Σημερινές προκλήσεις- αυpιανές προοπτικές: Εκπαίδευση για την ειρήνη στην Κύπρο του σήμερα


ΤΗΣ ΠΕΤΡΟΥΛΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ*

Για κάθε άτομο ανά τον κόσμο ο όρος «εκπαίδευση για την ειρήνη» νοηματοδοτείται και εκφράζεται διαφορετικά. Γενικά, η «εκπαίδευση για την ειρήνη» μπορεί να περιγραφεί ως μια μορφή διδασκαλίας που καλλιεργεί στους ανθρώπους την επιθυμία για ειρήνη και τους μαθαίνει πώς να διαχειρίζονται τις συγκρούσεις με ειρηνικό τρόπο. Τους εφοδιάζει με τις ικανότητες για κριτική ανάλυση των βαθύτερων αιτιών της βίας, ώστε να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη στο μέλλον.

Ο πιο σημαντικός στόχος της εκπαίδευσης για την ειρήνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία είναι η ανάπτυξη σε κάθε άτομο των διεθνών αξιών και τύπων συμπεριφοράς, στα οποία βασίζεται η ειρηνική κουλτούρα. Είναι δυνατόν να προσδιοριστούν, ακόμα και σε διαφορετικά κοινωνικο - πολιτισμικά περιβάλλοντα, αξίες οι οποίες μπορούν να αναγνωριστούν διεθνώς.  Μέσω της εκπαίδευσης για την ειρήνη μπορεί να αναπτυχθεί η δυνατότητα εξομάλυνσης της σύγκρουσης χωρίς τη χρήση βίας. Επομένως, χρειάζεται να προωθηθεί η ειρήνη που να πηγάζει εσωτερικά στο άτομο, ώστε οι άνθρωποι να αναπτύξουν την ικανότητα της ανοχής, της συμπόνιας και της φροντίδας (Unesco, 2008) σε ατομικό, ομαδικό και εθνικό επίπεδο.

Με τη μεγάλη εισροή μεταναστευτικών πληθυσμών, η κυπριακή εκπαίδευση βρέθηκε αντιμέτωπη με την τεράστια πρόκληση να διαχειριστεί την υποδοχή, τη φιλοξενία και εκπαίδευση– προσωρινή ή μόνιμη – σημαντικού αριθμού μεταναστών και προσφύγων. Μια κοινωνία που η ίδια βίωσε τον πόλεμο, βρίσκεται σε συνεχιζόμενη κατοχή και βιώνει το προσφυγικό τραύμα.  Η απώλεια της δυνατότητας, όμως, να βλέπει κανείς τα πράγματα στις σύνθετες διαστάσεις τους απειλεί με σοβαρές συνέπειες όχι μόνο τους πρόσφυγες που είναι άνθρωποι βαθύτατα τραυματισμένοι αλλά και την κοινωνία μας ολόκληρη. Είναι καιρός, λοιπόν, να διαχειριστούμε το τραύμα αυτό, σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο σεβασμού της μνήμης του πρόσφυγα, σε μια προσπάθεια καλλιέργειας κουλτούρας ειρήνης. Στην προσπάθεια αυτή, η ιδέα του «κοινού πόνου» και της «κοινής τρωτότητας» μας με όλους τους άλλους, μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια ανανεωμένη εκπαιδευτική πολιτική που αναγνωρίζει τον πόνο και την απώλεια του πρόσφυγα, ακόμη και στον Άλλο.

Αρκετές φορές οι πρωτοβουλίες για ειρήνη και συμφιλίωση έχουν να αντιμετωπίσουν την εμπειρία των προσφύγων η οποία φέρει αρνητικά συναισθήματα, όπως τη θλίψη, το φόβο, την ανησυχία, την πίκρα και τη διαδικασία του να νιώθει κανείς ευάλωτος και αβοήθητος. Στο εθνικό επίπεδο περιλαμβάνονται οι πολιτικές που δρουν ως πηγές θύμησης για όλους τους Κύπριους. Στην ελληνοκυπριακή κοινότητα συγκεκριμένα, μετά το 1974 έχει δημιουργηθεί μια ισχυρή εκστρατεία με τον τίτλο «Δεν Ξεχνώ και Αγωνίζομαι», που έχει ως στόχο την καλλιέργεια της μνήμης των κατεχόμενων εδαφών. Ο όρος «Δεν ξεχνώ και Αγωνίζομαι» ή όπως έχει μετέπειτα καθιερωθεί να ονομάζεται «Γνωρίζω, Δεν ξεχνώ, Διεκδικώ» αναφέρεται στον εκπαιδευτικό στόχο του ελληνοκυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος που τέθηκε μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και αποτελεί υπό έμφαση στόχο κάθε σχολική χρονιά.  Οι γνωστικοί στόχοι στα πλαίσια αυτά, αφορούν τις γνώσεις και τη μνήμη, ενώ οι συναισθηματικοί συνδέονται με τον αγώνα για επιστροφή. Η γνώση και η ενθύμηση θεωρούνται σημαντικές οδοί που βοηθούν τη νέα γενιά (μετά το 1974) να αποκτήσει αγωνιστικότητα για διεκδίκηση των κατεχόμενων περιοχών της πατρίδας. Αν και στην πορεία των χρόνων, το περιεχόμενο του «Δεν Ξεχνώ» άλλαξε έτσι ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των νέων γενεών, η αναγκαιότητα επαναπροσδιορισμού του προκύπτει μεγάλη. Μια αναδιαμόρφωση με στόχο τον εμπλουτισμό και την ανανέωση του στόχου η οποία θα δημιουργεί ανοίγματα για την ειρήνη στην Κύπρο, δίνοντας χώρο και επιδεικνύοντας σεβασμό στο τραύμα όλων των Κυπρίων προσφύγων και όλων των προσφύγων του κόσμου θεωρείται πολύ σημαντική. «Ο στόχος του “Δεν Ξεχνώ” όπως υλοποιείται εδώ και χρόνια για την καλλιέργεια μνήμης έχει αποδυναμωθεί, επικεντρώνεται επιφανειακά και απροσδιόριστα σε ένα βραχυπρόθεσμο συναισθηματισμό ο οποίος στην τελική αποτυγχάνει να κατασκευάσει βαθύτερες σχέσεις αγάπης για την κατεχόμενη γη και τους ανθρώπους της. Ο συμβατικός τρόπος διαχείρισης των αναπαραστάσεων του παρελθόντος από την εκπαίδευση, μέσα από την προβολή της κυρίαρχης προοπτικής της τραυματικής εμπειρίας η οποία δε συνδέεται με άλλες περιπτώσεις, όχι μόνο δεν καλλιεργεί κριτική στάση αλλά φανατίζει και οδηγεί σε επικίνδυνα συναισθήματα και συμπεριφορές. Με πρόσφατα παραδείγματα φανατισμού σε διαφορετικές συγκυρίες, θα ήταν αφελές να επιτρέψουμε στην ηθικολογία της μισαλλοδοξίας να διαιωνίζεται στην παιδεία και στην πολιτική μας ζωή.

Είναι γεγονός πώς όταν οι προσωπικές ιστορίες του καθενός από εμάς αναμειγνύονται με τις συλλογικές, φέρουν σημαντικές πολιτικές και εκπαιδευτικές συνέπειες. Το βασικό ερώτημα στο οποίο ερχόμαστε ενώπιον, αφορά στη σύγχρονη διαχείριση του τραύματος των προσφύγων της Κύπρου με στόχο τη δημιουργία δημόσιας και εκπαιδευτικής παιδαγωγικής για την ανοικοδόμηση μιας ανανεωμένης συναισθηματικής κοινότητας. Μια κοινότητας η οποία δημιουργεί τα μικρά ανοίγματα ειρήνης ενώ παράλληλα δεν ξεχνά, σέβεται και τιμά τις απώλειες.

Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (United Nations High Commissioner for Refugees) γύρω στα 68,5 εκατομμύρια ανθρώπων έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους υπό το καθεστώς της βίας, διωκόμενοι λόγω εθνικότητας, φυλής, θρησκείας, πολιτικής πεποίθησης ή κοινωνικής ομάδας στην οποία ανήκουν· βιώνοντας τη συστηματική καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, μέχρι το τέλος του 2017 (UNHCR, 2001-2019). Κατά μέσο όρο, ένας άνθρωπος παγκοσμίως αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σπίτι του κάθε δύο δευτερόλεπτα. Η ιδέα του «κοινού πόνου» και της «κοινής τρωτότητας» ας αποτελέσει τη βάση για μια νέα εκπαιδευτική αρχή, στα πλαίσια της εκπαίδευσης για την ειρήνη στη μετασυγκρουσιακή κοινωνία της Κύπρου. Στο τέλος της μέρας, αν δε διδάξουμε στα παιδιά μας για την ειρήνη, κάποιος άλλος θα τους μάθει τη βία. Για να έχουμε όμως ειρήνη, χρειάζεται να διδάξουμε γι’ αυτήν.

*Διδάκτωρ Θεωρίας της Παιδείας/ Αναλυτικά Προγράμματα




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










227