Στερεότυπα και προκαταλήψεις στη σχολική τάξη


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΝΑΣΙΑΣ ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ ΠΑΥΛΟΥ*

Στερεότυπα είναι οι συμβολικοί χαρακτηρισμοί που αποδίδονται στα μέλη μιας ομάδας ανθρώπων και βασίζονται σε αυθαίρετες γενικεύσεις. Τα στερεότυπα αποτελούν αντιλήψεις και παγιωμένες απόψεις που έχουν διαμορφωθεί από γενιά σε γενιά χωρίς ουσιαστικό προβληματισμό και έλεγχο της εγκυρότητάς τους.  Περνούν στη σκέψη των ανθρώπων από πολύ μικρή ηλικία, λαμβάνουν τη μορφή προκαταλήψεων και δύσκολα αναθεωρούνται ή απορρίπτονται.

Επικρατέστερα στερεότυπα έχουν να κάνουν με το φύλο (ο κοινωνικά αναμενόμενος ρόλος των δυο φύλων από το τι χρώμα ρούχα θα φορέσει το νεογέννητο κοριτσάκι μέχρι υποδείξεις για το τι είναι «φυσιολογικό» ή «αποδεκτό» για μια γυναίκα ή έναν άντρα), την ηλικία (συμπεριφορά, εμφάνιση, ρόλος ανάλογα με την ηλικία του ατόμου), την κοινωνική τάξη, το έθνος κλπ. Τα στερεότυπα αποτελούν γενικευμένες και απλουστευμένες προσεγγίσεις θεμάτων που απασχολούν την κοινωνική πραγματικότητα με στοιχεία εκλογίκευσης ή μοιρολατρικής αποδοχής. Επικρατούν επειδή οι άνθρωποι αδυνατούν να τα κρίνουν ή να τα αξιολογήσουν βάσει κριτικής σκέψης ή είναι απρόθυμοι να προβούν σε μια διαδικασία επαναξιολόγησης του συστήματος κοινωνικών αξιών στο οποίο έχουν εκτεθεί από μικρή ηλικία (Γεώργας, 1986). 

Τα στερεότυπα εμφανίζονται ως αδιαμφισβήτητες αλήθειες πρώτα στο σπίτι και μετά στο σχολείο, στα ΜΜΕ, στη λογοτεχνία, στην εργασία – παίρνουν δηλαδή τη μορφή οδηγού κοινωνικής επιβίωσης. Έτσι γεννιούνται οι προκαταλήψεις.

Από μια πεποίθηση δημιουργούνται στάσεις (κυρίως αρνητικές) απέναντι σε άτομα ή ομάδες ατόμων. Οι στάσεις αυτές (προκαταλήψεις) έχουν 3 στοιχεία: το γνωστικό (στερεότυπα), το συναισθηματικό και το συμπεριφορικό.  Προκαταλήψεις (αρνητικές, παγιωμένες, δηλαδή, στάσεις με συναισθηματική ένταση που οδηγούν σε πράξεις / συμπεριφορές) υπάρχουν και στο σχολείο που συχνά αποκαλείται «μικρογραφία της κοινωνίας» (Adams, M. etal, 1997).

Τα παιδιά δεν γεννιούνται προκατειλημμένα – γίνονται. Γίνονται είτε μέσα  από τυφλή προσήλωση σε πολιτικά / θρησκευτικά δόγματα, από τον ηθικό πουριτανισμό, την ημιμάθεια ή τη μονομερή πνευματική καλλιέργεια.  Αυτό οδηγεί σε στατικότητα, στασιμότητα της γνώσης, νωθρότητα, αναλήθειες, φανατισμό, μισαλλοδοξία κλπ. (Dessel, 2010). Η κοινωνική και η σχολική ψυχολογία μελετούν τις στάσεις ενός παιδιού προς ένα άλλο, τις στάσεις του δασκάλου προς τους μαθητές, τις στάσεις των μαθητών προς τους εκπαιδευτικούς, τις στάσεις των γονιών προς τους δασκάλους, τις στάσεις των δασκάλων προς τους γονείς κλπ.  Περίπλοκο. Πολυεπίπεδο και πολυμορφικό. 

Έχει βρεθεί όμως ότι αυτές οι στάσεις, διαθέσεις, προδιαθέσεις, προκαταλήψεις επηρεάζουν καθοριστικά την ποιότητα αγωγής και μάθησης στο σχολείο, τη συμπεριφορά των μαθητών, τις σχολικές επιδόσεις καθώς και τις διεργασίες κοινωνικοποίησης και διαμόρφωσης προσωπικοτήτων στην εκπαιδευτική διαδικασία.  Θετικές ή αρνητικές στάσεις οδηγούν σε στάσεις αποδοχής ή απόρριψης στο σχολικό πλαίσιο.

Στο σημείο αυτό μπαίνει ακόμα ένας παράγοντας, η αυτοεκπληρούμενη προφητεία (Γεώργας, 1986).  Οι στάσεις πχ του καθηγητή προς το μαθητή αποτελούν τα στοιχεία δημιουργίας των προσδοκιών του καθηγητή για τους μαθητές του.  Αυτές οι προσδοκίες εμπεριέχουν την εκτίμηση του καθηγητή σχετικά με τις δυνατότητες των μαθητών, τις επιδόσεις τους και τη συμπεριφορά τους. Απλουστευμένο παράδειγμα είναι όταν στην αρχή της σχολικής χρονιάς μαθητής συμπεριφέρεται με τρόπο που να ερμηνευτή ως «αυθάδεια» – αυτή η πρώτη εντύπωση επηρεάζει την εικόνα του καθηγητή προς το μαθητή με συνέπεια να νομίζει πως ο μαθητής δημιουργεί συνέχεια προβλήματα και συνεπώς να διαμορφώσει μια αρνητική στάση απέναντί του και ο μαθητής να συνεχίσει να συμπεριφέρεται με «αυθάδεια» για να εκπληρώσει την πρόβλεψη του καθηγητή. 

Τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι μαθητές διαμορφώνουν απόψεις και γνώμες βασιζόμενοι σε προηγούμενη πείρα, δηλαδή, σε στερεότυπα συμπεριφορών που έχουν βιώσει, απορρίψει ή αποδεχτεί. Το ψυχολογικό αυτό φαινόμενο της αυτοεκπληρούμενης προφητείας συχνά οδηγεί τις σχολικές τάξεις σε πόλωση (Πυργιωτάκης, 2000).  Από τη μια η ομάδα των «καλών μαθητών» και από την άλλη η ομάδα των «αδύνατων μαθητών» (ή των ζωηρών, τον ανοριοθέτητων κλπ).  Από τη μια η ομάδα των «καλών» δασκάλων και από την άλλη η ομάδα των «αυστηρών/αδιάφορων/ απαιτητικών» δασκάλων. Εκπαιδευτικοί και μαθητές προδικάζουν το αποτέλεσμα της σχέσης τους. Οι εκπαιδευτικοί πιστεύοντας πως «όσο χρόνο και να του δώσω, δεν θα λύσει τις ασκήσεις», «όσες αποβολές και να πάρει, θα κάνει τα ίδια και χειρότερα», «γιατί να τον βοηθήσω αφού δεν θα εκτιμήσει την προσπάθειά μου» επιβραβεύουν με μικρότερη συχνότητα, δυσανασχετούν, αγνοούν τη συμμετοχή στην τάξη, επικοινωνούν λιγότερο μαζί τους ή τους απομονώνουν στα πίσω θρανία. Οι μαθητές, από την άλλη, πιστεύοντας πως «ό,τι κι αν γίνει, εγώ θα φταίω πάλι», «γιατί να διαβάσω αφού δεν θα δει την προσπάθειά μου», «γιατί να σηκώσω χέρι αφού δεν θα μου απευθύνει το λόγο», «δεν καταλαβαίνω το μάθημα, ζήτησα βοήθεια αλλά δεν την πήρα, βαριέμαι στην τάξη, ενοχλώ» κλπ. αντιμετωπίζουν τους εκπαιδευτικούς με αποδοκιμασία, μειωμένη συμμετοχή, φασαρία, αποχή από την διδακτική διαδικασία, έλλειψη ενδιαφέροντος για το μάθημα, κινητικότητα στην τάξη, αρνητικό τρόπο αναζήτησης της προσοχής των δασκάλων τους.

Στο σημείο αυτό, όταν δηλαδή καταστάσεις έχουν φτάσει σε σημείο μη λειτουργικών σχέσεων, καλείται ο σχολικός ψυχολόγος. Τότε όμως είναι δύσκολο να αλλάξουν στάσεις, διαθέσεις, συναισθήματα και συμπεριφορές.  Στόχος είναι να αξιολογηθούν οι στάσεις και τα πιστεύω πριν διαμορφωθούν στερεότυπα, πριν γίνουν τα στερεότυπα αυτά προκαταλήψεις. Είναι δύσκολο να αλλάξουν μόνο οι συμπεριφορές, αν και αυτό είναι το πρωταρχικό αίτημα των σχολείων. Οι συμπεριφορές κατευθύνονται τόσο από γνωστικά στοιχεία όσο και από συναισθηματικές παραμέτρους. Επομένως, για να αλλάξω μια παραβατική πχ συμπεριφορά πρέπει να αλλάξω τόσο το γνωστικό όσο και το συναισθηματικό στοιχείο στο θέμα του τι είναι παραβατική συμπεριφορά στο σχολείο μου. Πέρα από τους κανονισμούς και τις εγκυκλίους, το κάθε μέλος του σχολικού συστήματος πρέπει να έρθει αντιμέτωπο με τις προκαταλήψεις του, με αυτοκριτική και αυτογνωσία, ανοιχτό στη νέα γνώση και με στοιχεία ουδετερότητας προς τα άλλα μέλη για να ξεκινήσει να φέρει έστω και μια μικρή αλλά θετική αλλαγή.

*Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας

Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










3396