ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΙΕΡΗ*
Εδώ και πολλά χρόνια στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού λειτουργεί το γνωστό πρόγραμμα Επιχορήγησης Εδρών Ελληνικών και Κυπριακών Σπουδών σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού, ο σκοπός του οποίου είναι να ενθαρρύνει την προσπάθεια ξένων πανεπιστημίων και ακαδημαϊκών να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον για την ελληνική γλώσσα, λογοτεχνία και πολιτισμό. Μια προσπάθεια ιδιαίτερα σημαντική στην εποχή μας που οι ελληνικές και κυπριακές σπουδές έξω από τον ελληνικό χώρο κινδυνεύουν να εξαφανιστούν με την κατάργηση όλο και περισσότερων εδρών νεοελληνικών σπουδών, ακόμα και σε πανεπιστήμια με μακρότατη φιλελληνική παράδοση όπως το Κέιμπριτζ και η Σορβόννη.
Το πρόγραμμα αυτό που στο παρελθόν έχει βοηθήσει πολλά πανεπιστήμια του εξωτερικού τα οποία κυριολεκτικά παλεύουν για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας, τώρα, με τις πρόσφατες αλλαγές στη διαδικασία υποβολής αιτήσεων, υποσκάπτεται από τους ίδιους τους λειτουργούς που καλούνται να το υπηρετήσουν. Κι αν οι λόγοι ήταν μόνο οικονομικοί, διοικητικοί, πολιτικοί έστω, ίσως θα μπορούσε κάποιος να τους δεχτεί. Όμως στην προκειμένη περίπτωση, όπως ολοένα και συχνότερα συμβαίνει στη (δυσ)λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών στην Κύπρο, πρόκειται για ατόπημα από κεκτημένη... αμυαλοσύνη το οποίο αψηφά κάθε έννοια κοινής λογικής.
Λυπάμαι αν ο χαρακτηρισμός αυτός μπορεί να φανεί σκληρός σε κάποιους, αλλά δεν ξέρω πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί η απόφαση των γραφειοκρατών (ή του κ. Υπουργού;) του Παιδείας και Πολιτισμού να απαιτούν από τους νεοελληνιστές των ξένων πανεπιστημίων να συμπληρώνουν εφεξής ένα νέο ειδικό έντυπο υποβολής αιτήσεων που συνέταξαν πρόσφατα στην αγγλική και αφορά σ' ένα πρόγραμμα που ο σκοπός του είναι η προβολή της ελληνικής γλώσσας. Ποιους εξυπηρετεί ένα τέτοιο αγγλόφωνο έντυπο; Σίγουρα όχι τους νεοελληνιστές του εξωτερικού οι οποίοι μπορεί να μιλούν γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, ρωσικά, γεωργιανά, σέρβικα, βουλγάρικα, αλλά δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν αγγλικά και οπωσδήποτε - εκ των ων ουκ άνευ! - ξέρουν άπταιστα ελληνικά αφού είναι το αντικείμενο των σπουδών τους αλλά και της διδασκαλίας τους. Ή μήπως τα αιτούντα νεοελληνικά τμήματα του εξωτερικού πρέπει να προσλάβουν υπηρεσίες μεταφραστών για την επικοινωνία τους με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου, προσθέτοντας το σχετικό κονδύλι στον ετήσιο απολογισμό τους για την αξιοποίηση της χορηγίας; Και γιατί θα πρέπει να το κάνουν; Επειδή οι λειτουργοί της Κυπριακής Δημοκρατίας χειρίζονται, λέει, με περισσότερη άνεση τα αγγλικά απ' ό,τι τα ελληνικά; (Κάτι το οποίο, πάντως, δεν φαίνεται από την ποιότητα των αγγλικών στο νέο έντυπο αίτησης, αλλά και από τη σχετική υπηρεσιακή αληλογραφία που από ελληνικά μετατράπηκε εν μία νυκτί, χωρίς καμία εξήγηση, σε αγγλικά.)
Πολύ σοβαρότερη από τις προφανείς - εξόφθαλμες, θα έλεγα - δυσκολίες που δημιουργεί ένα τέτοιο έντυπο τόσο για τους αιτούντες, όσο και για τους υπαλλήλους που θα αξιολογήσουν τις αιτήσεις, είναι η αλγεινή εντύπωση που αφήνει σε κάθε νοήμονα άνθρωπο η διοικητική χρήση των αγγλικών σε ένα πρόγραμμα επιχορήγησης νεοελληνικών σπουδών. Τι μήνυμα στέλνουν οι γραφειοκράτες του Υπουργείου
Παιδείας και Πολιτισμού; «Κοιτάξτε, κύριοι και κυρίες νεοελληνιστές, εσείς μπορεί να πασχίζετε για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, αλλά εμείς εδώ είμαστε προχωρημένοι, και τα ελληνικά τα έχουμε σε δεύτερη μοίρα· εμείς μιλάμε και συνεννοούμαστε γραφειοκρατικώς μόνο στ' αγγλικά!»
Από την άλλη, έχω την αίσθηση ότι πολύ εύκολα αφήνουμε στο απυρόβλητο την ηγεσία του Υπουργείου και τα χρεώνουμε όλα σε ανώνυμους γραφειοκράτες.
Όπως και αν έχει, είτε η ιδέα (και η εντολή) ήταν του κ. Υπουργού, είτε της κ. Γενικού, είτε κατωτέρων λειτουργών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού του κυπριακού Κράτους, δεν έχω παρά να τους δώσω συγχαρητήρια! Αυτό που πέτυχαν (να προσβάλουν με την ελαφρότητά τους τους απανταχού της Ευρώπης μελετητές και διδασκάλους της ελληνικής γλώσσας) δεν το κατάφεραν ούτε οι αποικιοκρατικές κυβερνήσεις επί Αγγλοκρατίας.
*Καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου