ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΚΑΛΙΑ*
Μαθητική Ζωή
Ο σχολικός χώρος δεν αποτελεί και δεν πρέπει να αποτελεί χώρο καταναγκασμού και ο σχολικός χρόνος δεν πρέπει να θεωρείται απαραίτητα χρόνος αποθήκευσης γνώσεων, απλά και μόνο για επένδυση στο μέλλον. Το σχολείο ταυτόχρονα με τους γνωστούς σκοπούς και στόχους του, πρέπει να θεωρείται στη σύγχρονή μας κοινωνία ως χώρος ζωής. Ο Αμερικανός πραγματιστής φιλόσοφος και Εκπαιδευτικός Τζων Ντίουι (John Dewey) παρατηρεί πολύ εύστοχα: «… Η εκπαίδευση δεν είναι κάτι το ξέχωρο από τη ζωή αλλά μάλλον η ζωή η ίδια… Η μάθηση που κατακτιέται με την πράξη, ή στην προσπάθεια να ικανοποιηθεί μια περιέργεια που γεννήθηκε, έχει για το μαθητή πιο πολλές διαστάσεις και νόημα πιο σταθερό από εκείνην που αποκτήθηκε, για να χρησιμεύσει στο μαθητή αργότερα στη ζωή του… Η εκπαίδευση είναι η ζωή και όχι απλώς προετοιμασία για τη ζωή και ο άνθρωπος όσο μεγαλώνει, τόσο συνεχίζεται η εκπαίδευσή του…»1. Το σχολείο επιβάλλεται να εξασφαλίζει και να διασφαλίζει την πραγμάτωση των πιο πάνω, μέσα από την αυτοπεποίθηση, τον αυτοσεβασμό και τη χαρά της δημιουργίας, παράγοντες που ασκούν καθοριστικό ρόλο και ευνοούν την αυτοδιαμόρφωση στο γνωστικό τομέα και την αυτοδιαχείριση στον κοινωνικό τομέα, τόσο μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας, όσο και στον υπόλοιπο σχολικό χώρο και στο φυσικό και κοινωνικό περίγυρο γενικότερα2.
Η σχέση καθηγητή-μαθητών
Η μαθητική – σχολική ζωή στηρίζεται και υλοποιείται πάνω σε δύο άξονες:
(α) Στις προσπάθειες του κάθε καθηγητή ξεχωριστά, αλλά και όλων των διδασκόντων μαζί, στα πλαίσια της συλλογικής προσπάθειας, για την επίτευξη του κοινού εκπαιδευτικού στόχου.
(β) Στο πνεύμα ομαδικότητας, που πρέπει να διέπει το θεσμό των Μαθητικών Συμβουλίων (Μ.Σ.)
Ο καθηγητής από την ώρα που αναλαμβάνει τα καθήκοντά του στο σχολικό χώρο, πρέπει να γνωρίζει ότι ο εαυτός του, η ζωή του δεν του ανήκουν πια ολοκληρωτικά, όπως πριν από το διορισμό του! Στο εξής θα τα μοιράζεται με άλλους, που δεν είναι άλλοι από τους μαθητές του, οι οποίοι θα πρέπει να κατέχουν στο «ΕΙΝΑΙ» του σημαντικότατη θέση. Επομένως, η σχέση του καθηγητή με τους μαθητές του, δεν πρέπει να είναι μια σχέση οριοθετημένη σε απαραβίαστα και άθραυστα καλούπια. Δεν αρχίζει και δεν ολοκληρώνεται μέσα στην τάξη, αλλά αντίθετα, από την τάξη συνεχίζεται στους διαδρόμους του σχολείου, στην αυλή της σχολικής μονάδας, αλλά και σ’ όλο το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, μέσα στα οποία οι μαθητές ζουν κινούνται και δημιουργούν.
Η στάση του καθηγητή, ως δασκάλου της γνώσης μόνο και όχι της συμπεριφοράς, είναι παντελώς λαθεμένη, φτωχαίνει και αποδυναμώνει την προσωπικότητα του διδάσκοντος, συρρικνώνει και πολλές φορές καταστρέφει το αγωγικό αποτέλεσμα. Η αφ’ υψηλού προσέγγιση των μαθητών και η αποστασιοποίηση του καθηγητή από τα σχολικά πράγματα στους χώρους εκδήλωσης των δραστηριοτήτων (θετικών και αρνητικών) των Μαθητικών Συμβουλίων (Μ.Σ.), κατά τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου, σχολικού και μη, υπονομεύουν και υποσκάπτουν την υπόσταση τόσο της βαθύτερης έννοιας του σχολείου, όσο και του ίδιου του καθηγητή. Η τυχόν απρεπής συμπεριφορά του μαθητή προς συμμαθητή του ή ακόμα και προς συνάδελφο σήμερα, μέσα ή έξω από το σχολικό χώρο, θα εκδηλωθεί αύριο ίσως εντονότερα προς εμάς, αν η συμπεριφορά αυτή δεν προσεχθεί όπως πρέπει και δεν αντιμετωπιστεί με την ανάλογη παιδαγωγική προσέγγιση και ευαισθησία, ώστε χωρίς να θιγεί η προσωπικότητα του μαθητή να αντιληφθεί ο ίδιος το λάθος της πράξης του και εκούσια να επανορθώσει. Τυχόν αποτυχία του καθηγητή στο θέμα αυτό, προαγγέλλει επιδείνωση ενός τέτοιου δυσάρεστου φαινομένου.
Το σχολείο θεσμός και ο προβληματισμός του
Το σχολείο ως θεσμός, έχει κύριους και βασικούς στόχους να αναπτύξει τον άνθρωπο-μαθητή σε τρεις αλληλοσυμπληρούμενους τομείς, ώστε αυτός να καταστεί στο μέτρο του δυνατού, μια συγκροτημένη, πνευματική, κοινωνική και δημοκρατική προσωπικότητα. Οι τομείς αυτοί είναι:
Η αντιμετώπισή του (εποπτικοποίηση του μαθήματος σε σύγχρονες και κατάλληλα εξοπλισμένες αίθουσες), απαιτεί τη δαπάνη αρκετά μεγάλων οικονομικών ποσών και ταυτόχρονα τη χάραξη από τους αρμόδιους εκπαιδευτικούς φορείς, μιας μακρόπνοης, καλοσχεδιασμένης και επίπονης προσπάθειας.
Η διδακτική πράξη
Η γνωστική παρουσίαση, απαιτεί πλήρη εμβάθυνση στο αντικείμενο, σχεδιασμό του ωριαίου μαθήματος και κυριαρχείται από παραμέτρους, που υπαγορεύουν οι ειδικοί αλλά και οι γενικοί σκοποί της αγωγής που είναι: η ανάπτυξη κρίσης, συλλογιστικής ικανότητας, αυτοπεποίθησης, πρωτοβουλίας, κοινωνικής αλληλεγγύης. Οι γενικοί σκοποί δεν περιέχονται βέβαια μέσα στο εγχειρίδιο και τους λησμονούμε κάποτε, ενώ αυτοί ακριβώς είναι οι σημαντικοί. Η γνώση δε μεταγγίζεται αλλά κατακτιέται. Γι’ αυτό απαιτείται επαναπροσδιορισμός της στάσης του καθηγητή, επαναχάραξη των προτεραιοτήτων του και επαναδιατύπωση των στόχων του, προκειμένου να επιτευχθεί η ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης.
Ο δάσκαλος
Στον εργατικό χώρο συναντά κανείς τον αρχιτέκτονα, το μηχανικό, τον οικοδόμο και τους άλλους επαγγελματίες. Ο ψυχισμός και τα πιθανά συμπεριφορικά ελαττώματα των παραπάνω δεν έχουν σχεδόν καμιά επιβλαβή επίδραση στο αποτέλεσμα. Για το δάσκαλο δε συμβαίνει το ίδιο. Ο δάσκαλος δουλεύει πάνω στον ψυχισμό των μαθητών του και τα εργαλεία του είναι: ο ψυχισμός του, οι τρόποι του και η συμπεριφορά του. Διδάσκουμε τα γράμματα, τους καλούς τρόπους, τη μουσική, ίσως τα αθλήματα. Αυτά είναι μαθήματα και μένουν στην «επιφάνεια». Τα μαθήματα πρέπει να είναι τα μέσα, με τα οποία θα εισχωρήσουμε στον ψυχισμό των μαθητών μας. Με το πνεύμα μας εισχωρούμε στο πνεύμα τους, με το ήθος μας επηρεάζουμε καθοριστικά το ήθος τους, με το χαρακτήρα μας διδάσκουμε χαρακτήρα, με τη δικαιοσύνη μας το δίκαιο, με τη συμπεριφορά τις ανθρώπινες σχέσεις, με την αγάπη μας την αγάπη. Αν μας διαφύγουν αυτά, τότε είμαστε οι «κουβαλητές» και όχι «μαστοράδες». Ο Ε. Παπανούτσος αναφέρει σχετικά: «Ο δάσκαλος όντας ενήλικος πρέπει να μπορεί να γίνει παιδί άνθρωπος αγνός, δροσερός, εύπλαστος. Όταν ο δάσκαλος πλησιάζει με την ψυχή του την παιδική ψυχή, τότε βρίσκει την πρόσβαση προς τα αισθήματα, τις σκέψεις, τις επιθυμίες του παιδιού, τις οποίες και θα διαπαιδαγωγήσει. Στις σχέσεις του με το μαθητή να στοχεύει πώς να αχρηστέψει τον εαυτό του. Αυτό είναι δύσκολο. Τότε όμως ο μαθητής μαθαίνει μόνος του, γίνεται αυτόνομος. Και ο θρίαμβος του δασκάλου είναι να κάνει το μαθητή του αυθύπαρκτο και ανεξάρτητο (Μαιευτική μέθοδος του Σωκράτη)4».
Άλλο σπουδαίο γνώρισμα του καθηγητή πρέπει να είναι η ταπεινότητα και ο μηδενισμός του εγωισμού του. Οι μαθητές του μεγάλου Κινέζου φιλόσοφου Κομφούκιου μας βεβαιώνουν:
Υπάρχουν τέσσερα ελαττώματα τα οποία είχε ευτυχώς ξεπεράσει ο Διδάσκαλος.
Σχολείο και γονείς
Η κυπριακή κοινωνία δυσκολεύεται στην κατανόηση του αυτονόητου. Ότι δηλαδή, για να επιτευχθούν οι στόχοι του σχολείου είναι απαραίτητη η συνεργασία των γονέων με τους καθηγητές και η συχνή παρουσία τους στο σχολικό χώρο. Αυτό είναι πλέον αδήριτη ανάγκη στο χώρο της κυπριακής εκπαίδευσης, ώστε να καταστεί δυνατή η δημιουργία μιας συνεχούς, στέρεης και γόνιμης συνεργασίας, μεταξύ καθηγητών – γονέων – μαθητών, προς όφελος όλων και ιδιαίτερα των τελευταίων. Απαιτείται λοιπόν άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία, στους γονείς, όπου μέσα από συνεχείς διαλόγους (συζητήσεις), θα κατανοηθεί από τους γονείς η υποχρέωση και το καθήκον που έχουν, αλλά και οι λόγοι που υπάρχουν και επιβάλλουν τη συνεχή επαφή τους με όλους τους παράγοντες της σχολικής κοινότητας. Έτσι λοιπόν οι γονείς, αφού καταστούν κοινωνοί και γνώστες της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, θα καταβάλουν σίγουρα σύντονες προσπάθειες, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της παρεχόμενης εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα θα είναι και σε θέση να κάνουν συγκεκριμένες προτάσεις, για τον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο της ευρύτερης κοινωνίας, έχοντας σίγουρα αποκλειστική επιδίωξη πάντα το καλό των παιδιών τους.
Παιδεία του καθηγητή
Πέρα από το επιστημονικό αντικείμενο βρίσκεται η άλλη παιδεία, η θεωρία της παιδείας, πάνω σε θέματα φιλοσοφίας της εκπαίδευσης (σκοποί της αγωγής κ.τ.λ.), ψυχολογίας, παιδαγωγικής, κοινωνιολογίας. Η θεωρία της παιδείας του καθηγητή προσδιορίζει την εκπαιδευτική του στάση. η έλλειψή της στενεύει τους ορίζοντές του και τον καθιστά απλό πληροφοριοδότη. Η πρόσβαση σε μια θεωρία παιδείας μέσα από την πείρα και την επιμόρφωση, διευρύνει τους ορίζοντες του καθηγητή, τον καθιστά σύμβουλο του μαθητή και τροποποιώντας τη στάση του, μετατρέπει την πληροφόρηση σε παραγωγή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
*Φιλόλογος – Ιστορικός Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Αντιπρόεδρος Δ.Σ. Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου
Πρώην Λυκειάρχης (πολύ προώρως αφυπηρετήσας)
Πρώην Πρόεδρος ΟΕΛΜΕΚ 25/1/2007 – 28/5/2008
Μεταπτυχιακό στην Ιστορία Νεότερη και Σύγχρονη του Πανεπιστημίου Κύπρου
Συγγραφέας – Αρθρογράφος
Σύμβουλος των Ελληνικών Κυβερνήσεων (1983 – 1989) σε θέματα Παιδείας