ΤΗΣ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*
Τα κουδούνια κτύπησαν ξανά και οι μαθητές γέμισαν τις τάξεις με χαμόγελα, καλοκαιρινές ιστορίες και θετική διάθεση, ενώ άλλοι πιθανόν να μην ένιωθαν τόσο έτοιμοι για αυτή την καινούργια αρχή. Καινούρια μέρα, καινούργιο σχολείο, καινούργιοι συμμαθητές και δάσκαλοι-καθηγητές… καινούργιοι στόχοι και όνειρα! Τι συμβαίνει όμως στις περιπτώσεις που οι στόχοι των μαθητών είναι ιδιαίτερα υψηλοί… και πιο συγκεκριμένα, τι γίνεται όταν δεν καταφέρουν να τους κατακτήσουν όπως θα ήθελαν;
Η τελειομανία είναι ένας πολυδιάστατος τύπος προσωπικότητας που σε παθολογικές καταστάσεις τα συμπτώματα που την χαρακτηρίζουν, συναντούν μερικά από τα συμπτώματα τις Ψυχαναγκαστικής Διαταραχής (McKay, 2015). Σε αντίθεση με το υγιές «κυνήγι» της επιτυχίας και της προσωπικής προόδου, η τελειομανία είναι μια δυσλειτουργική συμπεριφορά, όπου τα άτομα θέτουν υψηλούς και άπιαστους στόχους τους οποίους είναι δύσκολο να κατακτήσουν με αποτέλεσμα να μην είναι ποτέ ευχαριστημένοι από την επίδοσή τους. Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι συχνές στο μαθητικό πληθυσμό, ανεξαιρέτως ηλικίας (Kearns et al., 2008). Ψάχνοντας τα αίτια αυτού του φαινομένου, η βιβλιογραφία μας οδηγεί στα πρότυπα που έχουν τα άτομα τα οποία λειτουργούν ως φιγούρες στις οποίες θα ήθελαν να μοιάσουν, στα «πρέπει» της οικογένειας, στις υψηλές προσδοκίες του περιβάλλοντος, στις απαιτήσεις της ανταγωνιστικής κοινωνίας, αλλά και σε μια προδιάθεση προς την επιτυχία (Rasim, 2012).
Οι τελειομανείς μαθητές τείνουν να θέτουν υψηλούς και δύσκολους στόχους, να προσπαθούν έντονα για την κατάκτησή τους, να έχουν την ανάγκη για συστηματική επιβράβευση και σύγκριση με τα άλλα άτομα, να αξιολογούν καθημερινά τον εαυτό τους –συμπεριφορά που συνοδεύεται από έντονο άγχος-, να ματαιώνονται σε κάθε αποτυχία επίτευξης των στόχων τους, να αναπτύσσουν αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό τους, να υποτιμούν τις δυνατότητές τους -γεγονός που φέρει αρνητικό αντίκτυπο στην αυτοεκτίμησή τους- και τέλος να παραιτούνται ολοκληρωτικά από τους στόχους τους και να καθιερώνουν νέους ακόμη πιο δύσκολους στόχους. Στην πιο πάνω διαδικασία οφείλονται τα αυξημένα επίπεδα καθημερινού άγχους που βιώνουν τα άτομα, η καταναγκαστική συμπεριφορά να βρίσκονται συνέχεια σε εγρήγορση και μια συνεχή προσπάθεια επιτυχίας, όπως και οι σκέψεις αναξιότητας σε κάθε αποτυχία, η έλλειψη ικανοποίησης και η χαμηλή αυτοεκτίμηση (Rosenbaum, Rosenbaum & Stephan, 2011).
Απαραίτητος είναι ο ρόλος του γονέα, του εκπαιδευτικού και του ψυχολόγου για την πρόληψη και την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, εφαρμόζοντας απλές καθημερινές μεθόδους όπως (Thomas, 2013; Ferguson, 2008):
1. Ενημερώστε τα παιδιά για το φαινόμενο της «τελειομανίας» και τις συνέπειές της στον ψυχισμό τους. Συζητήστε μαζί τους υποθετικά σενάρια και προτρέψετέ τους να προτείνουν ιδέες σχετικά με τον τρόπο που θα βοηθούσαν ένα συμμαθητή τους που αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα.
2. Βοηθήστε τους να κατανοήσουν τη διαφορά μεταξύ της προσπάθειας για πρόοδο και της τελειομανίας. Εξηγήστε τους ότι η πρόοδος επικεντρώνεται στο να γίνουν όσο καλύτεροι μπορούν αναπτύσσοντας τις δεξιότητές τους, ενώ η τελειομανία στο να αποφεύγουν κάθε λάθος και οτιδήποτε μπορεί να κριθεί ως αρνητικό. Ξεκαθαρίστε στους μαθητές, ότι τα λάθη είναι φυσιολογικά, θεωρούνται ως πιθανές ευκαιρίες μάθησης και όχι κάτι που πρέπει να κρίνεται και να δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα.
3. Αποφύγετε τις συγκρίσεις μεταξύ των μαθητών όπως και τους χαρακτηρισμούς «ο καλύτερος μαθητής», «ταλαντούχος» κτλ. Δώστε την ευκαιρία σε όλους τους μαθητές να εντοπίσουν τις δυνατότητες τους αλλά και τις αδυναμίες τους, ώστε να καταλάβουν πως όλοι μπορούν να προοδεύσουν αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι τέλειος. Πραγματοποιήστε δραστηριότητες στις οποίες οι μαθητές θα παρουσιάσουν τις αδυναμίες τους με τρόπο που να μην ντρέπονται για αυτές και συζητήστε πόσο φυσιολογικό είναι όλα τα άτομα να έχουν δυνατά και λιγότερο δυνατά σημεία.
4. Χρησιμοποιήστε καθημερινά θετικές δηλώσεις για τους μαθητές και επιβραβεύστε τους λεκτικά στα μικρά βήματα που κάνουν και στις μικρές και καθημερινές τους επιτυχίες. Τα θετικά σχόλια από τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς φαίνεται να έχουν θετικό αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο οι μαθητές αντιλαμβάνονται και κρίνουν τον εαυτό τους.
5. Κτίσε την εμπιστοσύνη και «προσκαλέστε» τους μαθητές και τα παιδιά σας να μιλήσουν σε εσάς για οτιδήποτε τους προβληματίζει, υιοθετώντας μια στάση αποδοχής, αποφεύγοντας την κριτική και προσπαθώντας να τους καθοδηγήσετε στην εξεύρεση λύσης σε κάθε πρόβλημά τους. Στηρίξτε τους σε κάθε αποτυχία τους και προτρέψτε τους να προσπαθήσουν ξανά, σχολιάζοντας πόσο καλά τα κατάφεραν μέχρι στιγμής.
*Σχολική Ψυχολόγος
Φοιτήτρια Διδακτορικού Προγράμματος Κλινικής Ψυχολογίας
Μέλος Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Τμήμα Ψυχολογίας