ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΥΛΙΔΗ*
Σε μία άκρως ενδιαφέρουσα δήλωση (International Monetary Conference, London, 13 June 2017), η κα Sabine Lautenschläger, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και Αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, επεσήμανε τέσσερις προτεραιότητες για το μέλλον της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας. Οι προτεραιότητες αυτές αξίζουν προσοχής και σχολιασμού, γιατί συμπυκνώνουν τις σημαντικότατες πρακτικές και νομικές προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει το τραπεζικό σύστημα της Ε.Ε. και ειδικά της Ευρωζώνης κατά τους επόμενους μήνες.
1) Στο επιπεδο της ρύθμισης του τραπεζικού τομέα παραμένει το αίτημα για αποτελεσματικές διεθνείς πρωτοβουλίες και, κυρίως, για ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη εδώ και σχεδόν μια δεκαετία (ιδίως Συμφωνία Βασιλείας ΙΙΙ). Αφού ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, απαιτείται η ομοιόμορφη εφαρμογή των συμφωνημένων κανόνων από τις εποπτικές αρχές σε ολόκληρο τον πλανήτη. Συνακόλουθα, απαιτείται από κοινού αναζήτηση των βέλτιστων εργαλείων και μεθόδων, σε σχέση λ.χ. με τις δομές, τον προϋπολογισμό και την ανεξαρτησία των εποπτικών αρχών παγκοσμίως.
2) Το δεύτερο ζήτημα που θα απασχολήσει τις εποπτικές αρχές στην Ευρώπη θα είναι το πολυσυζητημένο Brexit. Σε περίπτωση "σκληρού" Brexit, οι βρετανικές τράπεζες θα πρέπει να αναζητήσουν άδεια για να ασκούν τις δραστηριότητές τους στην ΕΕ. Στην πολύ ενδιαφέρουσα δήλωσή της, η κα Lautenschläger (και μέσω αυτής η ΕΚΤ), καλεί τις διοικήσεις των βρετανικών τραπεζών να μη θεωρούν αυτόματη τη μελλοντική τους αδειοδότηση, αλλά να αντιληφθούν ότι ο χρόνος τρέχει και ότι οι διαδικασίες αδειοδότησης μπορεί να καθυστερήσουν. Επιπλέον, για οντότητες που μετά το Brexit θα προσπαθήσουν να δραστηριοποιηθούν στην Ευρωζώνη, λ.χ. με τη μορφή υποκαταστημάτων, η κα Lautenschläger δεν αποκλείει μια μετάβαση από την εποπτεία σε εθνικό επίπεδο, στην εποπτεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα συμπέσει και με την επικαιροποίηση του ευρωπαϊκού εγχειριδίου κανόνων για όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
3) Το τρίτο ζήτημα που χρήζει προσοχής και ενδιαφέρει τόσο την Ελλάδα όσο και την Κύπρο έχει να κάνει με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (non-performing loans, NPLs). Το σχετικό πρόβλημα στους ισολογισμούς πολλών τραπεζών παραμένει, αλλά είναι προφανές ότι η απαλλαγή από τα NPLs δεν θα επέλθει γρήγορα ή άκοπα. Απομένει να δούμε την εφαρμογή των οδηγιών της ΕΚΤ προς τις τράπεζες (Μάρτιος 2017) σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των NPLs. Απομένει επίσης να δούμε πόσο αποτελεσματικές θα είναι οι εποπτικές αρχές στην παρακολούθηση των στρατηγικών και της προόδου των τραπεζών στο πεδίο των NPLs, αλλά και πόσο αποτελεσματικές θα αποδειχτούν οι σχετικές νομικές δομές.
4) Τέλος, αναφορικά με τη διαχείριση κινδύνου και τα εσωτερικά μοντέλα, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η αυξανόμενη πολυπλοκότητα των εσωτερικών μοντέλων μπορεί να τα καταστήσει ευάλωτα σε λάθη ή σε χειραγώγηση. Για το λόγο αυτό, η ΕΚΤ ανέλαβε μια σημαντική πρωτοβουλία για τη στοχευμένη αξιολόγηση των εσωτερικών μοντέλων (targeted review of internal models, TRIM) με σκοπό την εναρμόνιση της εποπτικής τους αντιμετώπισης και τη διασφάλιση παραγωγής αποτελεσμάτων που θα ανταποκρίνονται στο πραγματικό ρίσκο.
*Επίκουρος Καθηγητής Νομικής, Neapolis University