Προς ένα νέο σύστημα διορισμού…


ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΚΟΥΤΣΕΛΙΝΗ*  

Ο λόγος για την εκπαίδευση και ιδιαίτερα για το Σύστημα διορισμού πρέπει να είναι διαλεκτικός και όχι δογματικός, με έμφαση σε εκείνα που μπορούν να τεκμηριωθούν μέσα από ερευνητικά δεδομένα και τις ανάγκες του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι θετικό το γεγονός ότι το Υπουργείο έδωσε «προσχέδιο» προς συζήτηση και ότι διοργανώνονται συζητήσεις για το περιεχόμενό του.

Θεωρώ ότι είναι ξεκάθαρο  τι συζητούμε σήμερα, το πώς δηλαδή θα καταλήξουμε σε ένα καλύτερο από το σημερινό σύστημα διορισμού στην εκπαίδευση. Γιατί το ότι το υφιστάμενο σύστημα είναι αναχρονιστικό μάς το είπαν και το έγραψαν εμπειρογνώμονες εντός και εκτός Κύπρου, το βρήκαμε μπροστά μας και στις δύο εκθέσεις αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού μας συστήματος και θα το ξαναβρίσκουμε σε κάθε αξιολόγηση.

Ας πάμε πίσω χρονικά και ας θυμηθούμε ότι το σύστημα εγκαθιδρύθηκε όταν και διότι υπήρχε μεγαλύτερη ζήτηση από την προσφορά.  Έπρεπε δηλαδή να πάρουν σειρά διορισμού οι υποψήφιοι, για να αποφευχθεί η ευνοιοκρατία των συνεντεύξεων.Ποτέ, όμως, και κανένας δεν περίμενε χρόνια για να διοριστεί. Τώρα τα πράγματα αντιστράφηκαν, η προσφορά είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση. Φτάσαμε αισίως τις 40000 περίπου πτυχιούχους που βρίσκονται σε αναμονή.

Τι γίνεται αλλού;

Εξαρτάται από το εκπαιδευτικό σύστημα. Για παράδειγμα, στις Κάτω Χώρες, τα σχολεία εφαρμόζουν τις δικές τους διαδικασίε,ς όσον αφορά την πρόσληψη του προσωπικού, όπως και σε άλλες χώρες με μη συγκεντρωτικό σύστημα.

Στην Ελλάδα, όμως, την Ισπανία , τη Γαλλία , τη Μάλτα , το Λιχτενστάιν, την Τουρκία , το Λουξεμβούργο και την Ιταλία οργανώνονται διαγωνισμοί για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών, όπως μας πληροφορεί η πολύ εμπεριστατωμένη μελέτη του δικτύου Ευρυδίκη.

Η εξέταση συνήθως αποτελείται από τρεις φάσεις : α) μια φάση εξέτασης των συγκεκριμένων γνώσεων για τον τομέα της ειδικότητας και  την επάρκεια για τη διδασκαλία, β) μια δεύτερη φάση με μοριοδοτήσεις προσόντων, ιδιαίτερα του εκπαιδευτικού υποβάθρου και της προϋπηρεσίας και μια γ) φάση η οποία είναι μια δοκιμαστική περίοδος κατά την οποία οι επιλεγέντες/επιλεγείσες υποψήφιοι/ες θα πρέπει να αποδείξουν την ικανότητά τους για τη διδασκαλία.

Έχουν λεχθεί πολλά υπέρ και εναντίον των εξετάσεων:

Τα επιχειρήματα υπέρ:

-   Δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να γίνει με εξετάσεις, μόνο, η επιλογή των καλύτερων.

Μπορεί, όμως, η εξέταση να κρατήσει τους χειρότερους, έξω από την εκπαίδευση (Loeb et al. 2007)

-   Η γνώση του περιεχομένου ενός κλάδου, σύμφωνα με την εκπαιδευτική έρευνα επηρεάζει σημαντικά την αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών. Ακόμη έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει σημαντική σχέσημεταξύ της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού και των τριών Ειδών γνώσης, της Γνώσης περιεχομένου, της Γενικής Παιδαγωγικής Γνώσης και της Ειδικής παιδαγωγικής γνώσης για τη διδασκαλίας ενός μαθήματος ( Shulman, 2013). Επιπρόσθετα το επίπεδο κατοχής δεξιοτήτων από τον/ την εκπαιδευτικό φάνηκε να επηρεάζει τα αποτελέσματα των μαθητών (Έκθεση Ευρυδίκης, σ. 16)

-   Ας μην ξεχνούμε ακόμη ότι δεν υπάρχει πάντα σαφής αντιστοιχία ανάμεσα στο περιεχόμενο των σπουδών και τις απαιτήσεις του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, άρα η εξέταση δεν υποβαθμίζει το πτυχίο του πανεπιστημίου αλλά δίνει τις ευκαιρίες για συγκέντρωση στα θέματα που αφορούν τη διδακτική πράξη.

- Όταν η εξέταση δεν είναι απλή εξέταση γνώσεων και αποστήθισης, μπορεί να βοηθήσει τον εκπαιδευτικό να κατανοήσει καλύτερα το ρόλο του και να αυξήσει τις δεξιότητες αντιμετώπισης καταστάσεων.

Επιχειρήματα εναντίον

-   «Η υπόθεση ότι η αποτελεσματική διδασκαλία μπορεί να εξασφαλιστεί με απομονωμένες δεξιότητες οι οποίες μπορούν να μετρηθούν μέσα από τεστ πολλαπλής επιλογής, ή μέσα από λίστες ελέγχου, ή μέσα από προτάσεις, αγνοεί την πολυπλοκότητα και τον συγκειμενικό χαρακτήρα της διδασκαλίας» (Larsen et al. 2005, στην  Έκθεση Ευρυδίκη σ. 7)

-   Οι εξετάσεις δεν μπορούν να κρίνουν την αφοσίωση, τις ηγετικές ικανότητες, την ευαισθησία, τις ικανότητες αναστοχασμού, τις επικοινωνιακές δεξιότητες και την κοινωνική ευαισθησία του εκπαιδευτικού. Αυτό, βέβαια, ούτε ο διορισμός από την Επετηρίδα το εξασφαλίζει.

-  Δεν υπάρχουν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία ότι τα τεστ διακρίνουν τους εκπαιδευτικούς με τα περισσότερα προσόντα από τους λιγότερο προσοντούχους

(Committee on Assessment and Teacher Quality 2000, cited in Larsen et al. 2005: 8).

-  Η μετα-ανάλυση από τους D’ Agostino & Powers (2008) έδειξε ότι η αποτελεσματικότητα συσχετίζεται θετικά περισσότερο με τους βαθμούς του πανεπιστημίου από την επίδοση σε μια απλή εξέταση.

-          Υπάρχει πάντα η πιθανή παρενέργεια για τους εκπαιδευτικούς να εστιάσουν την επιμόρφωσή τους μόνο στις απαιτήσεις της εξέτασης και κατά συνέπεια την ίδια πρακτική να ακολουθήσουν και τα προγράμματα των πανεπιστημίων.

Ποια είναι τα θετικά δεδομένα  στο προτεινόμενο σχέδιοτου ΥΠΠ

-  Η απόφαση και πολιτική βούληση για άνοιγμα του κλειστού έτους       

-  Η πολιτική βούληση για αναδιαμόρφωση του σημερινού συστήματος

-  Η παράλληλη λειτουργία για μια μεταβατική περίοδο και του Καταλόγου και των επιτυχόντων σε εξετάσεις, ούτως ώστε να μη θυματοποιηθούν οι υποψήφιοι που μετά από  μακροχρόνια αναμονή έφθασαν προ του διορισμού.

-  Η μοριοδότηση απόκτησης τυπικών προσόντων παιδαγωγικής κατάρτισης, η ενδυνάμωση της βαρύτητας της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας, η μοριοδότηση για τη θητεία στο στρατό, η ενδυνάμωση του ρόλου απόκτησης προσόντων μέσα από διαδικασίες δια βίου μάθησης

Ποια είναι τα αρνητικά ή καλύτερα αυτά που πρέπει να τύχουν διαπραγμάτευσης και ποιες οι πιθανές προτάσεις:

•  Η μη εξασφάλιση και η έλλειψη προνοιών για τους συμβασιούχους, αντικαταστάτες και όσους έχουν από τη μέση εκπαίδευση προϋπηρεσιακή κατάρτιση. Η Ελλάδα έχει δώσει προνομιακή θέση σε αυτές τις κατηγορίες μέσα από ξεχωριστό κατάλογο. Το ίδιο μπορεί να γίνει και στην Κύπρο. Όμως είναι ουτοπικό να λέμε ότι, μέχρι να διοριστούν, δεν μπορεί να γίνονται εξετάσεις, ας είναι και για ένα 10%. Όσο αδιανόητο είναι όσοι εργάστηκαν με σύμβαση και όσοι πέρασαν με τη διαδικασία της προϋπηρεσιακής  να μένουν αδιόριστοι, άλλο τόσο φαίνεται άνισο να περιμένει κάποιος που τελειώνει σήμερα 20-25 χρόνια για να υπηρετήσει.

•   Το ότι η προϋπηρεσιακή φεύγει από το ΥΠΠ- με κίνδυνο να γίνει εμπόρευμα σε πανεπιστήμια και φροντιστήρια

•  Το γεγονός ότι μοριοδοτούνται περισσότερα στοιχεία από όσα χρειάζονται- εδώ χρειάζεται σοβαρή και υπεύθυνη διαπραγμάτευση- και έχουν ακουστεί και γραφτεί πολλά τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη, όπως ο βαθμός του πτυχίου, για παράδειγμα, ο οποίος συσχετίζεται θετικά με την αποτελεσματικότητα

•  Το γεγονός επίσης ότι τα επιπρόσθετα προσόντα διαβίου εκπαίδευσης δεν παρέχονται ή τουλάχιστον δεν αντισταθμίζονται από προσόντα που μπορεί να αποκτήσει κάποιος μέσα από διαδικασίες και πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει το ΥΠΠ και το παιδαγωγικό Ινστιτούτο σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια

•  Το ότι μάλλον εκ παραδρομής αναφέρεται σε έτος απόκτησης αντί κατάθεσης πτυχίου

•   Το ότι δεν εξασφαλίζει ότι η προϋπηρεσιακή θα συνεχίσει και για εκείνους που επιτυγχάνουν σε εξετάσεις.

•  Το γεγονός ότι δεν έχει γίνει διαπραγμάτευση για ένα σύστημα εξέτασης που θα εξασφαλίζει ότι οι εκπαιδευτικοί δεν θα γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης σε φροντιστήρια εκπαιδευτικών για να περάσουν τις εξετάσεις, και άρα δεν προνοεί για προγράμματα προετοιμασίας από το ίδιο το ΥΠΠ για την εξέταση

  • Η πρόνοια για πενταετές συμβόλαιο, η οποία παρέχει ανασφαλές εργασιακό περιβάλλον, σε ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο χώρο και αντιφάσκει με την πρόνοια για μοριοδότηση της πείρας

Καμιά αλλαγή τελικά δεν είναι εύκολη. Χρειάζεται ειλικρινής διαπραγμάτευση,  τεκμηριωμένος και όχι πεισματικός λόγος, και συμμετοχικές διαδικασίες διαβούλευσης.

Ας τον αναπτύξουμε λοιπόν. 

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










121