ΤΗΣ ΒΙΑΝΑΣ ΕΡΙΚΣΣΟΝ*
Η επιλογή του τίτλου δεν είναι καθόλου τυχαία. Με αφορμή τα άρθρα των συναδέλφων Πόλη και Βασιλειάδου που έχουν δημοσιευθεί πρόσφατα στον ηλεκτρονικό τύπο, το συγκεκριμένο αποσκοπεί στην ανασκόπηση του θέματος της πειθαρχίας στα σχολεία και της αντιμετώπισης παιδιών των οποίων η συμπεριφορά στην τάξη αποτελεί το λιγότερο πρόκληση για το επάγγελμα του εκπαιδευτικού σήμερα.
Θεωρώ πως το πρόβλημα που αναδύεται από το «debate” των δύο συναδέλφων βασίζεται στις εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις όσον αφορά τη φιλοσοφία της εκπαίδευσης. Ο συνάδελφος κ. Πόλης φαίνεται να αμφισβητεί τον όρο της «Ενιαίας Εκπαίδευσης» (Inclusive Education): «δεν πιστεύω σε ιερές αγελάδες και απόλυτες, μεταφυσικού τύπου αλήθειες». Με τον όρο «Ενιαία Εκπαίδευση» υποδηλώνουμε την ύπαρξη παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ιδιαιτερότητες τα οποία θα πρέπει να διαχειριστούμε με τέτοιο τρόπο ώστε να συνυπάρξουν αρμονικά με τα υπόλοιπα παιδιά στο επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα (Ζαφειριάδης, 2010). Η Ενιαία Εκπαίδευση λοιπόν δεν είναι μια απλή θεωρία με τα θετικά και τα αρνητικά της, όπως αναφέρει στο άρθρο του ο συνάδελφος. Είναι μια φιλοσοφική παραδοχή, η οποία στηρίζεται σε βασικές αρχές της παιδαγωγικής και της ψυχολογίας αλλά και στο αναφαίρετο δικαίωμα κάθε προσώπου που ζει σε μια σύγχρονη, δημοκρατική κοινωνία. Η φιλοσοφία της Ενιαίας Εκπαίδευσης βασίζεται:
- στην έκθεση Warnock 1978, η οποία συνέβαλε αποφασιστικά στην αλλαγή του τρόπου που προσεγγίζεται το άτομο με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες και επηρέασε τις εξελίξεις στη γνωστική αυτή περιοχή σε ολόκληρο τον κόσμο
- στη διακήρυξη της Σαλαμάνκα (UNESCO, 1994)
- στις διακηρύξεις του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των παιδιών.
Πρόκειται για τα σημαντικότερα κείμενα του 20ου αιώνα που αφορούν το παιδί και τον άνθρωπο, τα οποία ενσωματώθηκαν στη νομοθεσία πολλών κρατών συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου. Αναμφισβήτητα, ο κάθε συνάδελφος διαμορφώνει τη δική του άποψη και είναι ελεύθερος να τη διατυπώσει. Είναι το λιγότερο ατυχές ωστόσο να αποκαλούμε τους εκπαιδευτικούς που συμμερίζονται το πιο πάνω όραμα και φιλοσοφία της Ενιαίας Εκπαίδευσης «φανατικούς με νοοτροπία ιεροεξεταστή που ανάγουν μια θεωρία που διατυπώθηκε από άλλους ανθρώπους σε απόλυτη αλήθεια».
Ο συνάδελφος κ.Πόλης στο άρθρο του χρησιμοποιεί οκτώ φορές τον όρο «παραβατικός μαθητής» ενώ άλλη μια χρησιμοποιεί τον όρο «προβληματικούς» για να χαρακτηρίσει μαθητές με συναισθηματικές δυσκολίες και δυσκολίες συμπεριφοράς. Η συνεχής χρήση του όρου «παραβατικός μαθητής» δεν είναι τυχαία. Υποδηλώνει παιδαγωγικές αντιλήψεις οι οποίες επιρρίπτουν εξ’ολοκλήρου την ευθύνη της «απειθαρχίας» και της μη επιθυμητής συμπεριφοράς στο μαθητή.
Στο σημείο αυτό αξίζει τον κόπο να ανατρέξουμε στη σύγχρονη βιβλιογραφία και να αναφέρουμε εν συντομία τις δύο σχολές σκέψης όσον αφορά τα παιδιά με δυσκολίες συμπεριφοράς. Η πρώτη σχολή υποστηρίζει ότι οι δυσκολίες αυτές οφείλονται σε ενδογενείς παράγοντες ότι δηλαδή η συμπεριφορά του παιδιού οφείλεται αποκλειστικά στο ίδιο το παιδί και στον τρόπο που έχει μεγαλώσει (Wearmouth et al, 2004:270, Cole, 2004:20). Η δεύτερη σχολή, αντίθετα, υποστηρίζει ότι οι δυσκολίες συμπεριφοράς οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες και κυρίως στο κοινωνικό περιβάλλον (Jones, 2003:147, Evans et al,, 2004:3). Για να κατανοήσουμε στο μέγιστο ωστόσο τις δυσκολίες συμπεριφοράς πρέπει να εστιάσουμε σε ένα τρίτο μοντέλο που συνδυάζει τις δύο πιο πάνω απόψεις και υπογραμμίζει ότι η εξήγηση της συμπεριφοράς σε σχέση με το περιβάλλον είναι το πρώτο σημαντικό βήμα αποτελεσματικής αντιμετώπισης και επίλυσης του προβλήματος (Lyons and O’Connor, 2006:227).
Υποστηρικτής όπως φαίνεται της πρώτης σχολής, ο κ. Πόλης χρησιμοποιεί τον όρο «ασυδοσία» για να χαρακτηρίσει έναν «παραβατικό μαθητή» που ξυλοφορτώνει τους άλλους και κανένας δεν μπορεί να του κάνει τίποτε ενώ στη συνέχεια περιγράφει περιστατικά από προσωπικές εμπειρίες για να υποστηρίξει τη γνώμη του. Δεν αμφισβητώ σε καμία περίπτωση τη σοβαρότητα των συμβάντων που περιγράφει ο συνάδελφος. Εάν προσπαθήσουμε ωστόσο να εξηγήσουμε την πιο πάνω κατάσταση χρησιμοποιώντας το τρίτο «συνδυαστικό» μοντέλο καταλήγουμε στο ότι ίσως ο μαθητής με συναισθηματικές δυσκολίες/δυσκολίες συμπεριφοράς, ξυλοφορτώνει τους αλλους «γιατί κανένας δεν μπόρεσε να του κάνει τίποτε». Η μη έγκαιρη διάγνωση και η έλλειψη απαραίτητης στήριξης και ενίσχυσης μπορεί να είναι δηλαδή τα αίτια της εκδήλωσης και της εξέλιξης αυτής της συμπεριφοράς. Συμφωνώ με τον συνάδελφο ότι πολλές φορές ο δάσκαλος είναι αβοήθητος και υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες και η δική του ασφάλεια κινδυνεύει. Αυτό ίσως είναι θέμα το οποίο θα πρέπει να μελετήσει η συντεχνία των δασκάλων για να ζητηθεί επίσημα βοήθεια από τους αρμόδιους φορείς ώστε να υπάρχει έγκαιρη και άμεση παρέμβαση σε σοβαρές περιπτώσεις και περιστατικά όπου κινδυνεύει η ασφάλεια των υπόλοιπων παιδιών και των δασκάλων. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορούμε να δεχθούμε την άποψη του κ.Πόλη ότι τα παιδιά με δυσκολίες συμπεριφοράς αποτελούν το «10% βίαιων ατόμων που εκμεταλλεύονται το σύστημα της έλλειψης τιμωριών για άτομα κάτω των 14 ετών για να ζουν εις βάρος των άλλων». Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε αυτά τα παιδιά ως «θύτες» και τα υπόλοιπα ως «θύματα». Πρέπει να αντιληφθούμε ότι τα παιδιά με συναισθηματικές δυσκολίες και δυσκολίες συμπεριφοράς είναι επίσης θύματα τα οποία χρειάζονται συνεχή στήριξη και βοήθεια για να αντιμετωπίσουν τη δική τους πραγματικότητα. Πολλά από αυτά είναι ίσως θύματα ενδοοικογενειακής βίας, άλλα αντιμετωπίζουν έλλειψη απαραίτητης γονεϊκής φροντίδας ή αλλης μορφής συναισθηματικά προβλήματα. Ο κ. Πόλης υποστηρίζει πως αυτά τα παιδιά «διαλύουν το σχολείο γιατί κανείς δεν μπορεί να τους επιβληθεί». Ίσως στην πραγματικότητα διαλύουν το σχολείο γιατί ζητούν με το δικό τους τρόπο απεγνωσμένα βοήθεια αφού κανείς δεν τους έχει βοηθήσει. Αναφέρει στη συνέχεια ο κ. Πόλης ότι «υπάρχουν καλοί και λιγότερο καλοί δάσκαλοι....υπάρχουν δάσκαλοι που ...πίνουν ψυχοφάρμακα...είναι θύματα του επαγγέλματος».
Θα ήταν το λιγότερο ευχάριστο εάν συναντούσαμε στο άρθρο του συνάδελφου την ίδια κατανόηση και προς τα παιδιά. Ότι δηλαδή όλα τα παιδιά είναι «καλά» αλλά υπάρχουν και αυτά που για να συνυπάρξουν αρμονικά χρειάζονται φαρμακευτική αγωγή και πως είναι δυστυχώς και αυτά θύματα του συστήματος.
Ρωτά ο κ. Πόλης: «Γιατί να μην πάνε σε ένα ειδικό σχολείο....Με το διαχωρισμό όλοι οι μαθητές θα ωφεληθούν». Μα είναι δυνατόν; Να διώχνουμε παιδιά από το δημόσιο σχολείο, το σχολείο για όλους με όλους; Αυτή είναι η ιδέα της δημόσιας εκπαίδευσης; Να αποβάλουμε δηλαδή αυτά τα παιδιά από το σύστημα, αφού τα έχουν αποβάλει όλοι οι άλλοι και να δημιουργούμε «ειδικά σχολεία», φιλοσοφία των «φυλακών» δηλαδή από το δημοτικό; Και πώς το ξέρετε συνάδελφε ότι με το διαχωρισμό όλοι οι μαθητές θα ωφεληθούν; Η βιβλιογραφία όχι μόνο σε τοπικό επίπεδο αλλά και σε παγκόσμιο σας διαψεύδει. Στη συνέχεια αναφέρει ο κ. Πόλης πως «η οικογένεια είναι ο πυρήνας κάθε υγιούς κοινωνίας. Για να υπάρχει οικογένεια πρέπει πατέρας και μητέρα να ζουν μαζί και να διαπαιδαγωγούν ορθά τα παιδιά τους». Με αυτή τη λογική, θα ήταν εύκολο να συμπεράνετε ότι δεν ζουν όλα τα παιδιά με αυτό το «πρότυπο» οικογένειας, και με τους δύο δηλαδή γονείς, και ίσως αυτή να είναι μια από τις αιτίες της απροσάρμοστης συμπεριφοράς. Σε καμία περίπτωση ωστόσο δε σημαίνει οτι γονείς που είναι διαζευγμένοι ή ζουν χωριστά δεν διαπαιδαγωγούν σωστά τα παιδιά τους. Θα ήταν επίσης ορθότερο όταν αναφερόμαστε σε «πρότυπα» οικογένειας σήμερα να συμπεριλαμβάνουμε και οικογένειες με γονείς του ιδίου φύλου καθώς και μονογονεϊκές οικογένειες.
Υποστηρίζει ο συνάδελφος πως «η παραβατικότητα είναι εθνική υπόθεση γιατί όταν διαλύεται η οικογένεια διαλύεται μαζί της και η κοινωνία». Η κοινωνία μας συνάδελφε δεν έχει διαλυθεί από τα διαζύγια και σε καμία περίπτωση από παιδιά που αντιμετωπίζουν συναισθηματικές δυσκολίες ή δυσκολίες συμπεριφοράς. Έχει διαλυθεί από το σαθρό σύστημα, τη διαφθορά και τη νοοτροπία μας. Συμφωνώ μαζί σας, ότι η διαχρονική έλλειψη τιμωρίας και οι «τραπεζίτες» διέλυσαν την κυπριακή οικονομία. Και για να θέσω τον προβληματισμό, προσωπικά δεν είμαι σίγουρη ότι αυτοί οι τραπεζίτες υπήρξαν οι ίδιοι παιδιά με δυσκολίες συμπεριφοράς στο σχολείο. Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι μάλλον θα ήταν αυτό που αποκαλείτε συχνά στο άρθρο σας «καλοί μαθητές».
Άποψή σας είναι πως «αν οι δάσκαλοι μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο δε θα υπήρχε εγκληματικότητα, πόλεμοι, ιδιοτέλεια». Ο Lloyd (2000:146) σε αντίθεση επικαλείται την Ενιαία Εκπαίδευση και ρίχνει όλο το βάρος στους «γερούς και φαρδιούς ώμους» των εκπαιδευτικών: «Οι δάσκαλοι πρέπει να αντιμετωπίσουν την πρόκληση και να αναγνωρίσουν ότι έχουν τη δύναμη αλλά και την ευθύνη να αλλάξουν την εκπαίδευση και την κοινωνία γενικότερα».
«Ένα είναι σίγουρο…αυτό που πιστεύουμε καθορίζει τι και πως θα το διδάξουμε» (Castle, 1961).
Είμαστε δάσκαλοι συνάδελφε, και είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο.
*Εκπαιδευτικός