Τα προβλήματα της γέννησης της τρίτης αφήγησης


ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*  

Στις 27 Ιουλίου 2015 δημοσιεύτηκε στο Paideia-news ένα άρθρο μου με τίτλο «Οι δυο συν μία ιστορικές αφηγήσεις του ελληνισμού της ανεξάρτητης Κύπρου». Σ’ αυτό αναφέρθηκα πρώτα στις δυο αφηγήσεις που δημιούργησε ο κυπριακός ελληνισμός μετά την ανεξαρτησία του κάτω από την πίεση των αρνητικών ιστορικών συγκυριών μέσα στις οποίες βρέθηκε, πρώτα, στην αφήγηση που απέρριπτε το κυπριακό κράτος ως αντίθετο με τους προαιώνιους πόθους του για ένωση με την Ελλάδα και ζητούσε τη διάλυσή του και, δεύτερο, στην αφήγηση που θεωρούσε το κυπριακό κράτος ως κιβωτό της σωτηρίας του την οποία έπρεπε να υπερασπιστεί με νύχια και με δόντια για να διασφαλίσει τη βιολογική και εθνική επιβίωσή του. Στη συνέχεια έκανα λόγο για μια υπό κυοφορία τρίτη αφήγηση που θα επιτρέψει στην πλειονότητα τουλάχιστο των Ε/Κ να θεωρούν φυσιολογικό και ίσως και επιθυμητό  το να έχουν έναν Τ/Κ γείτονα ή  συνέταιρο ή φίλο.

Όπως είναι φυσικό, η γέννηση αυτής της αφήγησης είναι πολύ πιο δύσκολο έργο από τη γέννηση των δυο προηγούμενων, γιατί αυτή όχι μόνο αφορά τις σχέσεις των Ε/Κ με κάποιον «άλλο», αλλά  με κάποιον άλλο με τον οποίο τους χωρίζουν αιώνες πολέμων και μίσους και προπαντός εκκρεμούντα προβλήματα, όπως η κατοχή μεγάλου μέρους του εδάφους της πατρίδας τους από τον τουρκικό στρατό, αλλά και θέματα ασφάλειας και συμφερόντων. Στο σημείο αυτό θα ήταν βοηθητικό να αναφερθούν τα ευρήματα μιας έρευνας που έγινε το 2015  για τις αντιλήψεις και τις στάσεις Ε/Κ και Τ/Κ και δημοσιεύθηκε με τον τίτλο Solving the Cypru sproblem: Hopes and Fears. Report. Η έρευνα αποκαλύπτει ότι 45% των Ε/Κ και 62% των Τ/κ πιστεύουν ότι είναι έλληνες και τούρκοι αντίστοιχα και όχι κύπριοι, και ότι 33% των Ε/Κ και 38% των Τ/Κ είναι εναντίον της ιδέας να έχουν γείτονα από την άλλη κοινότητα. Αυτό υπογραμμίζει τη μεγάλη δυσκολία να διαμορφωθεί τελικά η τρίτη αφήγηση.

Έτσι  όσοι θέλουν πραγματικά τη συμβίωση και τη συνεργασία των δυο κοινοτήτων αναθέτουν τις ελπίδες τους στην κατάληξη των διαπραγματεύσεων έγκαιρα και σύντομα σε συγκεκριμένα και χειροπιαστά και προπαντός ουσιαστικά αποτελέσματα που θα συμβάλουν στην αλλαγή των στάσεων των μελών των δυο κοινοτήτων έναντι αλλήλων.

Η ανάγκη  να υπάρξουν ουσιαστικά αποτελέσματα είναι όχι μόνο κάτι φυσικό και εύλογο αλλά και επιβεβαιωμένο από τις μελέτες και τις έρευνες πολιτειολόγων και πολιτικών επιστημόνων. Συγκεκριμένα, οι N.Fairclough  και R.WodaK (1997, Critical discourse analysis, σ.276) υποστηρίζουν ότι απαραίτητο για την επιτυχή γέννηση μιας αφήγησης είναι το ‘πλαίσιο της δυνατότητας’ (context of possibility). Αφήγηση δεν παράγεται χωρίς πλαίσιο και δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή αν δεν ληφθεί υπόψη το πλαίσιο». Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να αναμένουμε ότι θα γεννηθεί αυτή η πολύ σημαντική για το μέλλον των δυο κοινοτήτων και ολόκληρης της χώρας αφήγηση, αν δεν υπάρξει  κάτι ουσιαστικό και χειροπιαστό. Δεν μπορεί αυτό να στηριχθεί απλώς και μόνο σε λόγια και δημοσιεύματα ή γιατί το θέλουμε μερικοί ή ιδρύουμε ομάδες υποστήριξης ή γιατί οι ελληνοκύπριοι κάτοικοι μιας περιοχής υψώνουν πανώ που γράφουν «Αδέλφια Τουρκοκύπριοι, βοηθήστε μας να ανοίξουν τα οδοφράγματα».Τα ΜΟΕ διευκολύνουν τη μετακίνηση και τη ζωή αλλά  δεν δημιουργούν «πλαίσιο δυνατότητας» για τη γέννηση μιας θετικής αφήγησης.

Αυτό μας φέρνει στο ερώτημα  σχετικά το το ποιο ήταν το ‘πλαίσιο δυνατότητας’ όλα τα προηγούμενα σαράντα χρόνια στα οποία δεν έγινε κανένα ουσιαστικό βήμα για λύση του κυπριακού,  και ποιο είναι σήμερα. Αν σκεφθούμε καλά, θα βρούμε ότι οι αλλαγές που έγιναν το τελευταίο χρονικό διάστημα και προκάλεσαν κινητικότητα στο κυπριακό είναι μόνο οι εξής δυο:

α) Η εξεύρεση κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κύπρου και η ρεαλιστική προσδοκία των Τ/Κ και της Τουρκίας ότι θα  επωφεληθούν απ’ αυτό και

β) Η εκλογή πριν τέσσερις μήνες του Μουσταφά Ακιντζί ως ηγέτη των Τ/Κ. Εκείνο που πρέπει να διερωτηθούμε είναι αν αυτά τα δυο στοιχεία μπορούν ρεαλιστικά από μόνα τους να αλλάξουν τη στάση της Τουρκίας, ώστε να αποφασίσει να κάνει ουσιαστικές παραχωρήσεις στο κυπριακό, αν δηλαδή είναι αρκετά για να υπάρξει το αναγκαίο «πλαίσιο δυνατότητας» που, σύμφωνα με τους ειδικούς, χρειάζεται για τη γέννηση της αναγκαίας νέας αφήγησης.

Αν ρίξουμε μια ματιά στα γεγονότα που συνέβησαν από την ημέρα της δημοσίευσης του προηγούμενου άρθρου μου, θα βρούμε ότι έγιναν αρνητικά μάλλον παρά θετικά βήματα. Μερικά απ’αυτά είναι τα εξής:

α) Στις ελληνικές εφημερίδες δημοσιεύονται γελοιογραφίες κινούμενων πακέτων χαρτονομισμάτων με τη μορφή ανθρώπου που πάει στην κάλπη για να ψηφίσει ΝΑΙ στο δημοψήφισμα που έρχεται για τη λύση.

β) Αρχηγοί κομμάτων κατηγορούν ομάδα που ανακοίνωσε ότι θα  εργασθεί υπέρ της λύσης ότι χρηματίζεται. Αυτά αποκαλύπτουν τα πρώτα βήματα του διχασμού που έρχεται μεταξύ των οπαδών του ΝΑΙ και του ΟΧΙ, όπως ακριβώς έγινε το 2004.

γ) Δημοσιεύονται άρθρα ελληνοκυπρίων οι οποίοι αναφέρουν συγκεκριμένα στοιχεία για την υπέρογκη δαπάνη που θα στοιχίσει  η λύση του κυπριακού υπό μορφή αποζημιώσεων και αποπληρωμής χρεών των Τ/Κ και σ’αυτά δεν δίνεται καμιά απάντηση.

δ) Στις 6 Αυγούστου, δυο χιλιάδες Τ/Κ μετέβησαν στα Κόκκινα για να γιορτάσουν την επέτειο του τουρκικού βομβαρδισμού της Τηλλυρίας με βόμβες ναπάλμ και στους εορτασμούς παρέστη ο Τ/Κ ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί.

ε) Στις 27 Αυγούστου αποκαλύφθηκε ότι στις 29 Ιουλίου κατατέθηκε στα Η.Ε. έγγραφο από την Τ/Κ ηγεσία που όχι μόνο ζητά  λύση δυο κρατών αλλά ονομάζει και την κυπριακή δημοκρατία ως «εκλιπούσα», όπως ακριβώς την είχε ονομάσει σε έγγραφό της η Τουρκία.

Ο Πρόεδρος της Βουλής Γ. Ομήρου χαρακτήρισε την ενέργεια αυτή «ως πλήγμα στην αξιοπιστία Ακιντζί» και άλλα κόμματα ως «απόδειξη ότι ο Ακιντζί δεν διαφέρει από τον προκάτοχό του». Βέβαια, δίνεται  η δικαιολογημένη απάντηση ότι «μα δεν μπορεί να «κάνει διαφορετικά ο Ακιντζί γιατί η Τουρκία…». Σωστά, αλλά τότε  με ποιον τρόπο θα  πεισθούν οι Ε/Κ ότι μπορούν να συζήσουν με τους Τ/Κ; Με τις συνεχείς δηλώσεις του Ακιντζί ότι έρχεται σύντομα λύση και ότι συμφωνήθηκε το ένα και το άλλο, οι οποίες στη συνέχεια διαψεύδονται από την ελληνοκυπριακή πλευρά; Γιατί πρέπει να πιστεύσουμε  τον Ακιντζί και όχι τη δική μας κυβέρνηση;

Η αίσθηση που δημιουργείται  είναι πως προκαλείται  μια σύγχυση η οποία αυξάνει μάλλον παρά μειώνει την ανασφάλεια  και απομακρύνει μάλλον παρά  φέρει πιο κοντά τη γέννηση της τρίτης αφήγησης.

*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










107