Το Ανώτατο απέρριψε προσφυγή κατά της νομιμότητας της Αγοράς Υπηρεσιών στα ΚΙΕ


Με τη συμμετοχή της χωρίς διαμαρτυρία στη διαδικασία, η αιτήτρια στερείται του απαιτούμενου έννομου συμφέροντος για έγερση λόγων ακύρωσης

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή της Μαριάννας Χατζηγαβριήλ εναντίον του Υπουργείου Παιδείας για τη διαδικασία πρόσληψης στα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης.  

Η υπόθεση:  

«ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Δ.Δ.Δ.:Με την υπό εξέταση προσφυγή, προσβάλλεται ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος «η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση (ΥΠΠ) να μην ανατεθεί στην αιτήτρια σύμβαση για παροχή υπηρεσιών για τη διδασκαλία μαθημάτων στα «Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης» (Μ.Ε. 16/13), όπως ανακοινώθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, ημερομηνίας 1.10.2013».

Το Υπουργικό Συμβούλιο, με την υπ' αρ. 75.235 Απόφασή του, ημερομηνίας 5.6.2013, εξουσιοδότησε τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για στελέχωση, από τη σχολική χρονιά 2013-2014, των απογευματινών και βραδινών προγραμμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (στο εξής «το Υπουργείο»), με το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών από το εν λόγω Υπουργείο, σύμφωνα με τα κριτήρια και τη διαδικασία που προβλέπεται στους περί Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων, Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμους του 2006 έως το 2012 (Ν.12(Ι)/2006), ως αυτοί ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο (στο εξής «ο Νόμος»). Είχε προηγηθεί η, δυνάμει της ιδίας Απόφασής του, ημερομηνίας 5.6.2013, υπό του Υπουργικού Συμβουλίου ανάκληση προηγούμενων αποφάσεών του αναφορικά με την ίδρυση και λειτουργία του Ιδρύματος Διαχείρισης Απογευματινών και Βραδινών Προγραμμάτων.

Σε συνέχεια της πιο πάνω Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, το Υπουργείο, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Δημοσίων Συμβάσεων του Υπουργείου Οικονομικών, συνέταξε τα σχετικά Έγγραφα Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για Αγορά Υπηρεσιών για Διδασκαλία Μαθημάτων στα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης (Κ.Ι.Ε.), Αρ. Προσφοράς Μ.Ε. 16/13, λαμβάνοντας υπόψη σχετική εγκύκλιο του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 8.3.2006 (συνημμένο 4 στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση). Θεώρησε επίσης το Υπουργείο ότι η συγκεκριμένη διαδικασία αφορούσε στην παροχή υπηρεσιών εκπαίδευσης, και, ως τέτοια, ενέπιπτε στο Παράρτημα ΙΙ Β του Νόμου.

Εν συνεχεία, και συγκεκριμένα στις 25.7.2013, αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του Υπουργείου και στην ιστοσελίδα των Κ.Ι.Ε. τα Έγγραφα Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για Αγορά Υπηρεσιών για Διδασκαλία Μαθημάτων στα Κ.Ι.Ε., Αρ. Προσφοράς Μ.Ε. 16/13. Η εν λόγω ανάρτηση συνοδευόταν με την ανακοίνωση «Προκήρυξη Διαγωνισμού για Αγορά Υπηρεσιών για Διδασκαλία Μαθημάτων στα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης, Αρ. Προσφοράς Μ.Ε. 16/13». Από τις 25.7.2013 μέχρι και 9.8.2013, και ώρα 12.00, είχαν υποβληθεί από τους εκπαιδευτές τα έντυπα εκδήλωσης ενδιαφέροντος για αγορά υπηρεσιών για διδασκαλία μαθημάτων στα Κ.Ι.Ε., μαζί με αντίγραφα όλων των σχετικών πιστοποιητικών, ενώ από τις 9.8.2013, μετά τις 12.00, μέχρι και τις 14.8.2013, το Συμβούλιο Προσφορών του Υπουργείου αποσφράγισε τις εκδηλώσεις ενδιαφέροντος που είχαν έγκαιρα υποβληθεί ή αποσταλεί και παραληφθεί, τις αρίθμησε και τις σφράγισε. Προέκυπτε δε ότι η αιτήτρια είχε υποβάλει εμπρόθεσμη εκδήλωση ενδιαφέροντος.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης, από τις 14.8.2013 μέχρι και τις 30.8.2013, αξιολογήθηκαν, από Τριμελή Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης, οι υποβληθείσες εκδηλώσεις ενδιαφέροντος. Η εν λόγω Επιτροπή, αφού αξιολόγησε τη συμβατότητα και τη συνάφεια των δικαιολογητικών που συνόδευαν τις εκδηλώσεις ενδιαφέροντος, οι οποίες πληρούσαν τις προϋποθέσεις συμμετοχής που προβλέπονταν στην οικεία Πρόσκληση για το Διαγωνισμό, μοριοδότησε, με βάση τα εκεί καθορισμένα κριτήρια, τους υποψηφίους, καταχωρώντας τα ονόματά τους, με βάση τον αριθμό της.

Στη συνέχεια, και συγκεκριμένα στις 4.9.2013, μετά την έγκριση του Συμβουλίου Προσφορών, αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του Υπουργείου τα Προκαταρκτικά Μητρώα Εκπαιδευτών. Η αιτήτρια συγκέντρωσε 55 μόρια για τα Μητρώα Α1 και Α2 και 70 μόρια για το Μητρώο Β της επαρχίας Λευκωσίας, ήτοι για τα μαθήματα Νέων Ελληνικών και Ιστορίας αντίστοιχα, για τα οποία είχε υποβάλει αίτηση. Ακολούθησε η υπό των εκπαιδευτών υποβολή παρατηρήσεων, προκειμένου να επαληθευτεί η ορθότητα των στοιχείων. Εν τέλει, η Ειδική Τριμελής Επιτροπή, μετά την μελέτη των παρατηρήσεων για την επαλήθευση της ορθότητας των στοιχείων, κατάρτισε τα Τελικά Μητρώα, τα οποία αφού εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο Προσφορών, αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του Υπουργείου, στις 11.9.2013.

Στις 30.9.2013, μετά το πέρας της προθεσμίας άσκησης προσφυγής ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, και εν τη απουσία οποιουδήποτε προσωρινού μέτρου για αναστολή της διαδικασίας ανάθεσης ή της εκτέλεσης πράξης ή απόφασης της αναθετούσας αρχής ή της υπογραφής της σύμβασης, διενεργήθηκαν οι κληρώσεις των ισοψηφούντων στα Αναθεωρητικά Τελικά Μητρώα, με βάση σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου. Την 1.10.2013, ανακηρύχθηκαν, ως ανάδοχοι της σύμβασης, οι εκπαιδευτές με την πιο ψηλή μοριοδότηση και αναρτήθηκαν οι σχετικοί κατάλογοι με την ανάθεση τμημάτων.

Στις 2.10.2013 και 3.10.2013, οι ανάδοχοι κλήθηκαν στο Υπουργείο για τη σχετική ανάθεση και υπογραφή της σύμβασης, αφού είχαν προηγουμένως αναρτηθεί, στις 2.10.2013, τα Αναθεωρημένα Τελικά Μητρώα. Με βάση δε τους καταλόγους των τμημάτων Νέων Ελληνικών και Ιστορίας που είχαν συσταθεί στην επαρχία Λευκωσίας, δεν ανατέθηκε κανένα τμήμα στην αιτήτρια. Η τελευταία αντέδρασε, καταχωρώντας την παρούσα προσφυγή.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε υπέρ είτε κατά της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

Προέχει, λόγω της φύσης της και της εγγενούς σπουδαιότητας που ενέχει, η εξέταση της προδικαστικής ένστασης των καθ' ων η αίτηση (ΥΠΠ).

Ισχυρίζονται λοιπόν οι καθ' ων η αίτηση ότι η αιτήτρια στερείται του απαραίτητου εννόμου συμφέροντος για έγερση της παρούσας προσφυγής, καθότι αυτή συμμετείχε στην εν λόγω διαδικασία, μέχρι και το πέρας αυτής και την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ανεπιφύλακτα και χωρίς να έχει υποβάλει οποιαδήποτε ένσταση κατά της εγκυρότητας της εν λόγω διαδικασίας ενόσω αυτή εκκρεμούσε.

Αποτελεί πάγια γραμμή της ημεδαπής νομολογίας ότι όχι μόνο η προσφυγή αλλά και έκαστος λόγος ακύρωσης θα πρέπει να προβάλλεται μετ' εννόμου συμφέροντος για να είναι παραδεκτός

Κρίνω δε ορθό τον ισχυρισμό των καθ' ων η αίτηση ότι, κατ' εφαρμογή του δόγματος της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, η αιτήτρια στερείται του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος και κωλύεται να προβάλλει τώρα ισχυρισμούς αναφορικά με την εγκυρότητα και/ή νομιμότητα και/ή ορθότητα της διαδικασίας που απέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση που ανακοινώθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου, την 1.10.2013. Η αιτήτρια συμμετείχε στην εν λόγω διαδικασία ανεπιφύλακτα και/ή χωρίς διαμαρτυρία και/ή ένσταση, δηλαδή επιδοκίμασε με τη συμμετοχή της την υπό αναφορά διαδικασία και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί στη συνέχεια, επειδή η προσδοκία της για ανάθεση σε αυτήν σύμβασης παροχής υπηρεσιών για τη διδασκαλία μαθημάτων στα Κ.Ι.Ε. δεν υλοποιήθηκε, να την αποδοκιμάζει και να επιδιώκει την ακύρωσή της. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας της επίδικης διαδικασίας, την οποία η ημεδαπή νομολογία, πάγια και διαχρονικά, θεωρεί ανεπίτρεπτη. 

Εν προκειμένω, η υπό της αιτήτριας συμμετοχή στην επίδικη διαδικασία έγινε με ελεύθερη βούληση και ανεπιφύλακτα, η οποία ωσαύτως, σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος, στερεί από την αιτήτρια το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για έγερση λόγων ακύρωσης που αφορούν στην επίδικη διαδικασία . Μάλιστα, ακόμη και αν γινόταν δεκτός ο ισχυρισμός ότι η εκ μέρους της αιτήτριας συμμετοχή στην εν λόγω διαδικασία έγινε διότι δεν είχε άλλη επιλογή, ως διατείνεται η αιτήτρια, τίποτε δεν εμπόδιζε αυτήν από του να συμμετάσχει στην εν λόγω διαδικασία με πλήρη επιφύλαξη των δικαιωμάτων της, δεδομένου ότι είχε όλη την ευχέρεια και δυνατότητα εύκολα να εγείρει επιφύλαξη. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν έγινε, με αποτέλεσμα το έννομο συμφέρον της αιτήτριας να έχει εκλείψει. Ακριβώς αυτή την προσέγγιση ακολούθησε το Ανώτατο Δικαστήριο σε σειρά αποφάσεων του

Τα πιο πάνω τυγχάνουν εφαρμογής και στην παρούσα υπόθεση, με αποτέλεσμα, η εκ μέρους της αιτήτριας ανεπιφύλακτη συμμετοχή της στην επίδικη διαδικασία να οδηγεί στην εξάλειψη του απαραίτητου εκ μέρους της εννόμου συμφέροντος για προβολή οποιουδήποτε λόγου ακύρωσης που άπτεται της διαδικασίας που ακολουθήθηκε μέχρι και τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

Εν προκειμένω, και οι τρεις λόγοι που προβάλλει και αναπτύσσει η αιτήτρια προς υποστήριξη της προσφυγής της έχουν ως υπόβαθρο και/ή κοινό σημείο αναφοράς την αμφισβήτηση της εγκυρότητας και/ή νομιμότητας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση έως και την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Όπως έχει ήδη αναφερθεί πιο πάνω, με τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης και τη σχετική επιχειρηματολογία που αναπτύσσει, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η επίδικη διαδικασία πάσχει ως παραβιάζουσα την ημεδαπή νομοθεσία και το Ενωσιακό δίκαιο. Όπως επίσης έχει επισημανθεί ανωτέρω, βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας της αιτήτριας αποτελεί ο ισχυρισμός ότι η διακήρυξη του διαγωνισμού και η διαδικασία που ακολουθήθηκε για αγορά υπηρεσιών από εκπαιδευτές για διδασκαλία μαθημάτων στα Κ.Ι.Ε. υπήρξε παράνομη ως αντιβαίνουσα το Νόμο, ο οποίος ρητά εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του τις συμβάσεις εργασίας, καθώς και τις διατάξεις της Οδηγίας. Επιπρόσθετα, και η επιχειρηματολογία που προβάλλεται στο πλαίσιο του δεύτερου και τρίτου λόγου ακύρωσης, περί παραβίασης του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Νόμου 158(Ι)/1999 αντίστοιχα, έχει ως υπόβαθρο τον ισχυρισμό περί πάσχουσας και/ή παράνομης προκήρυξης της διαδικασίας.

Ωστόσο, όπως ορθώς έχει επισημάνει και η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, η αιτήτρια, σε κανένα στάδιο της επίδικης διαδικασίας, ενόσω αυτή εκκρεμούσε, έως και την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν υπέβαλε οποιαδήποτε ένσταση και/ή διαμαρτυρία κατά της εγκυρότητας και/ή ορθότητας της εν λόγω διαδικασίας. Αντίθετα, η αιτήτρια συμμετείχε στην εν λόγω διαδικασία, μέχρι και το πέρας αυτής και την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ανεπιφύλακτα και χωρίς να έχει υποβάλει οποιαδήποτε ένσταση, όπως κάλλιστα θα μπορούσε και όφειλε να πράξει, εφόσον δεν συμφωνούσε και/ή αμφισβητούσε την ορθότητα και εγκυρότητα της διαδικασίας αυτής.

Συνακόλουθα, και υπό το φως των νομολογιακών αρχών επί του θέματος που έχουν αναφερθεί αναλυτικά πιο πάνω, κρίνω ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί. Η αιτήτρια, για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, στερείται του απαραίτητου εννόμου συμφέροντος να εγείρει λόγους ακύρωσης που αφορούν στην επίδικη διαδικασία. Όπως δε έχει εκτεθεί λεπτομερώς ανωτέρω, όλοι οι λόγοι ακύρωσης που αναπτύσσει η αιτήτρια προς υποστήριξη της προσφυγής της, αφορούν ακριβώς στην εγκυρότητα και νομιμότητα της επίδικης διαδικασίας, με αποτέλεσμα η υπό εξέταση προσφυγή να υπόκειται σε απόρριψη ως απαράδεκτη.

Με αυτή τη διαπίστωση, παρέλκει η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί στην παρούσα προσφυγή.

Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με €1.200 έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ' ων η αίτηση».

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










640