Το σχολείο της βίας


TΟΥ ΔΡΟΣ ΙΩΑΝΝΗ Σ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ*

Με πρόσφατη εγκύκλιό του το Υπουργείο Παιδείας επαναφέρει το θέμα της πρόληψης και διαχείρισης της ενδοσχολικής βίας. Λεπτομερώς περιγράφονται μηχανισμοί άμεσης και μεσοπρόθεσμης αντίδρασης, όταν «το πρόβλημα της ενδοσχολικής βίας … επηρεάζει την ομαλή λειτουργία του σχολείου και τη μαθησιακή διαδικασία». Οι σχετικές θεσμικές διαδικασίες δεν είναι καινούριες, αν εξαιρέσουμε την αγορά υπηρεσιών «όταν χρειάζεται και αφού εξακριβωθεί ότι οι σχετικές κρατικές υπηρεσίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν άμεσα.»

Η εν λόγω μέριμνα καταδεικνύει, αν μη τι άλλο, ότι η σχολική βία είναι υπαρκτή όσο και διαχρονική. Μέτρα λαμβάνονταν και λαμβάνονται, αλλά η πρόληψη και η θεραπεία υστερούν, καθυστερούν, ωχριούν μπροστά στη βία. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, που τα προβλήματα επιμένουν, ένας μετατονισμός στην αντίληψη της δυσχέρειας μπορεί να αποβεί καθοριστικός για τη μελέτη και τη δυνητική αντιμετώπισή της. Παρόμοιοι μετατονισμοί, αρκετά συχνά, αναδεικνύουν την πραγματικότητα που εγκυμονεί το υπό διερεύνηση πρόβλημα ως το κατεξοχήν πρόβλημα, ως την κατεξοχήν αιτία για το σύμπτωμα που μας τραβά την προσοχή ως πρόβλημα.

Η βία στα σχολεία, όπου υπάρχει, είναι σύμπτωμα της σχολικής ζωής, όχι το κυρίως πρόβλημα. Η τάση να την αντιμετωπίζουμε ως το κεντρικό πρόβλημα εξυπηρετεί πολλαπλή σκοπιμότητα. Απαλλάσσει το εκπαιδευτικό σύστημα από το στίγμα της αποτυχίας και τους επιτετραμμένους γι’ αυτό, και τους λειτουργούς του, από το στίγμα της ανικανότητας. Η σχολική ζωή, σε αρκετές περιπτώσεις, εγκυμονεί βία. Σχολεία σε κοινωνικά υποβαθμισμένες περιοχές, σχολεία που φιλοξενούν μετανάστες, σχολεία που γίνονται αποθετήρια μαθητών με παραβατικές συμπεριφορές, είναι σχολεία στα οποία καταγράφονται συχνά περιστατικά βίας. Αυτά τα σχολεία, τα συνήθως ύποπτα, δεν είναι τα χειρότερα. Είναι τα καλύτερα παραδείγματα για την αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να αλλάξει, και μαζί του η καθημερινότητα των σχολικών μονάδων που «στολίζονται» με περιστατικά ποικιλόβαθμης βίας.

 Κατά τα άλλα, η βία εγκυμονείται εγκάρσια στις σχολικές μονάδες, ακόμα και τις λιγότερο σεσημασμένες ως πάσχουσες από το σύνδρομο της σχολικής βίας. Η βιασύνη για την κάλυψη της διδακτέας ύλης, η βία της πίεσης για τη σχολική επίδοση, η βία της διάκρισης σε καλούς και μέτριους ή κακούς μαθητές, η βία της βασάνου των εξετάσεων, είναι αναμενόμενες και αποδεκτές μορφές σχολικής βίας. Στο πλαίσιο αυτό, δάσκαλοι και κυρίως καθηγητές αναλαμβάνουν ευχαρίστως τους ρόλους τους των διεκπεραιωτών αυτής της σύννομης βίας. Ο καθένας με τον τρόπο του, φυσικά. Άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο βίαια.

Δημιουργούνται, έτσι, στρατόπεδα στα σχολεία. Των μαθητών από τη μια, των εκπαιδευτικών από την άλλη. Οι μεν μοιράζουν βαθμούς και οι άλλοι, όσοι προλαβαίνουν, τους αρπάζουν. Η καλλιέργεια του ενστίκτου του αρπακτικού εύλογα κάνει τον φυσιολογικό ανθρώπινο ανταγωνισμό μέσα στην πολυπρόσωπη κοινότητα του σχολείου βίαιο, ακόμα και βάρβαρο… Η σύμπνοια που δεν υπάρχει ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και μαθητές και, κατ’ επέκταση, ανάμεσα στους ίδιους τους μαθητές, μετατρέπει το σχολικό περιβάλλον σε εκκολαπτήριο παντός είδους βιαιοτήτων, οι οποίες εκδηλώνονται μέσα στο σχολείο αλλά και έξω από το σχολείο, εκεί που τα παιδιά – και οι εκπαιδευτικοί – μεταφέρουν τα ανταγωνιστικά τους ένστικτα, που τους καλλιεργεί το σχολείο.

Η πλάνη που αναπαράγεται με σχολική ακρίβεια, ότι τα παιδιά μεταφέρουν στο σχολείο τη βία που βιώνουν στην οικογένεια ή παρακολουθούν στην τηλεόραση και το διαδίκτυο, αδικεί κατάφωρα τα παιδιά και δικαιώνει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που πασχίζει να αντλήσει νομιμοποίηση από πρόχειρες δαιμονοποιήσεις όλων που το αντιστρατεύονται, δήθεν, ενώ το ίδιο, τάχα, πασχίζει να ενεργεί θεραπευτικά και προληπτικά στις στρεβλώσεις που μεταφέρονται σ’ αυτό απ’ έξω, από τους μαθητές που το καταναλώνουν καθημερινά και υποχρεωτικά. Ο μύθος του «καλού» σχολείου και των «κακών» παιδιών είναι παλαιός αλλά ακόμα, δυστυχώς, κραταιός. Όσο δεν αποκαλύπτεται, το σχολικό περιβάλλον δεν εξυγιαίνεται.

Οι εκπαιδευτικοί, θύματα οι ίδιοι μιας γραφειοκρατικής βίας ενός ασφυκτικά συγκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος και τυφλών πολιτικών (με τις δύο σημασίες της λέξης) ασκούν τη βία του θεσμικού τους ρόλου κατά βούληση, χωρίς να λογοδοτούν για τη συμπεριφορά και τις πρακτικές τους. Τα παιδιά αναμένεται να ανταποκρίνονται ανθεκτικά στις πρακτικές βίας και στη βίαιη (υποχρεωτική) παραμονή τους στο σχολείο χωρίς να αντιδρούν προκλητικά βίαια. Μπορούν, κι αυτά, να χρησιμοποιούν τη βία που καταλαβαίνουν όλοι, χωρίς να ανησυχούν ότι θα κατηγορηθούν και θα τιμωρηθούν: μεταξύ τους ανταγωνισμοί για τους βαθμούς και για ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς ότι έχουν να μοιράσουν τα παιδιά μέσα στο σχολικό κοινόβιο, ειρωνείες, κακοθυμίες, λεκτικές αντιπαραθέσεις και διαπροσωπικές συγκρούσεις μεταξύ των μαθητών και ανάμεσα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς…

Το σχολείο καλλιεργεί πολλές μορφές βίας. Αυτό δεν αναγνωρίζεται και η βία του σχολείου διαιωνίζεται, αναπαράγεται, πολλαπλασιάζεται… Τα όποια μέτρα πρόληψης και θεραπείας δεν θα λειτουργούν όσο αυτή η πραγματικότητα παραγνωρίζεται.

 *Διευθυντής του MSc «Εκπαίδευση, Ηγεσία και Διοίκηση»στο CIIM – Cyprus International Institute of Management




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











59