«Απαιδευσία πάντων παθών μήτηρ»


ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑΣ ΤΣΟΥΤΣΟΥΚΗ*

Σύμφωνα με τον Πυθαγόρα, «απαιδευσία πάντων παθών μήτηρ» η αμορφωσιά, δηλαδή, είναι η μητέρα όλων των συμφορών. Το νόημα της ρήσης αυτής εμφανίζεται ιδιαίτερα επίκαιρο αυτές τις μέρες, μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα των Παγκύπριων εξετάσεων. Στις εξετάσεις για εισδοχή στα Ανώτερα και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Κύπρου και της Ελλάδας, σε ορισμένα μαθήματα η πλειοψηφία των μαθητών δεν κατάφερε να φτάσει τη βάση, ενώ ιδιαίτερο πρόβλημα παρουσιάστηκε στο μάθημα των Νέων Ελληνικών, της μητρικής μας γλώσσας, όπου το 11% των μαθητών (περίπου 296 υποψήφιοι), πήραν βαθμολογία από 1 μέχρι 3!

Τώρα λοιπόν που οι μέσοι όροι βαθμολογίας των μαθητών παίρνουν την κατιούσα, η αναζήτηση των βαθύτερων αιτιών του προβλήματος και η αναβάθμιση της εκπαίδευσης αποτελεί επιτακτικό αίτημα.

Αρχικά, ας εστιάσουμε την προσοχή μας στον τρόπο εισδοχής στα Ανώτερα και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα˙ πρόκειται για ένα αντικειμενικό κριτήριο ή ένα σύστημα που όπως φαίνεται «μπάζει από παντού»; Μάλλον το δεύτερο. Μαθητές που έγραψαν κάτω από τη βάση, με τη μέθοδο της αναγωγής κατορθώνουν να εξασφαλίσουν μια θέση στα κρατικά Πανεπιστήμια, μη έχοντας, προφανώς, τις απαιτούμενες γνώσεις. Υπάρχει όμως καλύτερος τρόπος εισδοχής; Από τη μια επικρατεί η άποψη πως οι πιο κατάληλλοι και ικανοί κριτές για το μέλλον αυτών των παιδιών είναι οι καθηγητές τους, οι οποίοι τους «έζησαν» για έναν (τουλάχιστον) χρόνο, γνωρίζουν τις δυνάμεις καθώς και τις αδυναμίες τους, γνωρίζουν ποιοί αξίζουν και ποιοί όχι. Και εν μέρει συμφωνώ. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση της παραπαιδείας; Τι γίνεται στις περιπτώσεις που οι μαθητές πηγαίνουν για ιδιαίτερα ενισχυτικά μαθήματα στους ίδιους τους καθηγητές τους και τελικά, για ευνόητους λόγους, ευνοούνται και στη βαθμολογία του τριμήνου/τετραμήνου; Σε αυτή την περίπτωση και αυτό το σύστημα «μπάζει». Πρόκειται λοιπόν για έναν φαύλο κύκλο. Ενδεχομένως θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στην ενοποίηση των απολυτηρίων και των εισαγωγικών εξετάσεων για τα κυπριακά και ελληνικά Πανεπιστήμια, ώστε να δίδεται μια πιο σφαιρική εικόνα για την απόδοση του μαθητή.

Όπως προανέφερα, σύμφωνα με το παρόν σύστημα, με την αναγωγή των βαθμών οι υποψήφιοι φοιτητές κατορθώνουν να εξασφαλίσουν θέση στο Πανεπιστήμιο, ακόμη και αν έχουν γράψει κάτω από τη βάση! Και οι περισσότεροι από μας θα υποστηρίξουν «Ε και τι έγινε; Άλλο είναι να μπεί ένας φοιτητής στο Πανεπιστήμιο και άλλο να καταφέρει να βγεί». Σωστά, αλλά υπάρχει λόγος να «βασανίζεται» αυτός ο φοιτητής και να χάνει τέσσερα (και βάλε) χρόνια από τη ζωή του; Ή να «βασανίζεται» και ο ίδιος ο καθηγητής του, αλλά και οι υπόλοιποι συμφοιτητές του, αφού ο καθηγητής τους θα αναγκάζεται να ρίχνει το επίπεδο για να είναι όσα παραδίδει κατανοητά σε όλους; Τι γίνεται στην περίπτωση που ο φοιτητής αυτός καταφέρει τελικά να «βγει»; Καμιά σχολή δεν διασφαλίζει πως όλοι όσοι βγαίνουν με πτυχίο το αξίζουν.

Κι εδω φτάνουμε σε ένα άλλο σημαντικό θέμα που θα ήθελα να θίξω, το γεγονός πως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως σε αυτή τη χώρα δεν μπορούμε να είμαστε όλοι απόφοιτοι Πανεπιστημίου. Ο στόχος των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων δεν θα έπρεπε να είναι η προσφορά θέσεων σε όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα, αλλά σε όσο το δυνατόν περισσότερα ικανά άτομα. Έτσι θα βελτιωθεί το επίπεδο του Πανεπιστημίου, καθώς και το επίπεδο έρευνας της χώρας μας. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα κορυφαία Πανεπιστήμια του κόσμου, λόγου χάρη το Harvard, το Cambridge, το Oxford ή το UCL. Σε αυτά ο πήχης ολοένα και ανεβαίνει και φοιτούν τα περισσότερο ικανά άτομα, με αποτέλεσμα το επίπεδο των σχολών να είναι ιδιαίτερα υψηλό. Τέτοιας κατηγορίας Πανεπιστήμια έχουν ως κριτήριο τη γενικότερη επίδοση του μαθητή κατά την τελευταία σχολική χρονιά στο Λύκειο, και όχι μόνο. Στις πλείστες περιπτώσεις χρησιμοποιούν και την προσωπική συνέντευξη. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν αυτά τα Πανεπιστήμια δέχονταν «όποιον και όποιον».

Δυστυχώς στην Κύπρο, γέμισε η χώρα «επιστήμονες», πολλές φορές όχι και τόσο ικανούς. Και όλοι αυτοί οι «επιστήμονες» πού καταλήγουν τελικά; Στην ανεργία. Για την αγορά υπηρεσιών στα τεχνικά επαγγέλματα καταφεύγουμε ως επι το πλείστον στους ξένους εργάτες και αυτό γιατί οι Κύπριοι «είναι γεννημένοι για άλλου είδους επαγγέλματα», γιατί «είναι μορφωμένοι και τους αξίζει κάτι καλύτερο». Ας δημιουργηθούν περισότερες επαγγελματικές σχολές για τα παιδιά που θέλουν να «μάθουν την τέχνη», όπως έλεγαν και οι παλιοί, και ας είμαστε ως λαός πιο μετριοπαθείς και ρεαλιστές. Να έχουμε αυτογνωσία, να μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε πού έχουμε κλίση και τι μπορούμε να κάνουμε καλά και τι όχι. Αυτό θα γλιτώσει από πολλά προβλήματα, τόσο εμάς όσο και τον τόπο μας.

Το πρόβλημα πρέπει να σταματήσει να διαιωνίζεται. Πρέπει να ληφθούν άμεσα συγκεκριμένα μέτρα, που θα αλλάξουν άρδην το εκπαιδευτικό μας σύστημα, ώστε να βελτιωθούν οι γνώσεις και οι επιδόσεις των μαθητών μας. Το σύστημα μάθησης πρέπει να σταματήσει να ευνοεί τη στείρα γνώση και τον άγονο εγκυκλοπαιδισμό, οι μαθητές πρέπει να πάψουν να είναι απλά παθητικοί δέκτες της γνώσης, να αρχίσουν να αναπτύσσουν και οι ίδιοι την κριτική τους σκέψη. Στα πλαίσια αυτής της αναγκαίας ριζικής μεταρρύθμισης, θα πρέπει να αλλάξουν και τα βιβλία, το περιεχόμενο των οποίων είναι στην παρούσα φάση αποσπασματικό και συχνά πρόχειρο.

Αυτοί είναι μόνο ορισμένοι προβληματισμοί και ιδέες που θα έπρεπε οι αρμόδιοι φορείς να λάβουν υπόψη τους. Οι βασικοί εκπαιδευτικοί παράγοντες πρέπει να δράσουν άμεσα προς μια άλλη, πιο ανθρωπιστική κατεύθυνση, σε συνδυασμό με την οικογένεια, που οφείλει να ενσταλάξει στους νέους την αντίληψη ότι η εκπαίδευση λειτουργεί μόνο προς όφελός τους και οδηγεί τελικά στην ολοκλήρωσή τους. Οι γονείς πρέπει να συνεργάζονται με τους καθηγητές του παιδιού τους για την επίδοση και τη γενικότερη πορεία του.

Εξίσου σημαντική είναι όμως και η άποψη των άμεσα ενδιαφερόμενων, των νέων του τόπου μας, το μέλλον των οποίων διακυβεύεται εδώ. Ας βγούμε στους δρόμους και ας ρωτήσουμε την άποψή τους. Ας μάθουμε πόσο σημαντικές θεωρούν οι μαθητές τις προεισαγωγικές εξετάσεις για την μετέπειτα ζωή τους και το επαγγελματικό τους μέλλον, ας ενημερωθούμε για τη ψυχολογία τους, τις σκέψεις και τις δικές τους προτάσεις αντιμετώπισης των χρονίζοντων εκπαιδευτικών προβλημάτων.

Η αναβάθμιση της εκπαίδευσης αποτελεί πια επείγον αίτημα τώρα που ο κόσμος αλλάζει και οδηγούμαστε σε ολοένα και περισσότερα αδιέξοδα. Μια σωστή παιδεία και επομένως, μια καλύτερη ποιότητα κοινωνίας, ένας πιο δίκαιος και πιο ανθρώπινος κόσμος μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εφόδιο στις νέες προκλήσεις. Ας μη ξεχνάμε την κινέζικη παροιμία «όταν σχεδιάζεις για ένα χρόνο, να σπέρνεις σιτάρι. Όταν σχεδιάζεις για μια δεκαετία, να φυτεύεις δέντρα. Όταν σχεδιάζεις για μια ζωή, να καταρτίζεις και να εκπαιδεύεις ανθρώπους».

* Φιλόλογος




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











269