«Όπως κάθε νέο εγχείρημα που εφαρμόζεται στην εκπαίδευση, χρειάζεται επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς. Εμείς καταθέτουμε τη διάθεση, το ζήλο και το μεράκι μας, εναπόκειται στους ιθύνοντες των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων να τα αξιοποιήσουν και να προχωρήσουν σε μια ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και σ’ αυτό τον τομέα».
Αυτό τόνισε στο χαιρετισμό του στην Ημερίδα του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου «Σχολική Ιστορία» ο πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ και πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Κυπρίων Φιλολόγων Δημήτρης Ταλιαδώρος.
Παραθέτουμε τα κύρια σημεία της ομιλίας του προέδρου Συνδέσμου Ελλήνων Κυπρίων Φιλολόγων:
«Με το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ο Σύνδεσμος Φιλολόγων έχει μία άριστη σχέση που ανάγεται σε βάθος χρόνου. Συνεργαστήκαμε άψογα για τη διοργάνωση, εδώ και χρόνια, του επιμορφωτικού προγράμματος στην ιστορία για τους φιλολόγους.
Το θέμα της σημερινή ημερίδας είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τους μάχιμους εκπαιδευτικούς της έδρας. Να μου επιστρέψετε να καταπιαστώ με μία ενδιαφέρουσα πτυχή της σημερινής ημερίδας. Το θέμα της τοπικής ιστορίας. Η τοπική ιστορία, η ιστορία των τοπικών κοινωνιών συνθέτει σε μεγάλο βαθμό τη συλλογική ιστορία ενός έθνους. Η τοπική ιστορία έχει ως στόχο την καταγραφή της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, τα ήθη και έθιμά τους, τη διάσωση τοπικών παραδόσεων και τέλος την καταγραφή της προσφοράς των τοπικών κοινωνιών στην ευρύτερη κοινωνική, πολιτιστική, οικονομική και εθνική ζωή της πατρίδας μας.
Τα τελευταία χρόνια έχουν κυκλοφορήσει στην Κύπρο αρκετά βιβλία που έχουν ως αντικείμενο την ιστορία των τοπικών κοινωνιών. Ενδεικτικά να αναφέρω ότι σε σχετικό άρθρο του ο ερευνητής Κωστής Κοκκινόφτας αναφέρει ότι από το 1942 μέχρι το 1990 είχαν κυκλοφορήσει στην Κύπρο 60 εκδόσεις με αναφορές στην τοπική ιστορία ενώ την τελευταία εικοσαετία ο αριθμός των εκδόσεων αυτών ανήλθε στις 160.
Ιδιαίτερα στη σημερινή πραγματικότητα, της ημικατεχόμενης πατρίδας μας, η ενασχόληση με την τοπική ιστορία των κατεχόμενων μας κοινοτήτων αποκτά και εθνική διάσταση. Οι εκδόσεις αυτές αποτελούν μια πολύτιμη μαρτυρία και συνιστούν μια ουσιαστική απάντηση στην επιχειρούμενη από τις κατοχικές δυνάμεις εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική αλλοίωση της φυσιογνωμίας των κατεχομένων κοινοτήτων μας.
Η μελέτη της τοπικής ιστορίας συμβάλει σε μια από τις βασικές στοχεύσεις της σχολικής ιστορίας: την εθνική αυτογνωσία. Η γνωριμία με την εθνική προσφορά των τοπικών κοινωνιών της πατρίδας στους εθνικούς αγώνες από την Ελληνική Επανάσταση, μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους, τη Μικρασιατική Εκστρατεία και το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που εκφράστηκε με το κίνημα του εθνικού εθελοντισμού και των εθνικών εράνων συμβάλει στην εθνική αυτοσυνειδησία. Η μελέτη της συνεισφοράς των τοπικών κοινωνιών στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. καταδεικνύει ότι το πάθος για την ελευθερία είναι γερά ριζωμένο στους ανθρώπους αυτής της γης. Ένα πάθος πολυσήμαντο για τη σημερινή ημικατεχόμενη κυπριακή πραγματικότητα.
Η μελέτη της τοπικής ιστορίας στα πλαίσια της εκπαιδευτικής πράξης μπορεί να αποβεί εξαιρετικά χρήσιμη για το σημερινό σχολείο. Η μελέτη αυτή πολύ εύκολα μπορεί να καταδείξει στους νεαρούς βλαστούς των εκπαιδευτηρίων μας ότι η ιστορία δεν είναι το μακρινό παρελθόν, αλλά μια απτή πραγματικότητα που την ζουν και τη βιώνουν στην καθημερινότητά τους. Η διασύνδεση σημαντικών εθνικών ή παγκόσμιων ιστορικών γεγονότων με την τοπική ιστορία δύναται να αποδειχθεί εξαιρετικά επωφελής και παιδαγωγικά παραγωγική.
Οι φιλόλογοι, ως οι κατεξοχήν φορείς της πραγμάτωσης του ανοίγματος αυτού προς τη μελέτη της τοπικής ιστορίας από τους μαθητές μας, δηλώνουμε την ετοιμότητά μας να ενισχύσουμε αυτή την προσπάθεια. Αλλά επιτρέψετε μου να επαναλάβω το αυτονόητο: ότι όπως κάθε νέο εγχείρημα που εφαρμόζεται στην εκπαίδευση, χρειάζεται επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς. Εμείς καταθέτουμε τη διάθεση, το ζήλο και το μεράκι μας, εναπόκειται στους ιθύνοντες των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων να τα αξιοποιήσουν και να προχωρήσουν σε μια ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και σ’ αυτό τον τομέα».