Ποίηση και παραποίηση


ΤΟΥ ΜΑΡΙΝΟΥ ΠΟΥΡΓΟΥΡΗ*  

«Οι χειρότεροι αναγνώστες», γράφει σ' έναν από τους αφορισμούς του στο Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο (1878) ο Friedrich Nietzsche, «είναι εκείνοι, που κάνουν σαν να ήταν στρατιώτες στη στιγμή της λεηλασίας: αρπάζουν ό,τι μπορεί να τους χρειασθεί, βρωμίζουν και ανακατεύουν τα υπόλοιπα και βεβηλώνουν το όλον». Ο αφορισμός αυτός απεδείχθη προφητικός αφού οι πρώτοι επιμελητές του έργου του, η αδελφή του Elisabeth και ο σύζυγος της Bernhard Förster, διαστρέβλωσαν τα γραπτά του για να προωθήσουν τη δική τους αντισημιτική ιδεολογία, παρόλο που ο Nietzsche είχε ταχθεί ξεκάθαρα ενάντια στις αντισημιτικές θέσεις της εποχής.

Σε πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα Το Βήμα («Η πίσσα της Ευρώπης», 01.03.2014), ο Χάρης Βλαβιανός επιχειρεί να παρουσιάσει το έργο του Οδυσσέα Ελύτη ως ξενοφοβικό, σοβινιστικό, ρατσιστικό και ακροδεξιό. Ευτυχώς, γράφει, που δεν διαβάζουν οι «εθνικιστές, ελληνομανείς, ξενοφοβικοί και συνωμοσιολόγοι» γιατί αν διάβαζαν θα ανακάλυπταν ότι οι απόψεις του ποιητή—και μάλιστα του κύρους ενός «νομπελίστα»—ταυτίζονται με τις δικές τους. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να παραλληλίσει τις θέσεις του Ελύτη με εκείνες των ναζί στις αρχές της δεκαετίας του 1930, θυμίζοντάς μας ότι προέτρεπαν τους γερμανούς φοιτητές να «ρίξουν στην πυρά» τα βιβλία εβραίων συγγραφέων. Αναγάγει επίσης τον Ελύτη σε υπέρμαχο της Ορθοδοξίας, ψέγει τη στάση του απέναντι στη «θλιβερή υπόθεση του Μακεδονικού», παραλληλίζει τις απόψεις του με εκείνες του Μητροπολίτη Πειραιώς και υποστηρίζει ότι πρόθεση του ποιητή ήταν να πολεμήσει τον καθολικισμό και τον προτεσταντισμό και να «ρίξει στην πυρά» (και πάλι ο Ελύτης συσχετίζεται με τον ναζισμό) φιλοσόφους όπως ο Καρτέσιος, ο Καντ και ο Μαρξ.

Όλα αυτά τα επαίσχυντα τα συμπεραίνει κανείς, σύμφωνα με τον κ. Βλαβιανό, όταν διαβάσει το εξής απόσπασμα από Τα Δημόσια και τα ιδιωτικά του Ελύτη: «Περιμένω τον καλλιτέχνη—που όσο περνάν τα χρόνια τόσο λιγότερες πιθανότητες υπάρχουν ν' αναφανεί—τον ικανό να στήσει, αποστραγγίζοντας όλο το απόθεμα του θυμικού μας, το "μνημείο στον άγνωστο ιδιώτη". Οπως ως τώρα εστήσαμε σε κάθε γωνιά του τόπου μας κάποιο μνημείο στον "άγνωστο στρατιώτη". Θα πρέπει να βγαίνει από την κυανή και λευκή Μεγάλη του Γένους Σχολή και ν' αντανακλά όλο φως πάνω στην πίσσα της Ευρώπης που θάβουμε σήμερα εν όψει μιας άλλης που μοιάζει να γεννιέται. Χωρίς διάκριση. Πάνω στους μέλανες δρυμούς, στα τέρατα της Chartres και του Duomo, τους Καρτέσιους και τους Καλβίνους, τους Καντ και τους Μαρξ, τον Πάπα—Θεός σχωρέσει τους».

Είναι εντυπωσιακό το μέγεθος και το εύρος της παρανόησης και του μηχανισμού σκέψης που οδήγησε τον κ. Βλαβιανό να συσχετίσει το κείμενο του Ελύτη με τον ναζισμό, τον ρατσισμό και τη ξενοφοβία. Εξάλλου, ο Ελύτης δεν είναι ο πρώτος ευρωπαίος διανοούμενος ο οποίος τοποθετείται αρνητικά  απέναντι στον «υδροκέφαλο» ευρωπαϊκό πολιτισμό, από την Αναγέννηση ως τα τέλη του 19ου αιώνα. Πολύ πιο αιχμηρή και βίαιη είναι η κριτική των περισσότερων μοντερνιστών και κυρίως των ντανταϊστών και σουρεαλιστών. Ο Albert Camus, που επίσης επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον Ελύτη, για τα ίδια ακριβώς αρχιτεκτονικά τέρατα μιλάει όταν συγκρίνει τη Μεσόγειο (βλ. Αλγερία) με τη Βόρεια Ευρώπη· ασφαλώς όχι προς επιβεβαίωση οποιασδήποτε εθνικής «ανωτερότητας» των Αλγερινών. Αυτή την «πίσσα της Ευρώπης» κατέκριναν και κατακρίνουν πολλοί διανοούμενοι από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα μέχρι σήμερα: από τον Franz Fanon μέχρι και τον Edward Said, οι οποίοι εξηγούν πως η ιδέα της υπεροχής του ευρωπαϊκού πολιτισμού θεμελιώθηκε πάνω στο ιδεολόγημα του «υποδεέστερου νέγρου» και του «οκνηρού Ανατολίτη». Παρεμπιπτόντως, και ο άλλος Έλληνας νομπελίστας, ο Γ. Σεφέρης, διαολόστειλε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό όταν έγραφε το '42 (για ευνόητους νομίζω λόγους) ότι «δεν έχουμε να σώσουμε τίποτα από αυτόν τον πολιτισμό, ας πάει καλλιά του....»

Ο κ. Βλαβιανός ενέταξε τον Ελύτη στους ρατσιστές, τους ξενοφοβικούς και τους ακροδεξιούς αλλά δεν φαίνεται να γύρισε τη σελίδα—πέντε μόλις παραγράφους πιο κάτω από το απόσπασμα που παραθέτει—στο σημείο όπου ο Ελύτης γράφει ότι παραμένει «ένας ιδιώτης απαρηγόρητος, που δεν καταφέρνει να ανήκει πουθενά». Αφήνω στην άκρη τη θεωρία των αναλογιών (για να μην μπούμε στα δύσκολα) η οποία θα φώτιζε τη σύνθετη και πολυεπίπεδη σχέση μεταξύ γεωγραφίας, γλώσσας και παράδοσης, όπως την αντιλαμβανόταν ο Ελύτης.

Το συμπέρασμα του κ. Βλαβιανού—το μόνο σημείο στο κείμενό του που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο—είναι το εξής: «η ιδιαιτερότητα δοκιμάζεται, κρίνεται και ελέγχεται ως προς την αντοχή και την ουσία της μόνο όταν συνδιαλέγεται γόνιμα με την ετερότητα». Όσοι όμως γνωρίζουν καλά το έργο του Ελύτη θα υποστήριζαν ότι αυτή ακριβώς η ιδιαιτερότητα είναι που το χαρακτηρίζει: ότι δηλαδή καταφέρνει να αναδείξει το οικουμενικό και το πανανθρώπινο μέσα από την επιμονή και την προσήλωση στο τοπικό στοιχείο. Η παρανάγνωση του Ελύτη από τον κ. Βλαβιανό σχετίζεται με την μανιχαϊστική και απλοϊκή αντίληψη που υποθέτει ότι το να αγαπά κανείς τον τόπο του, το να γράφει κανείς για την πατρίδα, την παράδοση και για τον εθνικό πολιτισμό σήμερα—ιδιαίτερα σε αντιδιαστολή με τη Δύση—παραπέμπει αυτόματα στον ρατσισμό και τη ξενοφοβία. Με αυτή την λογική, η οποία πάσχει από έλλειψη σοβαρότητας, ποιητές όπως ο Federico García Lorca, ο Naguib Mahfouz ή ο Mahmoud Darwish θα έπρεπε να διαγραφούν από τον «προοδευτικό» σύγχρονο αναγνώστη γιατί εξαίρουν τον ισπανικό, τον αιγυπτιακό και τον παλαιστινιακό εθνικισμό αντίστοιχα. Γιατί ακριβώς και η δικιά τους θέση θεμελιώνεται επάνω στη κριτική που εξαπολύουν απέναντι σε εκείνες τις ηγεμονικές δυνάμεις που τοποθετούν την ποίησή τους, τον εθνικό τους πολιτισμό, την παράδοση αλλά και την ιδιωτική τους ταυτότητα στο περιθώριο του δυτικού πολιτισμού.

Είναι πραγματικά άξιον απορίας: εάν ένας ποιητής που συνδιαλέγεται τόσο έντονα με τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό, που το δοκιμιακό του έργο βρίσκεται σε διαλογική σχέση με μερικές από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, που παραπέμπει (με θαυμασμό) σε μεγάλα λογοτεχνικά έργα άλλων πολιτισμών, που έχει μεταφράσει Rimbaud, Lautréamont, Éluard, Ungaretti, Lorca, και Mayakovsky, είναι περιχαρακωμένος «σ' έναν κόσμο κλειστό», τότε αναρωτιέμαι τι σόι κόσμο οραματίζεται ο κ. Βλαβιανός; Και πώς μπορούν να χωρέσουν σε αυτόν τον κόσμο ένας Walt Whitman, ένας Ezra Pound ή ένας Fernando Pessoa. Υποψιάζομαι όμως ότι ο εθνικισμός στην Ελλάδα μιλάει μόνο ελληνικά και παραμένει αμετάφραστος.

*Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών

Πανεπιστήμιο Κύπρου




Share on Facebook


Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











187