Το Δικαστήριο δικαίωσε τη Χαραλαμπία Ολυμπίου στην προσφυγή της κατά της ΕΕΥ


Για απόρριψη του αιτήματος της για εγγραφή της στον Ειδικό Κατάλογο Διοριστέων Εκπαιδευτικών για Άτομα με Αναπηρίες στην ειδικότητα Φιλολογικών. 

Το Διοικητικό Δικαστήριο δικαίωσε τη Χαραλαμπία Ολυμπίου στην προσφυγή της κατά της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας η οποία στις 17.3.2014, δεν συμπεριέλαβε αυτήν και/ή απέρριψε την αίτησή της για εγγραφή της στον Ειδικό Κατάλογο Διοριστέων Εκπαιδευτικών για Άτομα με Αναπηρίες (στο εξής «ο Κατάλογος»), στην ειδικότητα Φιλολογικών.

Είναι η δεύτερη μέσα σε λίγες μέρες προσφυγή από εκπαιδευτικό με αναπηρίες που κερδίζει προσφυγή στο δικαστήριο κατά της ΕΥΥ. Προηγήθηκε την περασμένη εβδομάδα η δικαίωση της  νηπιαγωγού Άννας Κυριάκου.

Ακολουθεί το ιστορικό και η  κατάληξη του Δικαστηρίου:

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Δ.Δ.Δ.:Η αιτήτρια, με την παρούσα προσφυγή, προσβάλλει ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος την απόφαση των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 17.3.2014, με την οποία οι καθ' ων η αίτηση δεν συμπεριέλαβαν αυτήν και/ή απέρριψαν την αίτησή της για εγγραφή της στον Ειδικό Κατάλογο Διοριστέων Εκπαιδευτικών για Άτομα με Αναπηρίες (στο εξής «ο Κατάλογος»), στην ειδικότητα Φιλολογικών. 

Η μελέτη των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης αποκαλύπτει τα εξής:

Η αιτήτρια είναι εγγεγραμμένη στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Φιλολογικών και στις 3.9.2010 υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στον Κατάλογο (Ειδικότητα Φιλολογικών). Η Ε.Ε.Υ., με σχετική επιστολή της ημερομηνίας 14.9.2010, απέστειλε τα ιατρικά πιστοποιητικά της αιτήτριας στη Διευθύντρια του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, προκειμένου αυτά να διαβιβαστούν στην Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή και η τελευταία να γνωμοδοτήσει κατά πόσο η αιτήτρια είναι άτομο με αναπηρία, καθώς και κατάλληλη για άσκηση των καθηκόντων εκπαιδευτικού (Καθηγήτρια Φιλολογικών), όπως αυτά καθορίζονται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας. Στις 2.11.2010, η Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή γνωμοδότησε ότι η αιτήτρια δεν ενέπιπτε στον ορισμό του όρου «άτομο με αναπηρίες», σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 του περί Πρόσληψης Ατόμων με Αναπηρίες στον Ευρύτερο Δημόσιο Τομέα (Ειδικές Διατάξεις) Νόμου του 2009 (Ν.146(Ι)/2009), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (στο εξής «ο Νόμος»), ενημερώνοντας με σχετική επιστολή, ημερομηνίας 18.11.2010, την Ε.Ε.Υ.. Η τελευταία ολοκλήρωσε την εξέταση της αίτησης της αιτήτριας στη συνεδρία της, ημερομηνίας 20.12.2010, και, υιοθετώντας τη γνωμοδότηση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής, αποφάσισε να την απορρίψει, ενημερώνοντας συναφώς την αιτήτρια, με επιστολή της ημερομηνίας 28.2.2011.

Η αιτήτρια αντέδρασε και, με επιστολή ημερομηνίας 8.3.2011, υπέβαλε ένσταση για τη μη συμπερίληψή της στον Κατάλογο, εκθέτοντας σχετική επιχειρηματολογία υπέρ της συμπερίληψής της στον εν λόγω Κατάλογο. Στη συνεδρία της ημερομηνίας 4.4.2011, η Ε.Ε.Υ. μελέτησε την εν λόγω ένσταση και αποφάσισε να την παραπέμψει στο Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, για να εξεταστεί από την Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή. Στις 18.5.2011, η Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή γνωμοδότησε και πάλι ότι η αιτήτρια δεν ενέπιπτε στο άρθρο 2 του Νόμου, ενημερώνοντας την Ε.Ε.Υ. με σχετική επιστολή, ημερομηνίας 18.11.2010. Ακολούθως, η Ε.Ε.Υ. εξέτασε την έκθεση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής, στη συνεδρία της ημερομηνίας 3.6.2011, και, υιοθετώντας σχετική γνωμοδότησή της, αποφάσισε να απορρίψει την ένσταση της αιτήτριας, ενημερώνοντας την σχετικά με επιστολή ημερομηνίας 3.6.2011.

Εναντίον της απόρριψης της ένστασής της, η αιτήτρια καταχώρησε την προσφυγή αρ. 1092/2011. Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφασή του ημερομηνίας 21.11.2012[1], ακύρωσε την προαναφερθείσα απόφαση της Ε.Ε.Υ., λόγω πάσχουσας συγκρότησης της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής. Η Ε.Ε.Υ., στο πλαίσιο επανεξέτασης της ακυρωθείσας απόφασής της, με επιστολή ημερομηνίας 31.1.2013, απέστειλε στη Διευθύντρια του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες τα ιατρικά πιστοποιητικά της αιτήτριας, με την παράκληση να τα διαβιβάσει ξανά στην Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή, προκειμένου η τελευταία να γνωμοδοτήσει κατά πόσο η αιτήτρια ήταν άτομο με αναπηρία, καθώς και κατάλληλη για άσκηση των καθηκόντων του εκπαιδευτικού.

Στις 14.11.2013, η Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή, γνωμοδότησε και πάλι ότι η αιτήτρια δεν ενέπιπτε στον ορισμό του όρου «άτομο με αναπηρίες», σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 του Νόμου. Υιοθετώντας την εν λόγω γνωμοδότηση, η Ε.Ε.Υ. ολοκλήρωσε την επανεξέταση της αίτησης της αιτήτριας στη συνεδρία της ημερομηνίας 14.1.2014, και αποφάσισε την απόρριψή της.

Εν συνεχεία, και μετά την ανάρτηση των πινάκων διοριστέων Φεβρουαρίου 2014, η αιτήτρια, με επιστολή ημερομηνίας 13.3.2014, υπέβαλε ένσταση για τη μη συμπερίληψή της στον Κατάλογο. Εξετάζοντας την εν λόγω ένσταση και τους εκεί περιεχόμενους ισχυρισμούς της αιτήτριας, η Ε.Ε.Υ., στη συνεδρία της ημερομηνίας 17.3.2014, αποφάσισε να την απορρίψει, ενημερώνοντας σχετικά την αιτήτρια, με επιστολή ημερομηνίας 21.3.2014.

Εναντίον της απόφασης της Ε.Ε.Υ, η αιτήτρια καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή.

Κατάληξη:  

Εν πρώτοις, θεωρώ ότι από κανένα σημείο του διοικητικού φακέλου,  ούτε και από την έκθεση της Πολυθεματικής Επιτροπής δεν προκύπτει, έστω στοιχειώδης, και/ή επαρκής εξήγηση ως προς το σκεπτικό της εν λόγω Επιτροπής, το οποίο οδήγησε στην γνωμοδότηση ότι η αιτήτρια δεν εμπίπτει στον ορισμό του όρου «άτομο με αναπηρίες», ως αυτός προβλέπεται στο άρθρο 2 του Νόμου. Υπάρχει βέβαια, στο σημείο Δ.1. του Μέρους Δ («ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΠΟΛΥΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ»), αμέσως μετά την κατάληξη ότι η αιτήτρια δεν εμπίπτει στον πιο πάνω ορισμό, η επεξήγηση «λόγω καλής όρασης στο αριστερό μάτι με 10/10 c/c (με γυαλιά) χωρίς κανένα παθολογικό πρόβλημα σε αυτό», ωστόσο αυτό δεν επιλύει το πρόβλημα και δεν θεραπεύει την έλλειψη αιτιολογίας που υφίσταται εν προκειμένω, αφού και πάλι δεν αποκαλύπτεται πως και γιατί η εν λόγω Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια δεν είναι «άτομο με αναπηρίες», δεδομένου βέβαια και του αναντίλεκτου γεγονότος ότι στον δεξιό οφθαλμό της αιτήτριας έχει επέλθει πλήρης βλάβη και αυτός είναι τυφλός. Ας σημειωθεί, περαιτέρω, ότι ουδεμία αναφορά  γίνεται από τους καθ' ων η αίτηση ούτε και στα επανειλημμένα παράπονα της αιτήτριας αναφορικά με τα προβλήματα και/ή αδυναμίες του αριστερού οφθαλμού της, τα οποία εξέθεσε αναλυτικά και στην ένστασή της, παρόλο που γίνεται αναφορά στην προαναφερθείσα επεξήγηση της έκθεσης ότι η «καλή όραση» της αιτήτριας στο αριστερό μάτι είναι αποτέλεσμα της χρήσης γυαλιών και παρόλο που υπάρχουν σχετικά ιατρικά πιστοποιητικά και ως προς αυτό το ζήτημα.

Εν πάση περιπτώσει, και ανεξαρτήτως της όποιας αδυναμίας ή/και άλλου προβλήματος του αριστερού οφθαλμού, κρίνω ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε επαρκής αιτιολογία και δεν στοιχειοθετείται επαρκώς η κατάληξη της Επιτροπής ότι η αιτήτρια δεν είναι «άτομο με αναπηρίες», εν τη εννοία του προαναφερθέντος άρθρου 2 του Νόμου, με αποτέλεσμα, κάτω από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης, να καθίσταται ανέφικτη η άσκηση του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου και η προσβαλλόμενη απόφαση να πάσχει ως μη επαρκώς και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη (βλ. Δημοκρατία ν. KrashiasFootwearIndustriesLtd (2009) 3 A.A.Δ. 92).   

Επαναλαμβάνω, συναφώς, ότι η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοστούν σε κάθε περίπτωση και δεν θεωρείται ολοκληρωμένη αν επαναλαμβάνει απλώς τις διατάξεις του Νόμου. Επανάληψη γενικών όρων του Νόμου, ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία, που καθιστά αδύνατο τον δικαστικό έλεγχο, εφόσον δεν εκτίθενται τα γεγονότα πάνω στα οποία διαμορφώθηκε η κρίση της Διοίκησης ή που μπορεί να έτυχε εφαρμογής γενικότροπα και σε κάθε περίπτωση (βλ. Πιπερίδης κ.α., ανωτέρω). Εν προκειμένω, πέραν της κατάληξης της Πολυθεματικής Επιτροπής ότι η αιτήτρια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού του όρου «άτομο με αναπηρίες» κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 του Νόμου, δεν υπάρχει οτιδήποτε άλλο που να καταγράφει, έστω στοιχειωδώς, το σκεπτικό της Επιτροπής αναφορικά με την κατάληξή της και να καταδεικνύει και/ή να αιτιολογεί επαρκώς την γνωμοδότηση της εν λόγω Επιτροπής. Ιδιαίτερα στην υπό εξέταση περίπτωση, όπου η αιτήτρια προέβαλε με την ένστασή της, και λεπτομερώς, σειρά επιχειρημάτων που συνηγορούσαν, κατά την άποψή της, υπέρ του ότι αυτή είναι άτομο με αναπηρίες, κρίνω ότι απαιτούνταν ανάλογη και, εν πάση περιπτώσει, επαρκής αιτιολόγηση εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά συνέπεια, η γνωμοδότηση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής πάσχει ως μη επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη και συμπαρασύρει, ωσαύτως, σε ακυρότητα την απόφαση της Ε.Ε.Υ., η οποία, όπως ρητά αναφέρεται στο πρακτικό ημερομηνίας 17.3.2014, αλλά και στην επιστολή ημερομηνίας 21.3.2014, που απεστάλη στην αιτήτρια, υιοθέτησε τη γνωμοδότηση της Πολυθεματικής, απορρίπτοντας την αίτηση της αιτήτριας.

Με αυτή τη διαπίστωση, παρέλκει η εξέταση άλλων λόγων ακύρωσης που έχουν εγερθεί με την υπό εξέταση προσφυγή.

Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με €1.200 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ' ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.

Ολόκληρη η απόφαση ΕΔΩ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











374