ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*
Το πιο σημαντικό πολιτικό γεγονός της περασμένης βδομάδας ήταν, πιστεύω, η υποβολή των υποψηφιοτήτων για τις εκλογές της 25ης Μαΐου για ανάδειξη των έξι Κυπρίων μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την επόμενη πενταετία και ,πιο συγκεκριμένα, το εκπληκτικό φαινόμενο της πληθώρας υποψηφιοτήτων (61 συνολικά, εκ των οποίων 53 ενταγμένοι σε 10 συνδυασμούς και 8 ανεξάρτητοι). Το φαινόμενο αυτό γίνεται ακόμα πιο εκπληκτικό, όταν σκεφθεί κανείς ότι παρουσιάζεται σε μια χρονική περίοδο που παρατηρείται σημαντικό ποσοστό αποχής των ψηφοφόρων από τις κάλπες και αδιαφορία της πλειονότητας των νέων ψηφοφόρων να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους, αλλά και σε μια εποχή που οι ευρωπαϊκές στατιστικές (Eurostat) δείχνουν μεγάλη απαξίωση της Ενωμένης Ευρώπης και των θεσμικών της οργάνων. (Στη δημοσκόπηση της 11ης Απριλίου 2014 που δημοσιοποίησε το ΡΙΚ, 55% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι είχαν αρνητική εικόνα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό επιβεβαιώνεται και με τη δημοσίευση πολλών άρθρων στα οποία οι αρθρογράφοι διερωτώνται για ποια Ευρώπη να ενδιαφερθούν). Πώς μπορεί να εξηγηθεί το φαινόμενο αυτό και ποια μηνύματα στέλλει για την κατάσταση της πολιτικής στη χώρα μας;
Μια εξήγηση είναι η σημασία που έχουν αυτές οι εκλογές για όλα τα πολιτικά κόμματα. Όλα νιώθουν πιεσμένα και στριμωγμένα. Γι αυτό, σε μια προσπάθεια να πείσουν τους ψηφοφόρους τους να προσέλθουν στις κάλπες, ανέλαβαν παγκύπρια εκστρατεία με στόχο να πείσουν ότι η ψηφοφορία για εκλογή ευρωβουλευτών είναι πολύ σημαντική, γιατί α)η Ευρώπη καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική της Κύπρου (συγκεκριμένα αναφέρεται ότι 80% των νομοθετημάτων που ψηφίζει η Κυπριακή Βουλή είναι μετάφραση νομοθετημάτων που έρχονται από την Ευρωβουλή), και β) στην Ευρώπη λαμβάνονται οι αποφάσεις που θα κρίνουν την τύχη της Κύπρου, επομένως ,πρέπει να συμμετέχουμε και εμείς στη λήψη των αποφάσεων και όχι να αφήνουμε άλλους να αποφασίζουν για μας. Μερικοί μάλιστα προχώρησαν περισσότερο και δήλωσαν ότι, αν επιτύχουν να εκλεγούν, θα προσπαθήσουν να αλλάξουν την Ευρώπη, για να έχει μέλλον. Στο ίδιο μοτίβο, όσα από τα κόμματα έχουν αδελφά κόμματα στην Ευρώπη (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό, Ευρωπαϊκό Κόμμα Φιλελευθέρων, Κόμμα Πρασίνων), παραπέμπουν σ’ εκείνα για να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι ψηφίζοντας τους δικούς τους υποψήφιους, τους παρέχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν την Κύπρο μέσω εξασφάλισης της υποστήριξης του αδελφού κόμματος.
Αυτές οι εξηγήσεις ωστόσο δεν φαίνεται να έχουν μεγάλη απήχηση μεταξύ του ευρέος κοινού. Υπάρχουν μάλιστα πολλοί κυνικοί πολίτες που βλέπουν την πληθώρα των υποψηφίων ως αποτέλεσμα του κινήτρου των υψηλών αποδοχών της θέσης του ευρωβουλευτή(20.000 ευρώ το μήνα) αλλά και του κινήτρου της δημόσιας προβολής (έναντι του χαμηλού τιμήματος των χιλίων ευρώ). Άλλοι, πιο σοβαροί, βλέπουν τον πληθωρισμό στις υποψηφιότητες , από τη μια, ως μια μορφή αντίδρασης των πολιτών εναντίον των παλιών πολιτικών για την οικονομική καταστροφή στην οποία οδήγησαν τη χώρα το 2013 και, από την άλλη, ως πλήρη απαξίωση της πολιτικής, που ξεκινά από τη σκέψη «γιατί αυτοί και όχι εγώ, εκείνοι δεν είναι καλύτεροι».
Κανονικά, η κάθοδος στις εκλογές δέκα πολιτικών συνδυασμών πρέπει να χαιρετισθεί ως ένδειξη ενδιαφέροντος για τα κοινά και ως θετική και εποικοδομητική στάση έναντι της Ενωμένης Ευρώπης. Για να είναι σωστός όμως ένας τέτοιος ισχυρισμός, θα έπρεπε καθένας από τους δέκα συνδυασμούς να είχε διατυπώσει διαφορετική αντίληψη για το ρόλο της Ευρωπαικής Ένωσης και να είχε προτείνει διαφορετική στάση έναντι της και διαφορετική πολιτική στο θέμα των σχέσεων της Κύπρου με την Ευρώπη. Από τις ανακοινώσεις που εξέδωσαν οι δέκα συνδυασμοί για στήριξη των υποψηφίων τους φαίνεται μεν ότι γίνεται κάποια προσπάθεια τέτοιας διαφοροποίησης της στάσης σ’ ότι αφορά κυρίως το βαθμό αντίστασης έναντι της σημερινής πολιτικής της Κομισιόν στα θέματα της λιτότητας και της ανάπτυξης, οι εξηγήσεις όμως αυτές δεν είναι καθόλου πειστικές. Γι αυτό μπορούμε να πούμε ότι οι πραγματικές αιτίες του φαινομένου των πολλών υποψηφίων είναι ότι α)όλα τα κόμματα καίγονται να δείξουν ότι , παρά τις πρόσφατες πολιτικές ανακατατάξεις, συντηρούν ακόμα τα ποσοστά τους- μόνο έτσι θα μπορέσουν να επιβιώσουν στο περιβάλλον της καθημερινής σκληρής αντιπαράθεσης- και β)έχει επέλθει πλήρης κατάρρευση της πολιτικής συναίνεσης.Όπως εξελίχτηκαν σήμερα τα πράγματα, κανένας δεν συμφωνεί με κανένα και κανένας δεν θέλει να συνεργασθεί με κανένα. Και τούτο, γιατί συνεργασία θα σημαίνει ευκαιρία για τον ισχυρότερο ή πονηρότερο να υποκλέψει οπαδούς και ψηφοφόρους από τον ασθενέστερο. Γι αυτό ,για να επιβιώσουν, πρέπει όλοι να διαφωνούν με όλους. Αυτό μόνο τους δίνει λόγο ύπαρξης. Διαφωνώ, άρα υπάρχω. Από την άλλη, η πληθώρα των άσχετων ανεξάρτητων υποψήφιων καταδεικνύει έλλειψη πολιτικής σοβαρότητας, ένα φαινόμενο που είναι πολύ χειρότερο από την αποχή. Η ιστορία αναφέρει ότι, όπου παρατηρήθηκε το φαινόμενο αυτό, ήταν προοίμιο μεγάλης πολιτικής καταστροφής.
*Πρώην αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου