.A. Lesson Structure. B (Βefore) +D (During) +A (After).Τι ακριβώς γνωρίζουν οι μαθητές για το συγκεκριμένο θέμα από πριν ως προϋπάρχουσα γνώση + τι μαθαίνουν και προσθέτουν στο αρχικό οικοδόμημα  κατά τη διάρκεια της μαθησιακής διαδικασίας + τι από όλα αυτά θα αφομοιώσουν στο τέλος της συγκεκριμένης διαδικασίας. Πρόκειται για μια σπείρα, αφού σε ένα δεύτερο γνωσιολογικά εξελικτικό στάδιο, το (Α) η μεταγνώση δηλαδή, θα μετασχηματιστεί σε (Β) προϋπάρχουσα, με στόχο την παραγωγή της εξελικτικά αντίστοιχης Αξιόλογης Γνώσης. 

[6]Vacca, R. &Vacca J. (2005).Content Area Reading.N.Y.:Pearson, p.p. 28-40

[7]Νούτσος, Χ.(1983). Διδακτικοί στόχοι και Αναλυτικό Πρόγραμμα. Κριτική μιας σύγχρονης παιδαγωγικής ιδεολογίας. Δωδώνη: Αθήνα, σελ 68

[8]Κουτσελίνη, Μ. (2001). Ανάπτυξη Προγραμμάτων- Θεωρία-Έρευνα-Πράξη. Λευκωσία: Lythrodondas Press.

[9]Παράδειγμα: στην Προδημοτική Εκπαίδευση μπορούν να αποτελέσουν εξαίρετοδιδακτικό εργαλείο δια της προσομοίωσης σε πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή (η αναμενόμενη λειτουργία της εικόνας) και στη Δευτέρα Τάξη Δημοτικού η εικονική πραγματικότητα να εξελιχθούν σε παιγνίδι σύνθεσης του όλου και του ελλείποντος μέρους (παζλ) καλλιεργώντας και μία από τις δεξιότητες ανάπτυξης της Κριτικής Σκέψης: «Σύνθεση του μέρους και του όλου».

[10]Koutselini, M. (1997).Curriculum as political text: the case of Cyprus (1935- 1990), History of Education, 26(4), pp.395-407




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










445