Προβληματισμοί στις Μορφές Σύγχρονης Τέχνης της Κύπρου. Συνέδριο στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας


Ο  Ελληνοκυπριακός πολιτισμός, σε όλες του τις εκφράσεις, οφείλει να διεκδικήσει μια ισότιμη  θέση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, να μετάσχει στο παιγνίδι δυναμικά  και όχι περιθωριακά. Η Κύπρος να προβάλλει το πολιτισμικό της πρόσωπο όχι σαν τουριστικό προϊόν, όπως γίνεται συνεχώς, αλλά σαν όπλο και σαν απαίτηση. Με γνώση και παιδεία, να απαλλαγούν οι νέοι από τα άκρα, που είναι από τη μία ο «κυπροκεντρισμός» και από την άλλη η «κυπροαπώθηση», να θεραπευθούν από το σύνδρομο του υιοθετημένου παιδιού, που δεν γνωρίζει τις ρίζες του, με δύο λόγια του παιδιού που δεν πιστεύει στον εαυτό του.

Αυτή ήταν μία από τα πολλές εκτιμήσεις  που διατυπώθηκαν  στο συνέδριο με θέμα : «Προβληματισμοί στις Μορφές Σύγχρονης Τέχνης της Κύπρου», που διοργανώθηκε  από το Πανεπιστήμιο  Λευκωσίας και στο οποίο μίλησαν εκπρόσωποι από τα περισσότερα φάσματα  της  Τέχνης.

«Ο Ευρωπαϊκός κόσμος αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή κοινά προβλήματα όσον αφορά την υποστήριξη των τεχνών από τα κεντρικά διοικητικά συστήματα. Η κρατική υποστήριξη μειώνεται, οι προϋπολογισμοί κόβονται κάθε τόσο, η κρατική πολιτιστική πολιτική περιορίζεται σε πασαλείμματα με άμεσο ορίζοντα ανταλλαγμάτων αντί να προσβλέπει στη μακροπρόθεσμη ωφέλεια από την προβολή των αξιών της μέσα από τον πολιτισμό», τόνισε  ο ζωγράφος και εικαστικός Δημήτρης Αληθεινός, υποδεικνύοντας ορισμένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυπριακή τέχνη, όπως :

Το φαινόμενο της εξόδου των Κυπρίων σπουδαστών Τέχνης σε άλλες χώρες αρχικά στην Αγγλία ( ιδιαίτερα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης), κι έπειτα στην Ελλάδα. Η επακόλουθη  χρήση (μετά το τέλος των σπουδών) των αγγλοσαξονικών προτύπων στην κυπριακή πραγματικότητα. « Την υπηρετούν; Την επηρεάζουν ή μήπως την διαμορφώνουν σε βάρος της ιστορικής πολιτισμικής της συνέχειας;» διερωτήθηκε. Η έλλειψη αυτόνομων Σχολών  Καλών Τεχνών, η απουσία μαθημάτων σύγχρονης κυπριακής τέχνης,  μιας διδασκαλίας δηλαδή  που να βασίζεται   στην μόρφωση και διαμόρφωση καλλιτεχνών που σε ελάχιστο βάθος χρόνου να μπορέσουν να διεκδικήσουν  την ισότιμη θέση της κυπριακής σύγχρονης τέχνης  στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Η έλλειψη μουσείων σύγχρονης τέχνης (και εδώ επίσης ως σημεία αναφοράς, διδασκαλίας και σύνδεσης του παρελθόντος με το σήμερα – τόσο το κυπριακό όσο και το διεθνές σήμερα ). Η θέση του σύγχρονου πολιτισμού της Κύπρου στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. «Είναι –όπως θα έπρεπε– ισότιμη ή αντιμετωπίζεται ως περιφερειακή;», διερωτήθηκε.

«Όταν οι νέοι υποψήφιοι ζωγράφοι και γλύπτες (μιλάω για αυτούς που ξέρω καλύτερα) φύγουν από την Κύπρο, για να μη πούμε ότι δεν γνωρίζουν τίποτα ή σχεδόν τίποτα για τέχνη. Μαθαίνουν πώς θα φτιάξουν ένα ντοσιέ στα μέτρα της σχολής που θέλουν να παρακολουθήσουν, όμως δεν έχουν ιδέα από την ιστορία της κυπριακής ή ευρωπαϊκής τέχνης μιας και το σύστημα παιδείας όχι μόνο δεν περιλαμβάνει καλλιτεχνικά σχολεία, αλλά περιορίζει  κάθε χρόνο τις ώρες των  καλλιτεχνικών μαθημάτων», εκτίμησε, εκφράζοντας την άποψη πως  «αν τα παιδιά αυτά έφευγαν (γιατί οι ποιητές πρέπει πάντα να φεύγουν, να ταξιδεύουν) εφοδιασμένα όμως με  τις απαραίτητες γνώσεις, τη σωστή καλλιτεχνική κατάρτιση, την επαφή με τον αρχαίο και σύγχρονο πολιτισμό τους (από το γυμνάσιο και το λύκειο), θα είχαν  ένα σημαντικό εφόδιο σύγκρισης, το οποίο θα μετέτρεπε τις σπουδές στο εξωτερικό σε πλούτο, σε πάντρεμα  των διαφορετικών απόψεων κι όχι σε άκριτη αποδοχή κι εντέλει, υποταγή». Ο ομιλητής, εκτίμησε πως μετά το τέλος των σπουδών τα παιδιά αυτά, οι αυριανοί κάθε φορά καλλιτέχνες, επιστρέφουν στην Κύπρο σε έναν τόπο που τώρα είναι ακόμα πιο άγνωστος από εκείνον που άφησαν φεύγοντας. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, η προσαρμογή είναι από δύσκολη έως αδύνατη. Γνωρίζουν ελάχιστα για να μην ότι  δεν γνωρίζουν τίποτα  για τον πολιτισμό τους, ακούνε ονόματα σημαντικών Κυπρίων καλλιτεχνών έκπληκτοι,  και – στην  καλύτερη περίπτωση – υποθέτουν  ότι κάπου υπάρχει μια ελληνοκυπριακή σύγχρονη τέχνη, η οποία όμως είναι ελάσσονος σημασίας σε σχέση με αυτό που είδαν και διδάχτηκαν στην αλλοδαπή».

Ο κ. Αληθεινός, ολοκλήρωσε  προτείνοντας  οι Σχολές Καλών Τεχνών  στην Κύπρο να  είναι επανδρωμένες  με ικανούς, οραματιστές δασκάλους και όχι μόνιμους δημόσιους υπάλληλους, φίλους πολιτικών ή άλλων παραγόντων. Τόνισε πως  με εντατική δουλειά, αφοσίωση και πρόγραμμα θα άλλαζε άρδην το σύγχρονο πολιτιστικό πρόσωπο της Κύπρου, δίνοντάς  την θέση, -την ισότιμη θέση- που της αναλογεί στο πολιτιστικό γίγνεσθαι της Ευρώπης. «Κι αν κάποιος σκεφτεί ότι αυτή είναι μια υπεραισιόδοξη, ίσως ουτοπική σκέψη, θα του απαντούσα  ότι σε κάθε περίπτωση  είναι προτιμότερη από την ήδη υπάρχουσα κατάσταση», κατέληξε.

Μίλησαν επίσης οι Εύη Τσελίκα, Επίκουρη Καθηγήτρια, Συντονίστρια Προγράμματος Καλών Τεχνών, Αναστάσιος Χαμάλης, Ποιητής, Αθηνά Κάσιου, Σκηνοθέτης, Χρήστος Πέτρου, Μουσικός και Λία Χαράκη, Χορογράφος.

Ακολούθησαν ερωτήσεις και τοποθετήσεις από τους παρευρισκόμενους.

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










137