ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΠΟΥΜΠΟΥΡΗ*
Αν αξίζει να συζητηθεί κάτι από αυτή τη μεταρρύθμιση, αυτό είναι η εισαγωγή εξετάσεων. Ήμουν πάντοτε υπέρ των εξετάσεων για διευκρίνιση της αξιοκρατίας, όπως όλοι μας προσβλέπουμε στη δημοκρατία για τα διλήμματα μας. Ξέρω όμως ότι οι εξετάσεις μπορεί υπό προϋποθέσεις να μην εξυπηρετήσουν το σκοπό τους, αλλά να περιοριστούν στη μικρότητα των εξεταστών ή να αναδείξουν ημέτερους ή ακόμα να βοηθήσουν φίλους των θεματοθετών ή διορθωτών. Θέλω όμως οπωσδήποτε να εφαρμοσθεί ο θεσμός της εξέτασης. Για να είναι όμως γενικά αποδεκτός και αδιάβλητος, δεν μπορεί να εξετάζονται θέματα που σε κάποια πτυχία δεν υπάρχουν, δεν μπορεί να εξετάζονται θέματα, για τα οποία υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των επιστημόνων. Η εξέταση δεν είναι βήμα συζητήσεων. Πρέπει να ρωτά θέματα με ευκρινή τα όρια σωστού και λάθους. Δεν μπορεί να περιέχει τους προβληματισμούς και τα ενδότερα της νόησης και του ψυχισμού των εξεταστών. Είχαμε άρθρα πανεπιστημιακών με αφορμή το εξεταστικό δοκίμιο των Νέων Ελληνικών με χαρακτηριστικές εξωτερικεύσεις ενατενίσεων τους περί εξέτασης που αποδείχθηκαν άστοχες και φρούδες.
Ξεκάθαρα. Η κοινή συνισταμένη όλων των εγκεκριμένων στους καταλόγους της ΕΕΥ πτυχίων είναι το γνωστικό αντικείμενο διδασκαλίας. Το τί θα διδαχθεί και όχι το πώς. Μόνο η δυνητικά προς διδασκαλίαν ύλη μέχρι το ύψιστο επίπεδο μαζί με τις γνώσεις που την περιβάλλουν και την στοιχειοθετούν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αδιάβλητης εξέτασης. Είναι δυνατόν μόνο με αυτή την ύλη να γίνει ασφαλής διάκριση μεταξύ των υποψηφίων; Ασφαλέστατα. Για όλους ανεξαιρέτως. Για τις ξένες γλώσσες μέχρι το επίπεδο Γ2. Για τους δασκάλους πάνω σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα που καλούνται να διδάξουν με βάση το πτυχίο τους. Για τους δασκάλους, όπως επίσης και τους νηπιαγωγούς και εκπαιδευτικούς ειδικής εκπαίδευσης σε θέματα εκ των ων ουκ άνευ από τον πυρήνα του πτυχίου τους, π.χ. Εξελικτική Ψυχολογία, Ιστορία της Εκπαίδευσης, Διαταραχές Μάθησης κ.ά. με αποκρυσταλλωμένες γνώσεις και μη επιδεχόμενα διαφορετικών αναλύσεων.
Η Μεθοδολογία Διδασκαλίας και οι Παιδαγωγικές Μέθοδοι να μην εξετάζονται; Ναι, σ’ αυτή την εξέταση να μην εξετάζονται για κανένα επίπεδο της εκπαίδευσης. Ευκαιρία γι’ αυτά υπάρχει στο στάδιο της Προϋπηρεσιακής που σε άλλες χώρες είναι διετής, και λειτουργεί, όπως λειτουργούσε παλιά η Παιδαγωγική Ακαδημία, ως αποκλειστικά εντεταλμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα από την πολιτεία. Η εισδοχή δεν αποτελεί πράξη του διορίζοντος οργάνου, αλλά χωρίς επιτυχή φοίτηση δεν μπορεί μετά να γίνει διορισμός. Σε μια τέτοια προϋπηρεσιακή κατάρτιση διευκρινίζονται θέματα Μεθοδολογίας και Παιδαγωγικής υπό το φως των παραδοσιακών, των νεότερων και των επίκαιρων και υπό δοκιμασία θεωριών και με εφαρμογή στις συγκεκριμένες συνθήκες.
Σε άλλες χώρες και για συγκεκριμένα επαγγέλματα αναπτύσσονται τεστ, εφ’ άπαξ εφαρμοζόμενα, για διαπίστωση της καταλληλότητας ενός ατόμου για το επιδιωκόμενο επάγγελμα. Αυτά, όπως και ψυχοδυναμικά τεστ για το επάγγελμα του εκπαιδευτικού θα έδιναν κάποια αμυδρή πρόγνωση. Όμως προς το παρόν δεν μπορούμε να πείσουμε την κοινωνία ότι θα είμαστε αντικειμενικοί, αν τα εισαγάγουμε, ούτε ακόμα έχουμε δυνατότητα διαφύλαξης του περιεχομένου του τεστ από προαλειφόμενους να το διδάξουν, ούτε επίσης είμαστε σε θέση να εκπονούμε τεστ διαφορετικού περιεχομένου κάθε φορά διεξαγωγής εξέτασης.
Εξετάσεις όμως επί της ύλης που θα κληθεί να διδάξει ο εκπαιδευτικός, ο λαός, ως άμεσα ενδιαφερόμενος υπό τη γονεϊκή και την εργοδοτική ιδιότητα, έχει κάθε δικαίωμα να τρίξει τα δόντια και να τις επιβάλει νομοθετικά διά των αντιπροσώπων του. Είναι δυνατόν οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί να αρνηθούν να αποδείξουν ότι κατέχουν την ύλη; Είναι δυνατόν έστω και ένας πολίτης να στηρίξει μια τέτοια άρνηση;
Η διδασκόμενη ύλη είναι η μόνη που προσφέρει αδιαμφισβήτητα όρια σωστού-λάθους διαχρονικά, καθώς επίσης και αυξομείωση του βαθμού δυσκολίας. Με εξετάσεις πάνω στα Παιδαγωγικά, θα υπάρξει μια αμφισβήτηση χειρότερη από την περίπτωση του εξεταστικού δοκιμίου των Νέων Ελληνικών, αλλά και μέγα εμπόριο και παραεμπόριο πάνω σε υποκειμενικές και εφήμερες διατυπώσεις συγκεκριμένων βεντετών που παράγει ένα σύστημα που ελέγχει την εκπαίδευση τα τελευταία 20 χρόνια, την έφερε σε σημείο που το ίδιο σύστημα την χαρακτηρίζει έκτροπη και επιμένειαλαζονικά και κατά το δοκούν να χειραγωγεί την κυβέρνηση.
Θα είναι αδιάβλητες οι εξετάσεις πάνω στη διδασκόμενη ύλη; Δεν θα υπάρχει και εδώ ευνοιοκρατία; Αν ειλικρινά θέλουμε να την αποφύγουμε, αποφεύγεται.
Το αδιάβλητο μπορεί να κατοχυρωθεί με τη θεσμοθέτηση συγκριτικής αναθεώρησης, με τον ενιστάμενο να δικαιούται να ζητήσει αναθεώρηση του δικού του και οποιουδήποτε άλλου γραπτού, ορίζοντας και παρατηρητή της εμπιστοσύνης του στην επιτροπή αναθεώρησης. Ο παρατηρητής του θα μπορεί να έχει ακώλυτη πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία που θα επεξεργάζεται η επιτροπή αναθεώρησης και δικαίωμα να τα δημοσιεύσει ή να τα αξιοποιήσει δικαστικά, εάν η επιτροπή αναθεώρησης δεν ικανοποιήσει τον ενιστάμενο.
Μέσα από ένα τέτοιο σύστημα αποκάλυψης της αλήθειας, θα είναι πολύ πιο δύσκολη κάθε απόπειρα ευνοιοκρατίας, αλλά και θα αποκαλυφθούν, πέρα από τα κακόβουλα, ακόμα και ανθρώπινα λάθη που πλαστογραφούν την αξία και ταλαιπωρούν τα παιδιά όλων, ακόμα και τα παιδιά του ιδίου χρώματος με τους ημέτερους και ευνοημένους.
Και ας μην επαίρονται με ισχυρισμούς περί πρώτων των πρώτων, διότι η διδακτική πράξη είναι πολύ διαφορετική από την εισαγωγική εξέταση, για όσους σπούδασαν δάσκαλοι μετά από εξετάσεις. Είναι δε διαχρονική η επίσημη διαπίστωση για ελλείμματα των δασκάλων στα γνωστικά αντικείμενα, έναντι των ελλειμμάτων των καθηγητών στα παιδαγωγικά. Μαζί με ανδραγαθήματα εμφανίζουν και οι μεν και οι δε σημεία και τέρατα στη διδακτική τους πράξη. Ας μην ανοίξω και αυτό το κεφάλαιο. Μπορούν όμως οι δάσκαλοι να επιδιώξουν μοριοδότηση του αποτελέσματος των εισαγωγικών εξετάσεων, όπου αυτό δεν ισχύει των ενιαίων εξετάσεων, για όλους. Να εξαιρέσουν όμως τον εαυτό τους από εξέταση όπως περιγράφεται εδώ, αυτό είναι στα όρια της αποθράσυνσης.
Ανακεφαλαιώνω και διευκρινίζω: Με βάση την κατ’ αρχήν αποδοχή από την ΕΕΥ ενός πτυχίου για διδασκαλία γνωστικού αντικειμένου, ο υποψήφιος αιτείται και παρακάθηται σε εξέταση επί του συγκεκριμένου γνωστικού αντικειμένου. Αριθμός επιτυχόντων με βάση τις ανάγκες εισάγεται σε Προπαρασκευαστικές Σπουδές (σύμφωνα με δική μου έρευνα σε άλλες χώρες αυτό διαρκεί δύο χρόνια, αλλά ας κάνουν καλύτερη έρευνα οι αρμόδιοι) σε adhocπανεπιστημιακό τμήμα ή ίδρυμα που θα συστήσει η κυβέρνηση. Εδώ, και με κατά τεκμήριο καλούς γνώστες της διδασκόμενης ύλης θα γίνει διεξοδική διδασκαλία και εμβάθυνση στα Παιδαγωγικά και στη Μεθοδολογία, ίσως και σε άλλα συναφή για τις χαμηλές βαθμίδες της εκπαίδευσης θέματα, πάντοτε κατά τα ευρωπαϊκά ή ανάλογα πρότυπα. Όσοι περατώσουν με επιτυχία τις σπουδές αυτές, αποκτούν το προσόν του εκπαιδευτικού για δημόσια σχολεία. Αυτό το προσόν δεν μπορεί να υποκατασταθεί από προσόν άλλου πανεπιστημίου. Αυτό δεν είναι επινόηση δική μου. Είναι θέμα εσωτερικής τάξης και προάσπισης της ταυτότητας του πληθυσμού μιας χώρας. Γιαυτό και οι ισχυροί της ΕΕ άφησαν την εκπαίδευση στο εθνικό και δεν την μετέφεραν στο κοινοτικό κεκτημένο. Με εξαιρετικό πτυχίο και με την απαιτούμενη γνώση της γλώσσας είναι χίλιες φορές πιο εύκολο να προσληφθούμε σε πανεπιστήμιο ξένης χώρας. Οι διαδικασίες για τις χαμηλότερες βαθμίδες εκεί είναι πολύ δύσβατες έως και άβατες για ξένους.
Μέχρι σήμερα είχαμε το σύστημα πρόσληψης που μας άξιζε. Ό,τι καινούριο αποφασισθεί, πάλι θα είναι αυτό που μας αξίζει. Μένει να δούμε πόσο πιο ψηλά ή χαμηλά, κυβέρνηση και βουλή θα εκτιμήσουν τώρα την αξία μας.
*Εκπαιδευτικός