TALIS 2013: Πολύ περιορισμένη η σχολική αυτονομία στην Κύπρο


Ολοκληρώθηκε η Διεθνής Έρευνα για τη Διδασκαλία και Μάθηση - Teaching and Learning International Survey (TALIS 2013), με σκοπό την παροχή πληροφοριών σε διεθνές επίπεδο, αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς, τη διδασκαλία και τη μάθηση, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν τη  Δευτέρα από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), μέσω της Κοινοπραξίας IEA Secretariat (Amsterdam, Netherlands), Statistics Canada (Ottawa, Canada) και IEA DPC (Hamburg, Germany).
Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση, η διεθνής αυτή έρευνα επιδίωξε να συμβάλει στη βελτίωση των πολιτικών των συμμετεχουσών χωρών σε σχέση με την ανάπτυξη επαγγελματιών εκπαιδευτικών υψηλής ποιότητας.
“Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από τη διαμόρφωση ολοκληρωμένης εικόνας σχετικά με τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών, καθώς και τις εφαρμοζόμενες πρακτικές διδασκαλίας και μάθησης. Ταυτόχρονα, η έρευνα προσέφερε στους εκπαιδευτικούς και τους διευθυντές των σχολείων την ευκαιρία να συνεισφέρουν στη λήψη αποφάσεων αναφορικά με τα ζητήματα που η έρευνα εξέτασε”, γράφει η ανακοίνωση.
Όπως προστίθεται “ανάμεσα σε άλλα, η TALIS 2013 επικεντρώθηκε στην επιμόρφωση, στην επαγγελματική ανάπτυξη, στην αξιολόγηση, στην ανατροφοδότηση, στις διδακτικές αντιλήψεις και στις παιδαγωγικές πρακτικές των εκπαιδευτικών, καθώς και σε θέματα σχολικού κλίματος και ηγεσίας”.
Σημειώνεται, ότι στο δεύτερο αυτό κύκλο της έρευνας (ο πρώτος διεξήχθη το 2008) συμμετείχαν 34 χώρες, ανάμεσα στις οποίες και η Κύπρος.
Η Κύπρος εκπροσωπήθηκε στην TALIS 2013 από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (ΥΠΠ) και ειδικότερα από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ), το οποίο ανέλαβε την πλήρη εφαρμογή της έρευνας (Πιλοτική και Κύρια Έρευνα).
Η συμμετοχή του ΥΠΠ στην έρευνα ήταν ιδιαίτερα επιτυχής, εφόσον η Κύπρος κατάφερε να ολοκληρώσει όλες τις διαδικασίες, παραδίδοντας ποιοτικά δεδομένα, με βάση τις αυστηρές προδιαγραφές και τα χρονοδιαγράμματα που τέθηκαν από τους οργανωτές.
Στην Κύρια Έρευνα στην Κύπρο έλαβαν μέρος σχεδόν όλα τα σχολεία (99 σχολεία ή ποσοστό 98,9%) Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Γυμνασιακού Κύκλου (ιδιωτικά και δημόσια) και 1904 εκπαιδευτικοί (20 εκπαιδευτικοί περίπου από κάθε σχολική μονάδα) με ποσοστό συμμετοχής 95,4% του δείγματος της έρευνας.
Τα μέσα συλλογής δεδομένων αποτέλεσαν δύο ερωτηματολόγια, του εκπαιδευτικού και του διευθυντή, ενώ η έρευνα κατέδειξε πλήθος ευρημάτων σε σχέση με τα θέματα που διερευνήθηκαν.
Όσον αφορά το προφίλ των εκπαιδευτικών, αυτοί είχαν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: το 70% ήταν γυναίκες ενώ περισσότεροι από τους μισούς (63%) ανήκαν στην ηλικιακή ομάδα 39-49 ετών με συνολικό μέσο όρο ηλικίας το 43. Το 96% ήταν απόφοιτοι Πανεπιστημίου ή/και με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (επιπλέον, 3% ήταν κάτοχοι διδακτορικού), είχαν κατά μέσο όρο 13 χρόνια διδακτικής εμπειρίας, ενώ το 95% εργαζόταν με καθεστώς πλήρους απασχόλησης.
Σε σχέση με τους συμμετέχοντες διευθυντές, το 53% ήταν γυναίκες, ο μέσος όρος ηλικίας ήταν το 51,5, το 88% ήταν απόφοιτοι Πανεπιστημίου ή/και με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (επιπλέον, 12% ήταν κάτοχοι διδακτορικού), ενώ ο μέσος όρος ετών υπηρεσίας στη διευθυντική θέση ήταν 4,7 χρόνια.
Σε σχέση με το προφίλ των σχολικών μονάδων, ο μέσος όρος του αριθμού των μαθητών στα σχολεία ήταν 364 παιδιά, ο μέσος όρος του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα 21 παιδιά, ο μέσος όρος του αριθμού των εκπαιδευτικών ανά σχολείο 50 εκπαιδευτικοί και η αναλογία μαθητή-εκπαιδευτικού 7:1.
Αναφορικά με το ζήτημα των σχολικών πόρων, οι κυριότερες ελλείψεις που εντοπίζονται στην Κύπρο αφορούν σε έλλειψη/ανεπάρκεια λογισμικών προγραμμάτων για διδασκαλία (44%), έλλειψη προσωπικού στήριξης (44%), έλλειψη εκπαιδευτικών με επάρκεια στη διδασκαλία μαθητών με ειδικές ανάγκες (41%) και έλλειψη/ανεπάρκεια ηλεκτρονικών υπολογιστών για διδασκαλία (40%). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι διευθυντές σε ποσοστό 38% αναφέρονται σε έλλειψη προσοντούχων εκπαιδευτικών.
Επίσης, σύμφωνα με την έρευνα, στην Κύπρο η σχολική αυτονομία παρουσιάζεται πολύ περιορισμένη, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού οι διευθυντές δηλώνουν ότι το σχολείο έχει λόγο κυρίως στην εφαρμογή πολιτικής και διαδικασιών για την πειθαρχία των μαθητών (94%) και στην εφαρμογή πολιτικής για την αξιολόγηση των μαθητών (83%), ενώ σε ζητήματα όπως ο καθορισμός μαθημάτων ή η διαχείριση των εκπαιδευτικών ο βαθμός αυτονομίας παρουσιάζεται μικρός.
Ο χρόνος των διευθυντών αφιερώνεται κυρίως σε διοικητικά και διευθυντικά καθήκοντα και συνεδρίες (43%), ενώ οι περιορισμοί που έχουν οι διευθυντές για την εφαρμογή αποτελεσματικής ηγεσίας εστιάζουν κυρίως στον ανεπαρκή σχολικό προϋπολογισμό (83%), στους κυβερνητικούς κανονισμούς και την πολιτική (77%), στον μεγάλο φόρτο εργασίας και το υψηλό επίπεδο ευθυνών στην εργασία τους (68%).
Σε χαιρετισμό της, η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, Αίγλη Παντελάκη ανέφερε ότι για “το ΥΠΠ η συμμετοχή στις διεθνείς έρευνες είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού συνάδει με την διακηρυγμένη πολιτική του για συνεχή αξιολόγηση και αναβάθμιση με σκοπό τη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων των μαθητών μας”.

“Τα πλούσια στοιχεία”, είπε, “που μας παρατίθενται για τα θέματα που οι έρευνες αυτές μελετούν, μας επιτρέπουν να αξιολογήσουμε τις πρακτικές και τις πολιτικές μας, να τις αναδιαμορφώσουμε ή και να τις ενισχύσουμε, ώστε να επιτύχουμε τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος”.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










210