Τα ερωτήματα που ΔΕΝ μας απασχολούν


ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ*

Το βασικότερο πρόβλημα που αποκαλύπτει το «κοινό ανακοινωθέν» επί του νέου κύκλου των διαπραγματεύσεων είναι ότι ξεκινήσαμε ξανά ένα νέο κύκλο συνομιλιών χωρίς και πάλιν να έχουμε διαγνώσει πρώτα και αναλύσει τους στρατηγικούς και τακτικούς στόχους της Τουρκίας, τα σχέδια και τις επιδιώξεις της.

Το πρόβλημα βεβαίως είναι διαχρονικό. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι ούτε αυτή η φύση και η αιτία του Κυπριακού προβλήματος έχει απασχολήσει σοβαρά την πλευρά μας τα τελευταία σαράντα χρόνια. Δεν έχουμε καταλήξει ούτε μεταξύ μας περί του κατά πόσον το Κυπριακό είναι τελικά πρόβλημα Τουρκικής εισβολής και συνεχιζόμενης στρατιωτικής κατοχής ή «διακοινοτική» διαφορά. Για ποιο λόγο τελικά εισέβαλε η Τουρκία στην Κύπρο; Για τους δικούς της γεωστρατηγικούς στόχους ή για να «προστατεύσει τους Τουρκοκύπριους» και να «αποκαταστήσει την ειρήνη»;

Τα ερωτήματα τα οποία ΔΕΝ μας απασχολούν σοβαρά είναι πάμπολλα. Όπως λ.χ. ποια είναι η «άλλη πλευρά» και ποιος είναι «ο συνομιλητής μας»; Είναι τελικώς οι  Τουρκοκύπριοι ή η Τουρκία μέσω του ψευδοκράτους; Το ερώτημα είναι σημαντικό,  διότι στην πρώτη περίπτωση θα μπορούσε να κατανοήσει κάποιος τις  προσδοκίες που κατά καιρούς καλλιεργήθηκαν στην πλευρά μας ότι «το καλό κλίμα» ή το εκάστοτε «μομέντουμ»,  η «χημεία» ή «οι διαπροσωπικές σχέσεις» των «δύο ηγεσιών», θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε λύση ανεξαρτήτως των κελευσμάτων και των στρατηγικών επιδιώξεων της Τουρκίας, προσδοκίες οι οποίες αποδείχθηκαν επανειλημμένως ψευδαισθήσεις και φρούδες ελπίδες.

Ούτε το γεγονός ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι μειοψηφία στα κατεχόμενα φαίνεται να έχει αξιολογηθεί από την πλευρά μας.  Τελικά με ποιους «συνομιλούμε» και με ποιους επιδιώκουμε «επανένωση»; Με ποίους επομένως επαγγελλόμαστε την «νέα Κύπρο»; Με τους  έποικους και τους «Τούρκους εποχιακούς εργάτες»; Εξετάσαμε τι σημαίνει η πλειοψηφική παρουσία αμιγούς Τουρκικού  ή ελεγχόμενου από την Τουρκία πληθυσμού στα κατεχόμενα μέσω των εποίκων; Λάβαμε καθόλου υπόψη μας ότι παρόμοιοι πληθυσμοί ενεργούν διατεταγμένα στην Βουλγαρία ή στην  Δυτική Θράκη;  Φοβούμαι πως όχι…

Διερωτηθήκαμε ποτέ μας στα σοβαρά, ποια λύση και τι είδους κράτος θέλουμε; Είναι ποτέ δυνατόν να υπάρξει κράτος σοβαρό και λειτουργικό αν αυτό βασίζεται στην κατάσταση πραγμάτων που προέκυψε από την Τουρκική κατοχή, σε  απαγορεύσεις και σε εκπτώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων; ή σε εκ περιτροπής προεδρία, σε σταθμισμένη ψήφο, σε βέτο ή σε ομοφωνία; Και πού πάει η δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας; Και γιατί άραγε οι Κύπριοι θα πρέπει να έχουν λιγότερα δικαιώματα από όλους τους πολίτες της Ευρώπης; Τελικώς ποιο θα είναι το «συνιστών κράτος»; Το ψευδοκράτος; Είναι σε τελευταία ανάλυση κράτος ή  φερέφωνο της Τουρκικής κατοχής; Τότε πώς στο καλό θα αποτελέσει ένα από τα δύο συνιστούντα κράτη; Αλήθεια , το άλλο ποιο θα είναι; Θα καταργήσουμε τελικά το μοναδικό μας στρατηγικό πλεονέκτημα, δηλαδή την Κυπριακή Δημοκρατία, θα την μετατρέψουμε σε «συνιστών κράτος» και «βλέποντας κάνουμε»;

 Τι διεκδικούμε τελικώς; Να «ζήσουμε μαζί» με τους «Τουρκοκύπριους» (γνωρίζοντας ότι κουμάντο κάνει η Τουρκία μέσω στρατού και εποίκων)   ή «πλάϊ – πλάϊ»; Διότι εάν όντως διεκδικούμε το πρώτο, γιατί άραγε αποδεχόμαστε «ζώνες» με εγγυημένες πλειοψηφίες, σύνορα ή εσωτερικές ιθαγένειες; Αν βεβαίως, διεκδικούμε να ζήσουμε «πλάϊ – πλάϊ ειρηνικά» τι άλλο από σύνορα και διχοτόμηση αυτό συνεπάγεται- και μάλιστα στην χειρότερη της εκδοχή- δηλαδή το να ελέγχει η Τουρκία τον «βορρά» και να είναι επικυρίαρχος «στο νότο»;

Εν ονόματι της διζωνικής και δικοινοτικής ομοσπονδίας ακολουθούμε μια ολέθρια «ρεαλιστική» πολιτική σύμφωνα με την οποία δεν διεκδικούμε  τα αυτονόητα, να έχει δηλαδή  ο Κυπριακός λαός λόγο για την ασφάλεια του και τα ίδια δικαιώματα που όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο απολαμβάνουν. Έννοιες όπως η ισότητα, ελευθερία και δημοκρατία ή η  αρχή  «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» έχουν διαγραφεί από την πολιτική μας ατζέντα, όπως και ο όρος «απελευθέρωση».  Το τραγικό είναι ότι στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης «σοβαρότητας» δεν τολμούμε να αναθεωρήσουμε ούτε στο ελάχιστο οτιδήποτε.

Το μεγάλο πρόβλημα της Ελληνικής Κυπριακής πλευράς έγκειται στην έλλειψη  υπεύθυνης πολιτικής και στρατηγικής. Αντί διάγνωσης και ανάλυσης, η πλευρά μας βασίζεται σε ευσεβείς πόθους και  διακηρύξεις του τύπου «θέλω λύση χτες», ενθυμίζοντας ολίγον το «θέλω να είμαι αύριο πλούσιος, ωραίος και υγιής».  Επιζητούμε «λύση» με ευχολόγια της οποίας μάλιστα δεν γνωρίζουμε το περιεχόμενο, μέσω ασαφειών και όρων οι οποίοι επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες, χωρίς καν να έχουμε εξετάσει εάν θα έχουμε μια λύση από την οποία οι Τούρκοι θα θέλουν να φύγουν ή μια λύση που να οδηγεί σε συνύπαρξη.

Το δυσάρεστο είναι ότι παρά τις εξαγγελίες και τις προσδοκίες περί αλλαγής πλεύσης , η πλευρά μας δια στόματος προέδρου και μέσω του κοινού ανακοινωθέντος επέλεξε για μια ακόμη φορά να ακολουθήσει την «πεπατημένη», δηλαδή την συνέχιση μιας τακτικής η οποία το μόνο που μας έφερε αυτά τα σαράντα χρόνια , ήταν την διαιώνιση της κατοχής,  το σχέδιο Ανάν- Χάνευ, την αποενοχοποίηση της Τουρκίας, το αυτομαστίγωμα και την εξίσωση θύματος και θύτη…
* Δικηγόρος και Β΄ Αντιπρόεδρος της ΕΔΕΚ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










115